Του Γεώργιου – Μάριου Αργυρόπουλου,
Ήτανε 3 Νοεμβρίου 1963 όταν η Ένωση Κέντρου κέρδισε τις εκλογές και οδήγησε την ΕΡΕ στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η Ελλάδα είχε την ευκαιρία για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία της να γίνει μια φιλελεύθερη δημοκρατία δυτικού τύπου, μα η συνταγματική εκτροπή είχε μεθοδευθεί αρκετά χρόνια πριν για να πραγματοποιηθεί εν τέλει την 21η Απριλίου του 1967. Τι είχε προηγηθεί, όμως, μεταπολεμικά και πριν την άνοδο της ΕΚ στην εξουσία; Αρχικά ο εμφύλιος πόλεμος (1946-1949) με την νίκη του αστικού μπλοκ και την κυριαρχία της δεξιάς-ακροδεξιάς, η απονομιμοποίηση της αριστεράς, καθώς και η αδυναμία των φιλελεύθερων δημοκρατικών στοιχείων να καρπωθούν μέρος της εξουσίας. Η δεκαετία του 1950 αν και ξεκίνησε με μια μικρή άνοδο των κεντρώων παρατάξεων, συνεχίστηκε κι έκλεισε με τη σταδιακή καταβαράθρωσή τους. Όπως γίνεται κατανοητό με το Κέντρο και την Αριστερά στο περιθώριο, τα ακροδεξιά και γενικώς αντιδημοκρατικά στοιχεία, βρήκαν ανοιχτό το δρόμο ώστε να δημιουργήσουν το λεγόμενο «Κράτος των Εθνικοφρόνων».
Από το 1952 έως το 1963 ο Ελληνικός Συναγερμός του Παπάγου και μετέπειτα η ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή, προσπάθησαν με αμφίβολες μεθόδους να κρατηθούν στην εξουσία και το κατάφεραν. Εκλογές βίας και νοθείας (1961), ασύστολη τρομοκρατία (ειδικά στην ύπαιθρο), στήριξη των αυταρχικών τους πολιτικών από την Αμερική, αγαστή συνεργασία με το παλάτι (ακόμα κι αν υπήρχαν προστριβές μεταξύ Καραμανλή και Φρειδερίκης κάποιες στιγμές), οικονομικά σκάνδαλα (σύμβαση Πεσινέ-Νιάρχου), ήταν μερικά μόνο από τα γεγονότα που έλαβαν χώρα την περίοδο εκείνη. Έτσι, όπως γίνεται κατανοητό, φτάσαμε στα 1963 με τον λαό να αναζητά εδώ και καιρό μια λύση προς το δημοκρατικότερο, δίνοντας ψήφο εμπιστοσύνης στην Ένωση Κέντρου. Πριν προχωρήσουμε στο κύριο σκέλος του άρθρου μας όπου θα αναφερθούμε στα πεπραγμένα της Ένωσης Κέντρου κατά τη διάρκεια των κυβερνήσεων της, αξίζει να σημειώσουμε ότι η ΕΚ με τον «Ανένδοτο Αγώνα» που ξεκίνησε μετά τις εκλογές του 1961, έγινε ουσιαστικά η έκφραση σημαντικού τμήματος του λαού στα έδρανα της Βουλής.
Η πρώτη κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου το Νοέμβριο του 1963 δεν κατόρθωσε να εκλεγεί αυτοδύναμη κι έτσι σε περίπου ένα μήνα παραιτήθηκε, προκηρύσσοντας εκλογές για το Φεβρουάριο του 1964. Παρ’ όλα αυτά έστω και σ’ αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα πραγματοποιήθηκαν ορισμένες σημαντικές αλλαγές προς το δημοκρατικότερο. Ας μην ξεχνάμε ότι τα χέρια του Γ. Παπανδρέου σε καίρια ζητήματα ήταν σχεδόν «δεμένα». Για να γίνει πιο κατανοητό αυτό, αναφέρουμε ενδεικτικά ότι ο Υπουργός Άμυνας Παπανικολόπουλος και ο Υφυπουργός Εξωτερικών Παναγιωτόπουλος, βρίσκονταν στην πρώτη κυβέρνηση της ΕΚ διορισμένοι από τα Ανάκτορα. Γίνεται νομίζουμε σαφές γιατί επιθυμούσε νέες εκλογές ο «Γέρος της Δημοκρατίας». Αξίζει επιπλέον να αναφέρουμε ότι από τη σύνθεση της πρώτης κυβέρνησης της ΕΚ, απουσίαζαν δύο «βαριά» ονόματα, ο αστός Αριστερός Ηλίας Τσιριμώκος και μέχρι τις 5 Δεκεμβρίου ο αντιδραστικός δεξιός Στέφανος Στεφανόπουλος. Είχε κι αυτό τη σημασία του αν μη τι άλλο.
