13.6 C
Athens
Τετάρτη, 11 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ ποινική προστασία του περιβάλλοντος (Μέρος Α')

Η ποινική προστασία του περιβάλλοντος (Μέρος Α’)


Της Ελένης Κάζου,

Η προστασία του περιβάλλοντος στο Ελληνικό Δίκαιο εντοπίζεται σε διάσπαρτες διατάξεις νόμων, χωρίς, ωστόσο, να υπάρχει ένα ενιαίο νομοθέτημα που να καλύπτει συνολικά την προστασία του σε κάθε έκφανσή του. Με αυτόν τον τρόπο, καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολο το έργο ελέγχου και προσέγγισης, καθώς και πλήρους εποπτείας του συνόλου της ύλης αυτού, δεδομένης και της διαπλοκής των διαφόρων κανόνων δικαίου στον χώρο αυτόν.

Η πρώτη ουσιαστική νομική προστασία του περιβάλλοντος συντελέστηκε με το άρθρο 24 του Συντάγματος του 1975. Μέχρι τη θέσπισή του, αντίστοιχες διατάξεις απαντώντο μόνο στο επίπεδο της κοινής νομοθεσίας και δεν προσφερόταν ένα συνολικό και συνεκτικό πλέγμα ρυθμίσεων για την προστασία των περιβαλλοντικών αγαθών. Με το άρθρο 24 του Συντάγματος, το οποίο ενσωματώθηκε στην ενότητα του Συντάγματος για τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, εισήχθησαν για πρώτη φορά διατάξεις για την προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος (παράγραφοι 1,6), η οποία προστασία αναγνωρίστηκε ως υποχρέωση του κράτους. Το κράτος οφείλει να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή καταστατικά μέτρα για τη διαφύλαξη του περιβάλλοντος.

Στη συνέχεια, ακολούθησε ο Ν. 1650/1986, η θέσπιση του οποίου αποτελεί τη σημαντικότερη μέχρι σήμερα προσπάθεια συστηματικής κι εν μέρει συνολικής νομοθετικής ρύθμισης για την προστασία του περιβάλλοντος. Μέσω αυτού καθιερώνεται για πρώτη φορά η γενική ποινική προστασία του περιβάλλοντος, η οποία κρίθηκε αναγκαία και αναπόφευκτη. Η κεντρική και πιο καθοριστική ποινική διάταξη είναι αυτή του άρθρου 28 του Ν 1650/1986. Η σημερινή μορφή της διάταξης αυτής άντλησε έντονη επιρροή από τον Ν 4042/2012 «για την ποινική προστασία του περιβάλλοντος μέσω της εναρμόνισης με την οδηγία 2008/99/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Νοεμβρίου 2008». Με την ανωτέρω οδηγία, επιδιώχθηκε η καθιέρωση ενός ενιαίου ελαχίστου πλαισίου ποινικής προστασίας για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω του οποίου να είναι εφικτή η αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος κι η πάταξη του περιβαλλοντικού εγκλήματος.

Σε ό,τι αφορά το προστατευόμενο έννομο αγαθό, έχουν υποστηριχθεί δύο απόψεις. Σύμφωνα με την πρώτη, η προστασία του περιβάλλοντος αποσκοπεί αποκλειστικά στην προστασία των έννομων αγαθών του ανθρώπου, όπως η ζωή, η υγεία κι άλλα. Σύμφωνα, ωστόσο, με τη δεύτερη άποψη, το περιβάλλον προστατεύεται ως αυτοτελές, κύριο, υπερατομικό πρωτογενές κι αυθύπαρκτο έννομο αγαθό. Η άποψη αυτή απηχεί και στη διάταξη του άρθρου 28 Ν 1650/1986: Η ρύπανση ή υποβάθμιση του περιβάλλοντος τιμωρείται κι αυτοτελώς βάσει αυτής, χωρίς να χρειάζεται να συντρέχει κάποιο άλλο στοιχείο. Η δεύτερη άποψη κρίνεται ορθότερη. Παρόλα αυτά, δεν πρέπει να αγνοήσει κανείς την επίδραση του περιβάλλοντος στον άνθρωπο, την υγεία και την ποιότητα ζωής του. Το περιβάλλον είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τον άνθρωπο. Ειδάλλως, υποβαθμίζεται η αξία του ως αυτοτελές έννομο αγαθό.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: fateme shahabi

Η διάταξη αυτή του άρθρου 28 Ν. 1650/1986 έχει εγείρει ζητήματα συνταγματικότητας, καθώς εμφανίζεται ως λευκός ποινικός νόμος. Ειδικότερα, κατά την πρώτη εφαρμογή της διάταξης, δεν προσδιορίζονταν με ακρίβεια τα στοιχεία του εγκλήματος σε βάρος του περιβάλλοντος. Ο καθορισμός των ακριβών στοιχείων γινόταν με παραπομπή σε άλλες διατάξεις του νόμου ή ακόμη και σε κανονιστικές διοικητικές πράξεις. Με το άρθρο 6 παρ.1 του Ν 4042/2012 διευρύνθηκαν τα όρια εφαρμογής του άρθρου 28 και πέραν τούτου. Η ισχύς του, πλέον, θα επεκτεινόταν και σε άλλα νομοθετήματα και κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί ή εκδίδονται κατά εξουσιοδότηση του Ν. 1650/1986 (όπως είναι ενδεικτικά οι Ν. 3199/2003, Ν 3937/2011 και Ν. 4014/2011)

