Της Μαρίας Κουλούρη,
Πριν από περίπου δέκα μέρες ξεκίνησε η νέα σχολική χρονιά, με τα γνωστά, διαρκή και ανεπίλυτα προβλήματα της παιδείας να υφίστανται για ακόμα μια φορά. Μαθητές της Γ’Λυκείου αναγκάζονται να «μεταναστεύουν» σε άλλα σχολεία, καθώς «είναι λίγοι σε αριθμό», ώστε να συγκροτούν τμήμα στο δικό τους σχολείο, το οποίο παρουσιάζει πολλά κενά σε καθηγητές. Ναι, και πάλι τα κενά των εκπαιδευτικών αποτελούν τεράστιο πρόβλημα, παρά τον μεγάλο αριθμό αδιόριστων εκπαιδευτικών, τα οποία δημιουργούνται είτε από την ολιγωρία των διαδικασιών του δημοσίου είτε από τα υψηλά ενοίκια των οικιών, που αδυνατούν να υποστηρίξουν οικονομικά οι εκπαιδευτικοί. Ίσως η λίστα αυτών των προβλημάτων να μοιάζει ατελείωτη…
Ας εστιάσουμε, όμως, σε ένα πρόβλημα που η κοινωνία σιωπηλά και υποσυνείδητα έχει αποδεχθεί: την κατάσταση των κτιρίων των σχολικών μονάδων της Ελλάδας. Η κατάσταση των περισσότερων σχολείων της χώρας κρίνεται μάλλον προβληματική. Οι φθορές τους είτε λόγω παλαιότητας είτε λόγω έλλειψης συντήρησης είναι πολυάριθμες και, θα μπορούσαμε να πούμε, πως καθιστούν αυτούς τους χώρους από δυσάρεστους έως και —σε μερικές περιπτώσεις— επικίνδυνους. Τέτοιες φθορές βλέπουμε συχνά με τοίχους που έχουν πεσμένους σοβάδες και των οποίων αποκαλύπτεται το εσωτερικό, με σπασμένες πόρτες με χαλασμένους μεντεσέδες, τρύπες στην επιφάνειά τους ή ακόμα και σκουριά (για πόρτες εξωτερικού χώρου), παράθυρα με ραγισμένα τζάμια που παρουσιάζουν δυσκολία στο άνοιγμα, ξεθωριασμένα χρώματα σε εσωτερικούς και εξωτερικούς τοίχους, χαλασμένες βρύσες σε εξωτερικούς χώρους και τουαλέτες, θρανία και καρέκλες με φθαρμένες επιφάνειες κ.ά. Παρόλο που μπορεί όλα αυτά να ακούγονται πολλά, αποτελούν —δυστυχώς— μια πραγματικότητα.
Βέβαια, κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει πως αυτές οι φθορές είναι δικαιολογημένες, αφού η πλειονότητα αυτών των κτιρίων έχει αναγερθεί πριν από περίπου μισό αιώνα, επομένως η φυσική φθορά είναι επόμενο πως θα έκανε την εμφάνισή της. Το ζήτημα είναι, όμως, αφού αυτή η συνθήκη θεωρείται δεδομένη, γιατί δεν πραγματοποιούνται οι απαραίτητες συντηρήσεις; Και δεν νομίζω πως τίθεται θέμα κόστους, προσωπικού ή χρόνου, όπως συχνά ακούμε να ισχυρίζονται αρμόδιοι φορείς. Η κακή κατάσταση των σχολικών μονάδων αποτελεί χρόνιο πρόβλημα, δεν προέκυψε ξαφνικά από τη μια στιγμή στην άλλη. Άρα, έστω και σταδιακά, όλα αυτά τα προβλήματα των σχολείων θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν. Οι «καλές προθέσεις», ωστόσο, φαίνεται να απουσιάζουν, όπως ισχύει και με όλα τα άλυτα ζητήματα της παιδείας που ταλανίζουν για δεκαετίες αυτόν τον τομέα συνολικά.
Εκτός από τα δομικά προβλήματα, σαφώς υπάρχουν και ελλείψεις ή αναχρονισμοί στον υλικό εξοπλισμό των σχολικών μονάδων της Ελλάδας. Οι γενιές πλέον μπορούν να χαρακτηριστούν ως «γενιές της τεχνολογίας», αφού η πλειονότητα των παιδιών είναι εξοικειωμένη με συσκευές όπως ο υπολογιστής, το τάμπλετ και το κινητό, ενώ σχεδόν όλα έχουν στην κατοχή τους Η/Υ ή κινητό. Ακόμα και όσα δεν έχουν, γνωρίζουν να χειρίζονται αυτά των γονέων τους. Η απουσία της ψηφιακής μάθησης είναι σημαντικό ζήτημα στην εκπαιδευτική διαδικασία. Σαφώς και το βιβλίο δεν πρέπει να αντικατασταθεί από οθόνες, όμως ο εξοπλισμός του σχολείου θα έπρεπε να συμβαδίζει με τη σημερινή εποχή και όλα τα σχολεία να έχουν αίθουσες Η/Υ — που δεν θα είναι κατασκευασμένοι 15 χρόνια πριν—, διαδραστικούς πίνακες με προτζέκτορες, ηλεκτρονικές ασκήσεις μέσω υπολογιστών κτλ. Στα περισσότερα σχολεία οι υπολογιστές είτε είναι παλαιοί είτε δεν λειτουργούν είτε είναι ελάχιστοι, οι τάξεις θυμίζουν αίθουσες περασμένης δεκαετίας και η παρουσία μόνο των έντυπων εγχειριδίων «κρατά» τα παιδιά στο «κενό διάστημα» ανάμεσα σε βιβλίο και οθόνη, το οποίο θα μπορούσε να καλύπτεται αν υπήρχε ισορροπία ανάμεσα στους σύγχρονους και τους κλασικούς τρόπους μάθησης.
Γενικά, οι εκπαιδευτικοί χώροι συνολικά στην Ελλάδα, εμφανίζουν σοβαρά σημάδια παραμέλησης και το γεγονός αυτό έχει αντίκτυπο και στους μαθητές. Πέραν των όσων προβλημάτων αναφέρθηκαν και πιο πάνω, κρίνεται απαραίτητο οι σχολικές μονάδες της χώρας να εκσυγχρονιστούν και να συντηρηθούν καταλλήλως, αφού το σχολείο αποτελεί «δεύτερο σπίτι» των παιδιών. Όσο απλοϊκό και αν ακούγεται, οι κακές συνθήκες των ελληνικών σχολείων συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στην άρνηση των μαθητών στην εκπαιδευτική διαδικασία και, επομένως, το σχολείο αποτελεί γι’ αυτά ένα δυσάρεστο περιβάλλον στο οποίο αρκετοί μαθητές «σκοτώνουν» την ώρα τους.