Ο Γ. Παπανδρέου μετά την ορκωμοσία της κυβέρνησής του, συγκάλεσε Υπουργικό Συμβούλιο ανακοινώνοντας πως ο «ανένδοτος» θα συνεχιστεί με στόχο πια τη «δημιουργία». Ανάμεσα στις δημοκρατικές αλλαγές που πραγματοποίησε ξεχώριζε η απόλυση των πολιτικών κρατουμένων. Από τα υπόλοιπα φιλολαϊκά και φιλελεύθερα μέτρα που έλαβε η ΕΚ, αναφέρουμε ενδεικτικά την «καθιέρωση της δωρεάν παιδείας σε όλες τις βαθμίδες, το διπλασιασμό των βασικών αποδοχών των δικαστών και τη ρύθμιση των αγροτικών χρεών». Ένα από τα μεγαλύτερα βάρη που είχε να σηκώσει η νεοσύστατη κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου ήταν το Κυπριακό ζήτημα. Από τη δεκαετία του 1960 η τουρκική επιθετικότητα είχε ενταθεί μέχρι να έρθει η εισβολή στο νησί το 1974. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι Αμερικανοί εμπόδισαν στο «παρά πέντε» τουρκική εισβολή στην Κύπρο εκείνο το διάστημα. Δηλαδή, οι ιδρυτές του ΝΑΤΟ εμποδίζουν την εισβολή μέλους του ΝΑΤΟ σε Τρίτη χώρα, στην οποία συμφέροντα έχουν επίσης άλλες δύο χώρες της Βορειοατλαντικής συμμαχίας η Ελλάδα και η Μεγάλη Βρετανία. Επιστρέφοντας στα «ενδότερα», η κυβέρνηση Παπανδρέου παραιτείται στα τέλη του 1963, με τις νέες εκλογές να προκηρύσσονται για τις 16 Φεβρουαρίου 1964. Στο μεταξύ κατά την προεκλογική περίοδο πεθαίνει ο Αντιπρόεδρος της Ένωσης Κέντρου Σοφοκλής Βενιζέλος (γιος του Ελευθέριου), ενώ ο βασιλιάς Παύλος διαγιγνώσκεται με καρκίνο, «πνέοντας ουσιαστικά τα λοίσθια».
Τη νύχτα της 16ης Φεβρουαρίου 1964 η Ένωση Κέντρου πετυχαίνει ένα θρίαμβο, αφού αναδεικνύεται πρώτο κόμμα με αυτοδυναμία αυτή τη φορά και ποσοστό σχεδόν 53%, ενώ η ΕΡΕ σε συμμαχία με το κόμμα των προοδευτικών του Μαρκεζίνη έλαβε μόλις 35.26%. Η χαρά της μεγάλης επικράτησης από την Ένωση Κέντρου θα μετριαστεί γρήγορα, ένεκα της συντηρητικής σύνθεσης που είχε η κυβέρνηση. Αυτό συνέβη προκειμένου να υπάρχει η εύνοια των Ανακτόρων και να μην δρα ανεξέλεγκτο το ακροδεξιό στράτευμα. Κομβική επίσης ήταν και η προσωπική επιλογή του «Γέρου» να τοποθετήσει στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας τον Πέτρο Γαρουφαλιά, ο οποίος ήταν απ’ τους πρώτους «αποστάτες» του 1965. Ο Γεώργιος Μαύρος, ιστορικό στέλεχος της ΕΚ είχε εκφράσει μαζί με το Γεώργιο Μυλωνά τις ενστάσεις του στον Παπανδρέου για το Γαρουφαλιά, όμως ο πρωθυπουργός θεωρούσε τον τελευταίο πιστό του φίλο. Από τότε και μέχρι τον Ιούλιο του 1965 η πορεία της Ένωσης Κέντρου θα δοκιμαστεί από πολλές αναταράξεις, ιδίως στο εσωτερικό της. Ας δούμε, όμως, εν τάχει, όσα πραγματοποίησε η νέα κυβέρνηση του Κέντρου. Στις προγραμματικές δηλώσεις του ο Γ. Παπανδρέου αναφέρει μέσα από τη Βουλή, ότι στόχος του είναι «η πολιτική, κοινωνική και οικονομική δημοκρατία». Ακόμη σημείωνε πως σκόπευε «να περιορίσει τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων και ότι οι ένοπλες δυνάμεις δεν έχουν λόγο να παρεμβαίνουν στην πολιτική ζωή». Στον τομέα της εκπαίδευσης εξήγγειλε πως «θα επέκτεινε την υποχρεωτική εκπαίδευση από 6 σε 9 έτη, θα αύξανε τις κρατικές υποτροφίες και τα δωρεάν συσσίτια, βελτιώνοντας παράλληλα τις αποδοχές των εκπαιδευτικών». Σε ένα γενικότερο πλαίσιο στόχευε στη μεταρρύθμιση συλλήβδην του εκπαιδευτική συστήματος.
