27.7 C
Athens
Κυριακή, 6 Οκτωβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτικήΓνώμηΕκλογικός Νόμος: Το «αγκάθι» στην πολιτική «σκακιέρα» του Κυριάκου Μητσοτάκη

Εκλογικός Νόμος: Το «αγκάθι» στην πολιτική «σκακιέρα» του Κυριάκου Μητσοτάκη


Της Βαΐας Σταυρίδου, 

Η συζήτηση για τον εκλογικό νόμο, ένα ζήτημα διαρκώς παρόν στις πολιτικές συζητήσεις της Ελλάδας, επανέρχεται και πάλι στο προσκήνιο. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, καθώς βρίσκεται αντιμέτωπος με μια σειρά προκλήσεων στη διακυβέρνησή του, δείχνει να σκέφτεται σοβαρά την πιθανότητα αναμόρφωσης του εκλογικού νόμου, παρά τις επίσημες δηλώσεις που διαβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο στο τραπέζι. Γιατί, όμως, το θέμα αυτό επανέρχεται και ποιες είναι οι στρατηγικές σκέψεις πίσω από αυτό; 

Η συζήτηση για τον εκλογικό νόμο στην Ελλάδα είναι διαχρονική. Από τη Μεταπολίτευση έως σήμερα, κάθε Κυβέρνηση που επιχείρησε αλλαγές στον εκλογικό νόμο το έκανε με κύριο σκοπό τη διασφάλιση της πολιτικής της επιβίωσης, αν όχι κυριαρχίας. Η πρόσφατη δήλωση του υπουργού Εργασίας, Άδωνι Γεωργιάδη, ότι «δεν υπάρχει συζήτηση για αλλαγή του εκλογικού νόμου», ήρθε σε αντίθεση με διαρροές που θέλουν τον πρωθυπουργό να εξετάζει αυτήν την πιθανότητα. Οι διαρροές αυτές μπορεί να προέρχονται από το Μέγαρο Μαξίμου, όπου οι πολιτικοί σύμβουλοι σταθμίζουν το πολιτικό ρίσκο. 

Προηγούμενες Κυβερνήσεις χρησιμοποίησαν τον εκλογικό νόμο ως εργαλείο χειραγώγησης του πολιτικού σκηνικού. Ο ΣΥΡΙΖΑ, πριν αποχωρήσει από την εξουσία, προώθησε την απλή αναλογική για να αποτρέψει μονοκομματικές Κυβερνήσεις. Η Νέα Δημοκρατία υπό τον Μητσοτάκη, αντιθέτως, άλλαξε το πλαίσιο το 2020, εισάγοντας την ενισχυμένη αναλογική με μπόνους εδρών στο πρώτο κόμμα, καθιστώντας δυνατή την επανεκλογή της ως αυτοδύναμης Κυβέρνησης. Ωστόσο, η κατάσταση πλέον είναι πολύ διαφορετική, και ίσως κάποιες αμφιβολίες για τη σταθερότητα του κυβερνητικού σχήματος οδηγούν την Κυβέρνηση σε νέες σκέψεις. 

Γιατί, όμως, να επανεξεταστεί ο εκλογικός νόμος από μια Κυβέρνηση που μόλις εξασφάλισε την εκλογική της νίκη με το υπάρχον σύστημα; Εδώ εντοπίζονται τα βαθύτερα κίνητρα. Πρώτον, η πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα είναι ευάλωτη λόγω των πολυδιάστατων προκλήσεων που αντιμετωπίζει η χώρα, τόσο στο εσωτερικό, με τις κοινωνικές και οικονομικές πιέσεις, όσο και στο εξωτερικό, με τα γεωπολιτικά ζητήματα και τις σχέσεις με την Τουρκία. Ένα σταθερό κυβερνητικό σχήμα αποτελεί προτεραιότητα για τον Μητσοτάκη και ίσως να σκέφτεται ότι ο τωρινός εκλογικός νόμος μπορεί να μην διασφαλίσει αυτήν τη σταθερότητα σε επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις. 

Δεύτερον, η πολιτική ισχύς της Νέας Δημοκρατίας δεν είναι δεδομένη στο μέλλον. Παρά την πρόσφατη εκλογική της νίκη, η δυναμική της ελληνικής πολιτικής σκηνής αλλάζει ταχύτατα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις εσωτερικές του διαμάχες, παραμένει ισχυρός παράγοντας και νέες πολιτικές δυνάμεις ενδέχεται να εμφανιστούν. Ο εκλογικός νόμος, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα, προσφέρει ένα μπόνους εδρών στο πρώτο κόμμα, αλλά τι θα συμβεί αν η Νέα Δημοκρατία δεν καταφέρει να εξασφαλίσει σημαντική διαφορά από τον δεύτερο; Ένας εκλογικός νόμος που ευνοεί μικρότερες δυνάμεις μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα σχηματισμού Κυβέρνησης και να οδηγήσει σε παρατεταμένη πολιτική αστάθεια. 

