17 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΥπόθεση Πελικό και ειδικότερα ζητήματα γενετήσιων εγκλημάτων

Υπόθεση Πελικό και ειδικότερα ζητήματα γενετήσιων εγκλημάτων


Της Βασιλικής Χαραλάμπους,

Τις τελευταίες ημέρες σοκ έχει προκαλέσει σε παγκόσμιο επίπεδο η υπόθεση της Ζιζέλ Πελικό. Ο 71χρονος σύζυγος της Ζιζέλ κατηγορείται ότι επί μία δεκαετία τη νάρκωνε και καλούσε άγνωστες άνδρες στο σπίτι τους για να την βιάζουν, κατόπιν επικοινωνίας μέσω κοινωνικών δικτύων. Ο Ντομινίκ Πελικό κατηγορείται μαζί με ακόμη 50 άνδρες για τις αποτρόπαιες και φρικιαστικές ενέργειές τους πάνω στο θύμα, ενώ μάλιστα βιντεοσκοπούσε και κρατούσε υλικό από τις συνευρέσεις. Ο ίδιος ήταν παρών και παρακολουθούσε τα εγκλήματα να ξεδιπλώνονται μπροστά στα μάτια του, εγκλήματα τα οποία ο ίδιος φέρεται να είχε παρακινήσει και αποδεχτεί.

Η ίδια η Ζιζέλ αναφέρει χαρακτηριστικά: «Σκηνές βαρβαρότητας, βιασμοί, αναρωτιέμαι πώς άντεξα» είπε στο Δικαστήριο, προσθέτοντας ότι «την θυσίασαν στον βωμό της διαστροφής». Τα ανωτέρω διαδραματίστηκαν σε γαλλικό έδαφος και η ελληνική νομολογία όμως φαίνεται να έχει αντιμετωπίσει αντίστοιχα περιστατικά ακραίας βιαιότητας απέναντι σε θύματα-συντρόφους των κατηγορουμένων. Στο επίκεντρο αυτών των εγκλημάτων μονίμως ανεγείρεται το ζήτημα της συναίνεσης. Στην περίπτωση της υπόθεσης Πελικό είναι βέβαιο ότι συναίνεση δεν ήταν δυνατό να υπάρξει, καθώς η παθούσα ήταν υπό καθεστώς νάρκωσης. Τι σημαίνει όμως η συναίνεση στον βιασμό όταν αυτή κείτεται σε οριακές περιπτώσεις και ποια είναι εν τέλει τα όριά της;

Κατά τη διάταξη του άρθρου 336 παρ. 1 του νέου ΠΚ: «Όποιος με σωματική βία ή με απειλή σοβαρού και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας εξαναγκάζει άλλον σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών». Γενετήσια πράξη είναι η συνουσία και οι ίσης βαρύτητας με αυτήν πράξεις. Αν η πράξη της παρ. 1 έγινε από δύο ή περισσότερους δράστες που ενεργούσαν από κοινού ή είχε ως συνέπεια τον θάνατο του παθόντος ή αν ο παθών είναι ανήλικος, επιβάλλεται ισόβια κάθειρξη. Όποιος, εκτός από την περίπτωση της παρ. 1, τελεί γενετήσια πράξη χωρίς τη συναίνεση του παθόντος, τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη.

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα χρήσης: congerdesign

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, για την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος του βιασμού, απαιτείται: α) η μη συναίνεση του παθόντος, η οποία μετά τις νέες αλλαγές του Κώδικα προστέθηκε στο εν θέματι άρθρο, β) ο εξαναγκασμός κάποιου, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας, σε επιχείρηση ή σε ανοχή γενετήσιας πράξης και γ) ο εξαναγκασμός αυτός να γίνεται με σωματική βία ή με απειλή σοβαρού και άμεσου κινδύνου. «Σωματική βία είναι η φυσική δύναμη, η οποία δεν μπορεί να αποκρουσθεί και η οποία επιδρώντας στο σώμα του παθόντος, αναγκάζει αυτόν να υποστεί παρά τη θέλησή του σαρκική μείξη ή να ανεχθεί ή να επιχειρήσει γενετήσια πράξη, ενώ απειλή βίας είναι κάθε απειλή άμεσου και σοβαρού κινδύνου που στρέφεται κατά του σώματος, της ζωής ή άλλου ουσιώδους δικαιώματος του υφισταμένου την απειλή βίας και που μπορεί να εμποιήσει στον απειλούμενο φόβο περί επικείμενου κινδύνου κατ’ αυτού».

