Του Κωνσταντίνου Κατσούλα,
Από τον 7ο αιώνα και έπειτα, στην ανατολική Ευρώπη, από την αχανή στέπα μέχρι τους πρόποδες των Άλπεων και τον Έλβα ποταμό, οι Σλάβοι επεκτάθηκαν και κυριάρχησαν, καταλαμβάνοντας και εποικίζοντας ευρύτατες περιοχές, στις οποίες νωρίτερα κατοικούσαν γερμανικά και ασιατικά φύλα, αλλά και ελληνόφωνοι ή λατινόφωνοι, κυρίως στη Βαλκανική. Η επαφή τους με τους πληθυσμούς των περιοχών εγκατάστασής τους επηρέασε τον πολιτισμό τους, ενώ τους ώθησε να εγκαταλείψουν τις παγανιστικές δοξασίες τους και σταδιακά να ασπαστούν τον Χριστιανισμό. Στις επόμενες παραγράφους θα γίνει εκτενής λόγος για τα ορόσημα του εκχριστιανισμού των σλαβικών λαών, καθώς και για τη διένεξη μεταξύ της Ορθόδοξης και της Καθολικής Εκκλησίας.
Το πρώτο σλαβικό κράτος που μεταστράφηκε στον χριστιανισμό ήταν η Μεγάλη Μοραβία. Η Μεγάλη Μοραβία ήταν ένα κράτος το οποίο περιλάμβανε περιοχές της κεντρικής Ευρώπης όπως η Τσεχία και η Σλοβακία, και δέχθηκε από νωρίς ιεραποστόλους τόσο από τους Φράγκους όσο και από τους Βυζαντινούς. Ενώ από τον 7ο αιώνα υπήρξαν περιστασιακές ιεραποστολές με περιορισμένα αποτελέσματα, σημασία απέκτησε η μεταστροφή του ηγέτη της Μοραβίας, Μοϊμίρ Α΄ στον Ρωμαιοκαθολικό Χριστιανισμό. Ωστόσο, λόγω εσωτερικών ερίδων αντικαταστάθηκε από τον Ραστισλάβο, ο οποίος διατηρούσε καλύτερες σχέσεις με τους Βυζαντινούς και ήταν Ορθόδοξος.
Ο Ραστισλάβος εν έτει 862 ζήτησε από τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ να του αποσταλούν Βυζαντινοί ιερείς, ώστε να εκχριστιανιστεί το βασίλειό του, καθώς ως τη στιγμή εκείνη ο Χριστιανισμός δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στη Μοραβία, ενώ υπήρχαν αρκετά ειδωλολατρικά στοιχεία στη λατρεία των χριστιανών Μοραβών. Ο Αυτοκράτορας έστειλε στη Μοραβία τους αδερφούς Κύριλλο και Μεθόδιο, οι οποίοι και μετέβησαν στη Μοραβία για να ξεκινήσουν το ιεραποστολικό τους έργο. Οι δύο αδερφοί πήραν την απόφαση να μεταφράσουν στη σλαβική γλώσσα τα Ευαγγέλια και άλλα θρησκευτικά βιβλία, ώστε να τα καταστήσουν πιο προσιτά στους Σλάβους. Μάλιστα, για να αποτυπώσουν κατάλληλα τη σλαβική γλώσσα, δημιούργησαν ένα καινούριο αλφάβητο, το γλαγολιτικό, από το οποίο προέρχεται το κυριλλικό, το οποίο χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα σε πολλές σλαβικές χώρες. Το αλφάβητο αυτό αποτύπωνε τις φωνολογικές της σλαβικής και χρησιμοποιήθηκε άμεσα στη νέα, ανεξάρτητη σλαβική εκκλησία. Ωστόσο, οι Φράγκοι και ο Πάπας εξοργίστηκαν από τα μέσα τα οποία χρησιμοποίησαν τα δύο αδέρφια για τον εκχριστιανισμό της Μοραβίας, καθώς η μέχρι τότε επικρατούσα άποψη ήταν πως οι Άγιες Γραφές έπρεπε να διαβάζονται και να γράφονται μόνο σε τρεις γλώσσες: την εβραϊκή, τη λατινική και την ελληνική.