Πηγή εικόνας: freepik / Δικαιώματα χρήσης: olgsera

Τρίτον, το κίνητρο ενδέχεται να είναι στρατηγικό. Ο Μητσοτάκης γνωρίζει ότι οι αλλαγές στον εκλογικό νόμο απαιτούν μια «μακρά ματιά» στο μέλλον. Εφόσον η Νέα Δημοκρατία κατορθώσει να διατηρήσει τα ποσοστά της, η εφαρμογή ενός πιο ενισχυμένου πλειοψηφικού συστήματος μπορεί να εγγυηθεί την επανεκλογή της ακόμα και με χαμηλότερα ποσοστά, μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο πολιτικών κραδασμών από μελλοντικά εκλογικά αποτελέσματα. 

Μπορεί οι επίσημες δηλώσεις να δείχνουν ότι δεν υπάρχει συζήτηση για αλλαγή του εκλογικού νόμου, αλλά η πραγματικότητα είναι πως η πίεση είναι υπαρκτή. Από τη μια πλευρά, ο πυρήνας της Νέας Δημοκρατίας δείχνει να στηρίζει το τωρινό σύστημα, καθώς εξασφάλισε τη νίκη του κόμματος στις εκλογές του 2023. Ωστόσο, υπάρχει μια δεύτερη ομάδα εντός του κόμματος που βλέπει με ανησυχία την αστάθεια του πολιτικού τοπίου και επιδιώκει μια πιο «ασφαλή» ρύθμιση που θα εγγυάται την πολιτική κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας στις επόμενες δεκαετίες. 

Επιπλέον, εξωτερικοί παράγοντες, όπως η ευρωπαϊκή πολιτική «σκακιέρα», ασκούν πίεση. Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή στην Ευρωζώνη και οι Ευρωπαίοι εταίροι παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις στη χώρα. Η πολιτική αστάθεια δεν είναι επιθυμητή, ιδιαίτερα σε μια εποχή που οι προκλήσεις της ενεργειακής κρίσης και της κλιματικής αλλαγής απαιτούν ισχυρές και σταθερές Κυβερνήσεις για να λάβουν δύσκολες αποφάσεις. 

Η συζήτηση για τον εκλογικό νόμο δεν τελειώνει εδώ. Αν και ο Γεωργιάδης αρνείται κατηγορηματικά ότι υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο, οι ενδείξεις είναι πολλές και δεν μπορούν να αγνοηθούν. Το ερώτημα που τίθεται είναι πότε και πώς θα προχωρήσει η κυβέρνηση σε μια τέτοια αλλαγή, αν τελικά αποφασιστεί. Σε κάθε περίπτωση, ο εκλογικός νόμος παραμένει το αιώνιο πολιτικό εργαλείο στην ελληνική πολιτική σκηνή και όποιος το κατέχει, κατέχει και το κλειδί για την επόμενη ημέρα της πολιτικής ζωής της χώρας. 

Αυτό που μένει να δούμε είναι εάν ο Μητσοτάκης, ένας πολιτικός που έχει αποδείξει την ικανότητά του να πλοηγείται σε δύσκολες και περίπλοκες πολιτικές καταστάσεις, θα κάνει την κίνηση που θα ανατρέψει τους συσχετισμούς δυνάμεων. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το θέμα του εκλογικού νόμου θα εξακολουθήσει να κρέμεται σαν «δαμόκλειος σπάθη» πάνω από την ελληνική πολιτική σκηνή, έτοιμο να αλλάξει την πορεία της χώρας για τα επόμενα χρόνια. 


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Τι σκέφτεται ο Κ. Μητσοτάκης για τον εκλογικό νόμο, Η Ναυτεμπορική, διαθέσιμο εδώ
  • Κυβέρνηση: Δεν συζητάμε αλλαγή εκλογικού νόμου – Τι είχε δηλώσει ο Γεωργιάδης, Το Βήμα, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βαΐα Σταυρίδου
Βαΐα Σταυρίδου
Γεννήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου του 2000. Αποφοίτησε από το τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ το 2022 και ολοκλήρωσε το μονοετές μεταπτυχιακό πρόγραμμα "Democracy, Citizenship, and Change" στο Dalarna University. Επιδιώκει ένα δεύτερο μεταπτυχιακό στη Διακυβέρνηση και Περιφερειακή Ανάπτυξη στο ΑΠΘ. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν τη δημόσια διοίκηση και τις δημόσιες πολιτικές. Στον ελεύθερο χρόνο της, αγαπά να διαβάζει ποίηση και να μαθαίνει νέες γλώσσες.