Για την ύπαρξη του εξαναγκασμού δεν απαιτείται απαραίτητα το θύμα να αντιστάθηκε ενεργά, αλλά αρκεί ότι η γενετήσια πράξη τελείται παρά την αντίθετη βούληση του, που εξωτερικεύτηκε και έγινε εμφανής στο δράστη με οποιονδήποτε τρόπο. Υπάρχει λοιπόν βιασμός και όταν το θύμα λόγω των εντόνων αισθημάτων φόβου και αιφνιδιασμού που νιώθει τη στιγμή της πράξεως θεώρησε την αντίστασή του ανέφικτη η μάταιη. Η ελληνική έννομη τάξη ωστόσο δεν είναι η μόνη που προσπάθησε να ερμηνεύσει το περιεχόμενου του όρου της συναίνεσης.

Άξιο μνείας είναι ιδιαιτέρως το καναδικό μοντέλο συναίνεσης , που ήταν αρκετά πρωτοποριακό για τη εποχή του και το οποίο συνοψίζεται στο απλό και λιτό «Το όχι σημαίνει όχι» (“non c’ est non”). Η διάταξη του καναδικού Ποινικού Κώδικα όριζε ότι «…η συναίνεση συνιστά τη σύμφωνη γνώμη του καταγγέλλοντος για σεξουαλική δραστηριότητα», θέτοντας στο επίκεντρο των αδικημάτων γενετήσιας ελευθερίας την βούληση του παθόντος, με κατεύθυνση προς την θετική έκφραση της συναίνεσης, ήτοι η απραγία σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να μεταφραστεί σε συναίνεση. Στο άρθρο του τωρινού καναδικού Ποινικού Κώδικα, η ανωτέρω διάταξη ισχύει σχεδόν αυτούσια, με την προσθήκη ότι επουδενί η συναίνεση του θύματος στη σεξουαλική πράξη δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την υπεράσπισή του, όταν αυτή του η πεποίθηση προήλθε από ενέργειες που προκάλεσαν εσκεμμένα μέθη ή σημαντική μείωση της συνείδησης του παθόντος.

Πηγή εικόνας: istock.com / Δικαιώματα χρήσης: asiandelight

Ακόμη πιο οριοθετημένες φαίνεται να είναι οι περιπτώσεις στον Γερμανικό Ποινικό Κώδικα, όπου μετά την κύρωση της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, το εν θέματι άρθρο του Κώδικα, χαρακτηριστικά στην παράγραφο 2 του άρθρου 177 αποκλείει την συναίνεση όταν το θύμα βρίσκεται σε αδυναμία εξωτερίκευσης της βούλησής του, πχ ύπνος, μέθη, νάρκωση, ψυχική νόσος, ενώ δημιουργείται και διακεκριμένη παραλλαγή του εγκλήματος στην περίπτωση που ο δράστης εκμεταλλευθεί θύμα με αναπηρία ή ασθένεια. Ομοίως με την ελληνική διάταξη, και η γερμανική κινείται γύρω από την έλλειψη της συναίνεσης, που αποτελεί και τον καθοριστικό παράγοντα για την τιμώρηση του δράστη, σε κάθε περίπτωση όμως ο γερμανικός κώδικας προσπαθεί να συμπεριλάβει στις διατάξεις του κάθε πιθανό σενάριο έλλειψης συναίνεσης περιορίζοντας τις παρερμηνείες.