Την ίδια περίπου χρονική περίοδο έλαβε χώρα και ο εκσυγχρονισμός της Βουλγαρίας. Την πρωτοβουλία έλαβε ο βασιλιάς Βόρις (ή Μπόρις), ο οποίος διαπραγματεύθηκε τη μεταστροφή της χώρας του στην Ορθοδοξία ή στον Καθολικισμό, προσδοκώντας πολιτικά οφέλη τόσο από την Κωνσταντινούπολη όσο και από την Ρώμη. Αρχικά, ιεραποστολή καθοδηγούμενη από τον Πατριάρχη Φώτιο έφτασε στην Βουλγαρία και βάπτισε στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό τον βασιλιά, την οικογένειά του και αρκετούς υψηλόβαθμους αξιωματούχους. Ο Βόρις, όμως, ήθελε η χώρα του να αποκτήσει αυτοκέφαλη Εκκλησία, αξίωση την οποία τότε οι Βυζαντινοί απέρριπταν, με αποτέλεσμα να στραφεί στον Πάπα, ζητώντας πλέον να ενταχθεί η χώρα του στον Καθολικισμό. Ωστόσο, η απαίτησή του να ορίσει Βούλγαρο αρχιεπίσκοπο απορρίφθηκε και από τον Πάπα. Λίγα χρόνια αργότερα, αφού ο πιο διαλλακτικός Βασίλειος Α΄ έγινε Αυτοκράτορας, διεξήχθη μια εκκλησιαστική σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη (870), στην οποία αποφασίστηκε η Βουλγαρία να ενταχθεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία, ως αυτοκέφαλη όμως εκκλησία με δικό της αρχιεπίσκοπο. Μαζί με την μεταστροφή στη Ορθοδοξία, η Βουλγαρία έλαβε και το Γλαγολιτικό αλφάβητο που είχε δημιουργήσει ο Κύριλλος και ο Μεθόδιος λίγα χρόνια νωρίτερα.
Η Σερβία, όντας για αιώνες στο μεταίχμιο μεταξύ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και των Φράγκων, αμφιταλαντευόταν μεταξύ των δύο μεγάλων Εκκλησιών, ενώ σημαντικό τμήμα των Σέρβων παρέμενε προσκολλημένο στις παγανιστικές δοξασίες. Επί Βασιλείου Α΄ στάλθηκαν πρεσβείες προκειμένου να κρατηθεί στην δικαιοδοσία του Πατριαρχείου η Σερβική εκκλησία, οι οποίες και πέτυχαν τον σκοπό τους καθώς ο πρίγκηπας Μούτιμιρ της Σερβίας επέλεξε να μείνει πιστός στο Πατριαρχείο, ενώ ίδρυσε και την επισκοπή της Ρασκίας και Πριζρένης (στο σημερινό Μαυροβούνιο και Κόσοβο). Αντίθετα, οι Κροάτες λίγα χρόνια αργότερα, με τον βασιλιά Τόμισλαβ, έμειναν προσκολλημένοι στον Ποντίφικα της Ρώμης, ενώ το 925 έλαβε χώρα η πρώτη εκκλησιαστική σύνοδος σε κροατικό έδαφος, στο παραθαλάσσιο Σπλιτ.
Παρά τη γειτνίασή της με τη Μοραβία, ο εκχριστιανισμός της Βοημίας (δυτική Τσεχία) έλαβε χώρα με πιο αργούς ρυθμούς. Ο δούκας της Βοημίας βαπτίστηκε το 884, ενώ το 895 η Βοημία εντάχθηκε επίσημα στον δυτικό Χριστιανισμό. Ο εκχριστιανισμός της Βοημίας προχώρησε τον επόμενο αιώνα, με τη συμμετοχή πολλών επιφανών προσωπικοτήτων, όπως η σύζυγος του δούκα, Αγία Λουντμίλα και ο εγγονός τους, Βενσεσλάβος. Αργότερα, η Βοημία προσάρτησε τη Μοραβία και την οδήγησε στην υιοθέτηση του Ρωμαιοκαθολικισμού.
Η ανιψιά του Βενσεσλάβου, Ντομπράβα της Βοημίας, παντρεύτηκε τον βασιλιά της Πολωνίας Μιέζσκο. Ο Μιέζσκο, ίσως και υπό την επιρροή της συζύγου του, αποφάσισε να βαπτιστεί χριστιανός και να πείσει την\ βασιλική αυλή να τον ακολουθήσει. Στις 14 Απριλίου 966 έλαβε χώρα η βάπτισή τους, σε μια τελετή η οποία έμεινε γνωστή ως «η Βάπτιση της Πολωνίας», καθώς βοήθησε ιδιαίτερα στη διάδοση του Χριστιανισμού στον λαό της Πολωνίας, ο οποίος ως τότε παρέμενε προσκολλημένος στα παγανιστικά ήθη και έθιμα. Η πρώτη αρχιεπισκοπή δημιουργήθηκε στην Πολωνία στο Γκνιέζνο, το 1000.