Το αδίκημα που τυποποιείται στο άρθρο 28 παρ.2 του Ν 1650/1986 είναι η πρόκληση ρύπανσης ή υποβάθμισης του περιβάλλοντος. Πρόκειται για έγκλημα κοινό (δράστης μπορεί να είναι ο καθένας), το οποίο δύναται να τελεστεί και δια παραλείψεως σε περίπτωση που συντρέχουν οι όροι του 15 ΠΚ. Κατά την κρατούσα άποψη αποτελεί έγκλημα διακινδύνευσης (κι όχι έγκλημα βλάβης). Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, ως ρύπανση ορίζεται η παρουσία στο περιβάλλον ρύπων, δηλαδή κάθε είδους ουσιών, θορύβου, ακτινοβολίας ή άλλων μορφών ενέργειας, σε ποσότητα, συγκέντρωση ή διάρκεια που μπορούν να προκαλέσουν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία, στους ζωντανούς οργανισμούς και στα οικοσυστήματα, ή υλικές ζημίες και γενικά να καταστήσουν το περιβάλλον ακατάλληλο για τις επιθυμητές χρήσεις του. Υποβάθμιση νοείται η πρόκληση από ανθρώπινες δραστηριότητες ρύπανσης ή οποιασδήποτε άλλης μεταβολής στο περιβάλλον, η οποία είναι πιθανό να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην οικολογική ισορροπία, στην ποιότητα ζωής και στην υγεία των κατοίκων, στην ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά και στις αισθητικές αξίες.

Παράλληλα, στην παράγραφο 3 του άρθρου 28 Ν 1650/1986 τυποποιούνται οι διακεκριμένες μορφές του εγκλήματος. Ειδικότερα, αποτελεί επιβαρυντική περίσταση η περίπτωση κατά την οποία δράστης σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του ή άλλον οικονομικό ή άλλο υλικό όφελος (έγκλημα υπερχειλούς υποκειμενικής υπόστασης). Κρίθηκε πως η ρύπανση κι η υποβάθμιση του περιβάλλοντος ως πρακτική έχει συνδεθεί με το οικονομικό όφελος κι αποτελεί μια ιδιαίτερα προσοδοφόρα δραστηριότητα. Δεύτερη διακεκριμένη μορφή αποτελεί η δημιουργία κινδύνου σοβαρής ή ευρείας ρύπανσης ή υποβάθμισης ή σοβαρής ή ευρείας οικολογικής και περιβαλλοντικής διατάραξης ή καταστροφής η οποία εισήχθη για πρώτη φορά με τον Ν 4042/2012. Ως κριτήριο για τον προσδιορισμό του σοβαρού κινδύνου χρησιμοποιούνται το είδος ή η ποσότητα των ρύπων, καθώς επίσης κι η έκταση ή η σημασία της υποβάθμισης.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: David Alberto Carmona Coto

Η επόμενη επιβαρυντική μορφή του αδικήματος αποτελεί ένα κοινώς επικίνδυνο έγκλημα, δια της διακινδυνεύσεως της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της υγείας του ανθρώπου κ.ά. Πρόκειται για αδίκημα αφηρημένα-συγκεκριμένης διακινδύνευσης ή άλλως δυνητικής διακινδύνευσης (κατά άλλους συγκεκριμένης διακινδύνευσης) της ζωής ή της υγείας αόριστου αριθμού ανθρώπων. Τέλος, ακολουθεί μια διακεκριμένη μορφή η οποία συνίσταται σε έγκλημα εκ του αποτελέσματος, στο οποίο η επέλευση (κι όχι ο κίνδυνος επέλευσης) σοβαρής ή ευρείας ρύπανσης ή υποβάθμισης ή η σοβαρή ή ευρεία οικολογική και περιβαλλοντική διατάραξη ή καταστροφή, επιτείνει περαιτέρω το πλαίσιο της απειλούμενης ποινής (κάθειρξη ή χρηματική ποινή 150.000 έως και 500.000 ευρώ). Η ίδια ποινή απειλείται και στην περίπτωση θανάτου, βαριάς σωματικής ή διανοητικής πάθησης σε άνθρωπο ή έμβρυο. Ως προς τη βασική μορφή του εγκλήματος απαιτείται δόλος (οποιαδήποτε βαθμού) ενώ το περαιτέρω αποτέλεσμα καλύπτεται από το άρθρο 29 ΠΚ.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Λάμπρος Μαργαρίτης / Χρήστος Ν. Σατλάνης, Ειδικοί Ποινικοί Νόμοι, Νομική Βιβλιοθήκη, 2022.
  • Γεωργία Γιαννακούρου, Άρθρο 24: Προστασία του περιβάλλοντος, syntagmawatch.gr. Διαθέσιμο εδώ.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ελένη Κάζου
Ελένη Κάζου
Γεννήθηκε το 2003 στην Καβάλα. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την εμβάθυνση και εξειδίκευση σε σύγχρονα ζητήματα του ουσιαστικού και δικονομικού ποινικού δικαίου. Ομιλεί άπταιστα την Αγγλική και πολύ καλά τη Γερμανική γλώσσα. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με το σκάκι, την εκμάθηση ξένων γλωσσών, τα ταξίδια και την μουσική