Τέλος, μείζονα ρόλο διαδραματίζει το ζήτημα της συναίνεσης και στον βρετανικό Ποινικό Κώδικα, με το αντίστοιχο μοντέλο να συνοψίζεται αυτή τη φορά στην φράση «το ναι σημαίνει ναι» (“yes means yes”). Ο βρετανός νομοθέτης, σε αντίθεση με τις έννομες τάξεις που ακολουθούν το ηπειρωτικό δίκαιο, αφιέρωσε τρεις παραγράφους στην ερμηνεία του όρου της συναίνεσης, παραθέτοντας μάλιστα και τεκμήρια που καθιστούν την ύπαρξη του όρου ισχυρή ή μη. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, σύμφωνα με το οικείο άρθρο, «ένα άτομο συναινεί εάν συμφωνήσει από επιλογή και έχει την ελευθερία και την ικανότητα να κάνει αυτή την επιλογή», ενώ ως μαχητά τεκμήρια της συναίνεσης ενδεικτικώς αναφέρονται: α) ότι ο κατηγορούμενος τέλεσε τη σχετική πράξη, β) ότι συντρέχει οποιαδήποτε από τις περιστάσεις που ορίζονται στην υποενότητα 2 και γ) ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι συνέτρεχαν οι εν λόγω περιστάσεις. Στο βρετανικό λοιπόν νομικό σύστημα, μόνο το ναι σημαίνει ναι, ενώ σε κάθε άλλη περίπτωση που τούτο τίθεται υπό αμφισβήτηση, δημιουργείται μαχητό τεκμήριο και ο δράστης θεωρείται αξιόποινος.

Δυστυχώς όμως, παρά τις προσπάθειες οριοθέτησης ενός τόσο δύσκολου ζητήματος, τα στατιστικά της Διεθνούς Αμνηστίας είναι ιδιαίτερα αποκαρδιωτικά, όχι μόνο σε ελληνικό αλλά και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Ναι μεν οι αλλαγές του Ελληνικού Ποινικού Κώδικα επέφεραν ριζικές μεταρρυθμίσεις στον χώρο των γενετήσιων εγκλημάτων, ο όρος όμως της συναίνεσης —αν και προστέθηκε— συνεχίζει να δημιουργεί ανασφάλεια δικαίου, κυρίως λόγω του ότι —σε αντίθεση με άλλες έννομες τάξεις— υπάρχει ακόμη αδυναμία ακριβούς προσδιορισμού των συμπεριφορών που υπάγονται στην νέα διάταξη, ιδίως στην περίπτωση, όπως εν προκειμένω, που δεν έχει πλήρως εξακριβωθεί ποιες ενέργειες (ή μη) την προσδιορίζουν, καθώς ακόμη φαίνεται να είναι υπερβολικά ευρεία.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Το σεξ χωρίς συναίνεση είναι βιασμός, amnesty.gr. Διαθέσιμο εδώ.
  • Υπόθεση Ζιζέλ Πελικό: “Μετανιώνω για τις πράξεις μου” λέει τώρα ο “μιμητής” του Ντομινίκ Πελικό, tanea.gr. Διαθέσιμο εδώ.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βασιλική Χαραλάμπους
Βασιλική Χαραλάμπους
Είναι επί πτυχίω φοιτήτρια της Νομικής Σχολής Αθηνών. Θα ήθελε να ασχοληθεί με τη μάχιμη δικηγορία και βρίσκει ιδιαίτερα ενδιαφέροντα τον τομέα του ποινικού δικαίου. Στον ελεύθερό της χρόνο της αρέσει πολύ να διαβάζει βιβλία Ψυχολογίας και Φιλοσοφίας, ενώ έχει και μια ιδιαίτερη αδυναμία στον Φρόυντ και τον Ντοστογιέφσκι. Μιλάει αγγλικά, γερμανικά και λίγα ισπανικά.