Από όλους τους Πολωνούς, οι κάτοικοι της Πομερανίας (σήμερα Βορειοδυτική Πολωνία και Βορειοανατολική Γερμανία) ήταν αυτοί οι οποίοι αντιστάθηκαν περισσότερο στην επέκταση του Χριστιανισμού. Ο γιος του Μιέζσκο, Βολεσλάβος, προσπάθησε να δημιουργήσει μια επισκοπή στην Πομερανία το 1000, παράλληλα με τη δημιουργία της πολωνικής αρχιεπισκοπής, ωστόσο γνώρισε παταγώδη αποτυχία, καθώς οι ιθαγενείς εξεγέρθηκαν και την κατέστρεψαν το 1005. Ο μόνος που κατάφερε να πείσει τους Πομερανούς να εκχριστιανιστούν, ήταν ο Όττο, λεγάτος του Πάπα. Η πρώτη του επίσκεψη στην Πομερανία συνέβη το 1124, και κατάφερε, κάνοντας μια επίδειξη κύρους στις περιοχές από τις οποίες περνούσε και προσεταιριζόμενος τους ντόπιους με δώρα, να τους πείσει να γίνουν Χριστιανοί. Τελικά, οι ευγενείς της περιοχής επικύρωσαν τον εκχριστιανισμό τους σε σύνοδο που έλαβε χώρα το 1128.
Ιδιαίτερη μνεία αρμόζει στη βάπτιση των Ρώσων. Ενώ και ο πατριάρχης Φώτιος ο Μέγας είχε προσπαθήσει με περιορισμένη επιτυχία να εκχριστιανίσει τους Ρώσους στα μέσα του 9ου αιώνα, οι βασιλείς της Ρωσίας του Κιέβου αρνήθηκαν να αποκολληθούν από την ειδωλολατρία. Όλα αυτά άλλαξαν όταν έγινε βασιλιάς ο Βλαδίμηρος. Ο Βλαδίμηρος κατέλαβε κάποια στιγμή της δεκαετίας του 980 τη Χερσώνα, Βυζαντινή πόλη της Κριμαίας. Στη συνέχεια συμφωνήθηκε ειρήνη και συμμαχία με τους Βυζαντινούς, ενώ ο Βλαδίμηρος έλαβε ως σύζυγό του την αδελφή του Αυτοκράτορα Βασιλείου Β΄, την Άννα την Πορφυρογέννητη. Για να διεξαχθεί ο γάμος, ο Βλαδίμηρος αποφάσισε να βαπτιστεί χριστιανός, ενώ πίστεψε πως ο γάμος αυτός θα δώσει ιδιαίτερο κύρος και στον ίδιο και στο κράτος του.
Ο Βλαδίμηρος επέστρεψε στο Κίεβο, πρωτεύουσα τότε της Ρωσίας, σε θριαμβευτικό κλίμα, και ξεκίνησε τη μαζική βάπτιση των Ρώσων. Οι Ρώσοι βαπτίστηκαν μαζικά στις όχθες του Δνείπερου, ενώ ως ανάμνηση του γεγονότος ο Βλαδίμηρος έχτισε την εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου στο Κίεβο, όπου και ετάφη η σύζυγός του μετά τον θάνατό της. Έκτοτε οι Ρώσοι ασπάστηκαν την Ορθοδοξία, η οποία έγινε – μαζί με τις βυζαντινές επιρροές στον πολιτισμό της χώρας – αναπόσπαστο τμήμα της ρωσικής εθνικής και πολιτισμικής ταυτότητας.
Ο εκχριστιανισμός των Σλάβων υπήρξε κομβικής σημασίας για την Ευρώπη, καθώς οι πολυπληθείς σλαβικοί λαοί έγιναν, με τη μεταστροφή τους στο Χριστιανισμό, αναπόσπαστο τμήμα του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Βέβαια, η εξέλιξη αυτή συνοδεύτηκε με τις έριδες, τις οποίες έφερε αναπόφευκτα ο διχασμός μεταξύ της Ρωμαιοκαθολικής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, οι οποίες και ταλαιπώρησαν τους ίδιους τους Σλάβους, αλλά και την Ευρώπη γενικότερα, τους επόμενους αιώνες. Σήμερα ο χριστιανισμός είναι καθιερωμένος ως βασικό στοιχείο του πολιτισμού των επιμέρους σλαβικών εθνών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Thomas John Drobena (1979), Heritage of the Slavs: The christianization of the Slavs and the great Moravian Empire: A history of political and religious events A.D. 800-899… the biographies of Constantine and Methodius, Έκδοση Kosovo Pub. Co