20.5 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΘρίαμβος Ανδρουλάκη – Στοίχημα η επόμενη ημέρα

Θρίαμβος Ανδρουλάκη – Στοίχημα η επόμενη ημέρα


Του Γιώργου Κοσματόπουλου,

Ο Νίκος Ανδρουλάκης επιβεβαίωσε τα προγνωστικά, επιτυγχάνοντας την επανεκλογή του στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, με μια θριαμβευτική νίκη έναντι του Χάρη Δούκα, στον β’ γύρο. Η διαφορά των περίπου 20 ποσοστιαίων μονάδων δεν αφήνει περιθώριο αμφισβητήσεως επ’ αυτού. Το στοίχημα, πλέον, για τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, αφορά στην αξιοποίηση της ισχυρής λαϊκής εντολής που έλαβε, ώστε να επιτευχθεί η μεγαλύτερη και ταχύτερη ανάκαμψη του Κινήματος.

Με μια πρώτη ανάγνωση των αποτελεσμάτων, μιας και την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν έχουμε πρόσβαση σ’ επιμέρους ποιοτικά χαρακτηριστικά του εκλογικού αποτελέσματος, φαίνεται πως η νίκη Ανδρουλάκη βασίστηκε στα ακόλουθα. Πρώτον, στον ισχυρό προσωπικό του μηχανισμό εντός του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος έχει δοκιμαστεί την τελευταία δεκαετία σε πέντε εκλογικές αναμετρήσεις πανελλαδικής εμβέλειας, με πολύ υψηλό ποσοστό επιτυχίας το 2014 και το 2019, όταν ο Ανδρουλάκης εξελέγη στην Ευρωβουλή. Συνάμα, το 2017, το 2021 και το 2024 υπήρξε υποψήφιος Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, επιτυγχάνοντας να εκλεγεί στις δύο εκ των τριών εκλογικών αναμετρήσεων και να καταγράψει υψηλή επίδοση, αναδεικνυόμενος δεύτερος στην πρώτη διαδικασία. Η αυξημένη συμμετοχή της πρώτης Κυριακής δεν κλόνισε την αποτελεσματικότητά του και η μειωμένη συμμετοχή της δεύτερης Κυριακής ήταν σίγουρο πως θα λειτουργούσε υπέρ του.

Δεύτερον, διέθετε μεγαλύτερες δεξαμενές εισροής νέων ψήφων, σε σχέση με τον Χάρη Δούκα, που ήρθαν να λειτουργήσουν σωρευτικά με την επίδοσή του στον α΄ γύρο και τη σημαντική διαφορά που του είχε εξασφαλίσει. Ο Παύλος Γερουλάνος, καίτοι αρνήθηκε να εκφράσει δημοσίως τη στήριξή του σε κάποιον εκ των δύο μονομάχων του β’ γύρου, είχε ξεκάθαρα υποστηρίξει ότι είναι επιτακτική η ανάγκη ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ να είναι και βουλευτής. Η Άννα Διαμαντοπούλου, αν κι επίσης δεν έδειξε δημοσίως τον εκλεκτό για την ηγεσία μεταξύ των δύο, βρίσκεται σ’ επίπεδο ιδεολογικοπολιτικό πολύ εγγύτερα στον Ανδρουλάκη απ’ ό,τι στον Δούκα. Ο Μιχάλης Κατρίνης είχε, επίσης, τονίσει την ανάγκη ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ να έχει κοινοβουλευτική παρουσία. Μόνον η Νάντια Γιαννακοπούλου τοποθετήθηκε επισήμως υπέρ του Δημάρχου Αθηναίων, αλλά αφενός, η δυναμική της είναι πολύ περιορισμένη κι αφετέρου, η θέση της υπέρ του Δούκα αποτύπωσε μια πολιτική συμπεριφορά ιδιαιτέρως αντιαισθητική κι απωθητική. Παρόλο που είναι γνωστή για τη σφοδρή αντι-ΣΥΡΙΖΑ στάση της διαχρονικά, στήριξε τον πιο φιλο-ΣΥΡΙΖΑ υποψήφιο Πρόεδρο, καθιστώντας σαφές, και σε όποιον δεν το είχε καταλάβει, ότι η βασική κινητήριος δύναμη της εμπλοκής της στην προεδρική κούρσα ήταν το προσωπικό της μένος έναντι του Ανδρουλάκη κι όχι μεγάλες πολιτικές διαφορές με αυτόν.