Στο κομμάτι της οικονομικής πολιτικής που ακολούθησε η ΕΚ, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι δεν διέφερε μ’ αυτή που σκόπευε να εφαρμόσει το προηγούμενο έτος (1963). «Γρήγορη οικονομική ανάπτυξη, βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, δίκαιη κατανομή εισοδήματος και δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης» ήταν οι βασικοί στόχοι του Γ. Παπανδρέου. Επιπροσθέτως, επιθυμούσε «την εξυγίανση της αγροτικής οικονομίας», ενώ στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής πραγματοποιεί ένα δειλό άνοιγμα στις σοσιαλιστικές Γιουγκοσλαβία και Βουλγαρία. Όπως γίνεται κατανοητό αυτό ήταν το πεδίο δράσης της Ένωσης Κέντρου, καθώς οποιαδήποτε αλλαγή επιχείρησε να κάνει στα σώματα ασφαλείας και τις ένοπλες δυνάμεις συνάντησε τη λυσσαλέα αντίσταση των Ανακτόρων, της δεξιάς-ακροδεξιάς, και των Ηνωμένων Πολιτειών. Ενδεικτικά αναφέρουμε πως απ’ την αρχή της νέας θητείας της ΕΚ στην κυβέρνηση τα πάντα έδειχναν να ελέγχονται από άλλα κέντρα εξουσίας, παρά από τον Παπανδρέου και τους συνεργάτες του. Παραδείγματος χάριν, όσες αλλαγές και αποστρατεύσεις ήθελε να κάνει ο «Γέρος» στο στράτευμα ακυρώθηκαν από τα Ανάκτορα κι όταν πλέον επιθύμησε να αντικαταστήσει το Γαρουφαλιά ήρθε η οριστική ρήξη με το Παλάτι και η ανατροπή της κυβέρνησής του. Στο μεσοδιάστημα έχοντας ως γνωστόν και το βάρος του Κυπριακού στις «πλάτες του» ο Παπανδρέου είδε αρκετούς «φίλους» και «συνεργάτες» να αποσκιρτούν από το κόμμα, «στρίβοντας προς το αντιδραστικότερο». Έτσι, και μαζί με τις υποθέσεις ΙΔΕΑ κι ΑΣΠΙΔΑ, η κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου πέφτει τον Ιούλιο του 1965.
Νομίζουμε πως είναι ήδη κατανοητό στους αναγνώστες ότι η Ένωση Κέντρου, όσο τεχνητά δημιουργήθηκε, άλλο τόσο τεχνητά θα κυβερνούσε. Μην παρεξηγηθούμε, η πλειονότητα των μελών της επιθυμούσε πραγματικά την αλλαγή προς το δημοκρατικότερο, όμως ένα φιλελεύθερο κόμμα σε εκείνες τις συνθήκες, προσεταιριζόμενο συν τοις άλλοις και την Αριστερά, μάλλον δεν είχε μέλλον. Αυτό που κρατάμε από την ΕΚ είναι η πραγματική μεταρρυθμιστική της προσπάθεια προς μια φιλελεύθερη δημοκρατία και οι όποιες φιλολαϊκές πολιτικές έγιναν απ’ αυτήν το μικρό διάστημα διακυβέρνησής της. Κλείνοντας με μια τελική εκτίμηση, επ’ ουδενί σκόπευε ο Παπανδρέου να προκαλέσει ρήξη στο κρατούν κοινωνικό-πολιτικό σύστημα, όμως υπό άλλες συνθήκες πιθανολογούμε πως υπό την κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου μπορεί και να ξημέρωναν καλύτερες μέρες για τη χώρα, έστω και σε περιορισμένο βαθμό.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Λιναρδάτος Σ. (1986), Από τον Εμφύλιο στη Χούντα Τόμος Δ’ 1961-1964, Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση.
- Μερλόπουλος Π., Μεϋνώ Ζ., Νοταράς Γ. (2004), Οι Πολιτικές Δυνάμεις στην Ελλάδα Τόμος Α’ 1946-1965, Αθήνα: Εκδόσεις Σαββάλα.
- Νικολακόπουλος Ηλ. (2013), Η καχεκτική δημοκρατία, κόμματα και εκλογές, 1946-1967, Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.