Τρίτον, εκ του αποτελέσματος, αποδεικνύεται ότι δικαιώνεται τόσο η οργανωτική όσο και η πολιτική στρατηγική Ανδρουλάκη, μιας και ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ προέβαλε, καταρχάς, την αύξηση της εκλογικής δύναμης του κόμματος επί ημερών του, προκειμένου να καταδείξει το υπερβολικόν του αιτήματος της πρόωρης προσφυγής στις εσωκομματικές κάλπες, παρά την αποτυχία κατάληψης της δεύτερης θέσης στις Ευρωεκλογές. Συνδυαστικά, ταύτισε την αμφισβήτηση στο πρόσωπό του με οπορτουνιστικά ελατήρια των ανθυποψηφιών του. Σε αυτήν την κατεύθυνση, συνηγόρησε η εικόνα ενός αχόρταγου και αλαζόνα Δούκα που ξαφνικά θέλησε να γίνει και Δήμαρχος Αθηνών και Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, μιας Διαμαντοπούλου που εμφανίσθηκε προκλητικά μετά από 12 χρόνια απουσίας, θέλοντας να διοικήσει όσους ήταν στο ΠΑΣΟΚ στα δύσκολα, ενός Κατρίνη που μέχρι πρότινος ήταν στενότατος συνεργάτης του Ανδρουλάκη και μιας Γιαννακοπούλου που αναλωνόταν αποκλειστικά στο να επιτίθεται σκαιά στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Οι ίδιοι οι αμφισβητίες του Ανδρουλάκη, με τον τρόπο που πολιτεύτηκαν, τον κατέστησαν συμπαθή ακόμα και σε ανθρώπους που μπορεί να μην εκτιμούσαν ιδιαιτέρως τα προσόντα του, πλην όμως είναι ευαίσθητοι σε ζητήματα ηθικής τάξεως.

Παράλληλα, ο άρτι επανεκλεγείς αρχηγός του ΠΑΣΟΚ παρουσιάστηκε ως δύναμη ανάσχεσης της επαπειλούμενης «συριζοποίησης» του Κινήματος, που φαινόταν πως εξέφραζε ο Δούκας. Σε αυτό βοήθησε και η λανθασμένη επιλογή του Δημάρχου Αθηναίων να υιοθετήσει το σύνθημα «ενώνουμε δυνάμεις, όπως στην Αθήνα», τη στιγμή που η «ένωση» που έλαβε χώρα στην πρωτεύουσα της χώρας, κατά τις τελευταίες δημοτικές εκλογές, αφορούσε τη στήριξη που έλαβε η υποψηφιότητά του έναντι του Κώστα Μπακογιάννη, από τον ΣΥΡΙΖΑ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και διάφορα περιθωριακά σχήματα.

Πηγή Εικόνας και Δικαιώματα Χρήσης: Eurokinissi

Στον αντίποδα, ο Χάρης Δούκας αποτελεί τον μεγάλο χαμένο της εσωκομματικής αναμέτρησης. Ο Δήμαρχος Αθηναίων υπέστη μια πολιτική ήττα, η οποία πιθανόν να σημαδεύσει ανεξίτηλα την πολιτική του διαδρομή και την οποία, όμως, θα μπορούσε κάλλιστα να είχε αποφύγει. Θα μπορούσε να επικεντρωθεί στα καθήκοντα του Πρώτου Πολίτη της Πρωτεύουσας και να κάνει το παν προκειμένου να καταχωρηθεί στη συνείδηση των συνδημοτών του, αλλά και του μέσου Έλληνα πολίτη ως ένας επιτυχημένος Άρχων της Αυτοδιοίκησης. Θα μπορούσε να συνδυάσει το συμβολικό-επικοινωνιακό χαρακτήρα του ανέλπιστου θριάμβου του κόντρα στον Μπακογιάννη και τη ΝΔ με την οικοδόμηση ενός στιβαρού προφίλ αποτελεσματικού πολιτικού ηγέτη, στην ιδιαιτέρως απαιτητική κι αμείλικτη Τοπική Αυτοδιοίκηση. Έτσι, σε βάθος τετραετίας, θα ήταν, εκ των πραγμάτων, η νέα μεγάλη δύναμη στο κομματικό στερέωμα και στο πολιτικό σύστημα. Αντ’ αυτού, η προσωπική του οίηση και ο ενστερνισμός κακών συμβουλών από τον περίγυρό του, τον ενέπλεξε στις εκλογές Προέδρου του ΠΑΣΟΚ.

Η όλη παρουσία Δούκα ήταν έμπλεη αλαζονείας. Υποτίμησε το αρνητικό αντίκτυπο που είχε η πρόθεσή του να είναι παράλληλα και Δήμαρχος και Πρόεδρος κόμματος. Ωστόσο, ήταν μια πρώτης τάξεως απόδειξη ασυνέπειας, καθότι όταν διεκδικούσε την ψήφο των Αθηναίων, δεν τους είχε ενημερώσει ότι σε λιγότερο από ένα χρόνο θα κατέληγε Δήμαρχος «ημιαπασχόλησης». Η επιλογή του αυτή συνιστούσε, παράλληλα, μια πρωτοφανή υποτίμηση του ίδιου του ΠΑΣΟΚ, μιας και τούτο θα αποκτούσε, αντιστοίχως, Πρόεδρο «ημιαπασχόλησης». Μόλις διαπίστωσε το επιτελείο Δούκα ότι οι αρνητικές αντιδράσεις ήταν κατά πολύ σφοδρότερες του αναμενομένου, επέλεξε ν’ απαντήσει με ακόμα περισσότερη αλαζονεία. Επικαλέστηκε το «ευρωπαϊκό κεκτημένο» κι ούτε λίγο ούτε πολύ παρουσίασε τον Δήμαρχο σαν κάποιον που θα «ξεβλάχευε» του χαχόλους που ήθελαν ηγέτη πλήρους απασχόλησης. Ο ίδιος ο Δούκας έφτασε στο σημείο να παραλληλίζει εαυτόν με τον Φρανσουά Μιτεράν και τον Βίλι Μπράντ, αφενός υποτιμώντας τη νοημοσύνη των πολιτών, (που –εν πάση περιπτώσει– μπορούν ν’ αντιληφθούν το άτοπον της συγκρίσεως του ελληνικού πολιτικού συστήματος με το γαλλικό και το γερμανικό) κι αφετέρου, παρουσιάζοντας μια κρίση μεγαλείου που προκαλούσε θυμηδία, στην καλύτερη περίπτωση. Στην ίδια λογική, υποτίμησε το αντι-ΣΥΡΙΖΑ αίσθημα που διαπερνά τη συντριπτική πλειοψηφία της βάσης του ΠΑΣΟΚ.

Βασικό του σύνθημα ήταν το «ενώνουμε δυνάμεις» κι όταν αντελήφθη τη ζημιά που του προξενούσε, παραπέμποντας στη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ στην Αθήνα, και πάλι επέλεξε να υποτιμήσει τη νοημοσύνη των πολιτών, λέγοντας πως εννοεί τη συσπείρωση σ’ επίπεδο γειτονιάς. Ταυτοχρόνως, ο Δούκας στηρίχτηκε δημοσίως από άτομα και «φυλές» του ΠΑΣΟΚ που ηττήθηκαν μαζί του, κάνοντάς του σημαντική ζημιά. Την ίδια στιγμή που παρουσιαζόταν σαν άφθαρτος και φέρων νέο αέρα στο ΠΑΣΟΚ, ήταν ο εκλεκτός του «βαθέως ΠΑΣΟΚ». Πρόκειται για παλαίμαχους του Κοινοβουλίου, της Αυτοδιοίκησης, του συνδικαλισμού, που μοιάζουν να αδυνατούν να κατανοήσουν ότι πλέον δεν μπορούν να έχουν τον ρόλο που κάποτε απολάμβαναν, του Γιώργου Παπανδρέου και μιας ομάδας αυλικών του, που παρά τα συνεχή εκλογικά στραπάτσα, αρνούνται να αποδεχτούν ότι η βάση του ΠΑΣΟΚ, αλλά και η πλειοψηφία της κοινωνίας, δεν αναγνωρίζει στον ΓΑΠ τον ρόλο που ο ίδιος επιθυμεί να διαδραματίσει. Επίσης, υποστηρίζονταν από τους πάσης φύσεως χολωμένους με τον Ανδρουλάκη για καθαρά προσωπικούς λόγους, όπως το ότι έκανε το «έγκλημα» να συγκροτήσει ένα ανταγωνιστικό ψηφοδέλτιο στην εκλογική περιφέρεια που πολιτεύονταν, από κρυφο-δελφίνα που ήθελαν να προωθήσουν τις φιλοδοξίες τους μέσω της υποψηφιότητάς του από κέντρα και παράκεντρα εξουσίας που επιδιώκουν τη «ρευστοποίηση» του ΠΑΣΟΚ, ώστε να αναδευτεί με τα περιτρίμματα του ΣΥΡΙΖΑ και των παραφυάδων του, για να προκύψει ο πολτός «μεγάλη Κεντροαριστερά». Κάπως έτσι, παραλίγο να μην περάσει ούτε στον β΄ γύρο.

Οι προεδρικές εκλογές του 2024 ανήκουν στην ιστορία του ΠΑΣΟΚ. Ο Νίκος Ανδρουλάκης πήρε μια δεύτερη μεγάλη ευκαιρία από τη βάση του Κινήματος και μένει ν’ αποδειχθεί κατά πόσο θα φανεί αντάξιος αυτής. Καλείται ν’ ανοίξει το κόμμα, να ξεπεράσει φοβικά σύνδρομα και ν’ αποτινάξει ανώριμες, για ηγέτη κόμματος, νοοτροπίες στη διοίκησή του. Από τις 14 Οκτωβρίου 2024 οφείλει να εργαστεί με στόχο τη νίκη στις Βουλευτικές Εκλογές του 2027…


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Κοσματόπουλος
Γιώργος Κοσματόπουλος
Γεννήθηκε το 1989 στη Λαμία και έζησε μέχρι τα 18 του χρόνια στον Άγιο Κωνσταντίνο Φθιώτιδας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Νομικά στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου, εργαζόμενος παράλληλα τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, πάνω στα αντικείμενα των σπουδών του. Αρθρογραφεί για θέματα πολιτικής επικαιρότητας.