Της Ευθυμίας Γκαμπέση,
«Μπεατρίς, Μια λέξη τεράστια. Η Ελευθερία είναι μια λέξη τεράστια. Για παράδειγμα όταν τελειώνουν τα μαθήματα μας λένε ότι είστε ελεύθεροι. Όσο κρατάει η ελευθερία μπορείς να πας βόλτα, να παίξεις, δεν χρειάζεται να μελετήσεις. Λέμε ότι μια χώρα είναι ελεύθερη όταν κάθε γυναίκα και κάθε άνδρας κάνουν ότι τους αρέσει».
Ο συγγραφέας Mario Benedetti μάς προσφέρει απλόχερα ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα με την πολιτική εξορία, το ήθος και το πάθος να «πάλλονται» σε ένα αέναο παιχνίδι. Πρόκειται για το Άνοιξη με μια σπασμένη γωνία, σε μετάφραση του Κώστα Αθανασίου, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Gutenberg.
Σχετικά με τον δημιουργό του έργου, ο σπουδαίος Ουρουγουανός συγγραφέας, Mario Benedetti, γεννήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1920 στο Paso de Toros του Tacuarembo της Ουρουγουάης και απεβίωσε τον Μάιο του 2009 στο Μοντεβιδέο. Ένας δημοσιογράφος από την Ουρουγουάη, μυθιστοριογράφος, αλλά και ποιητής, ο οποίος ήταν επίσης μέλος της Generacion del 45 —ένα γκρουπ συγγραφέων— προερχόμενοι κατά κύριο λόγο από την Ουρουγουάη. Το παράδοξο με αυτόν τον συγγραφέα είναι ότι, ενώ έχουν δημοσιευθεί πάνω από ογδόντα έργα του, και μεταφρασμένα σε είκοσι γλώσσες, η αναγνώριση στον αγγλόφωνο πληθυσμό ήταν πολύ περιορισμένη. Από την άλλη μεριά όμως, ανάμεσα στον ισπανόφωνο πληθυσμό έκανε μεγάλη επιτυχία, καθώς συναντάται ως ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της Λατινικής Αμερικής, κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα.
Το βιβλίο μιλά, ουσιαστικά, για έναν πολιτικό κρατούμενο στην Ουρουγουάη, τον Σαντιάγο. Φυσικά, και όπως είναι λογικό, η μοναξιά είναι η καλύτερη και πιο πιστή του «συντροφιά». Προσπαθώντας να χτίσει μια γέφυρα επικοινωνίας με τους υπόλοιπους κρατούμενους, η απελπισία είναι το μόνο τους κοινό και εκείνο που μπορούν να δώσουν σε αφθονία. Κάτι ακόμα, όμως, του κάνει παρέα: τα μακροσκελή γράμματα της συζύγου του, Γρασιέλα. Παρά το γεγονός ότι δεν βρίσκεται και η ίδια σε μία φυλακή, η ζωή της είναι εξίσου δύσκολη αφού ζει εξόριστη μαζί με την εννιάχρονη κόρη της, Μπεατρίς, και τον πεθερό της, παλεύοντας να ανταπεξέλθει σε μία νέα πραγματικότητα.
Αναμφισβήτητα, το να μείνει δυνατό το πάθος μεταξύ του ζευγαριού είναι μία αποστολή πολύ δύσκολη. Ωστόσο, η προσπάθεια για να κρατηθεί εν ζωή το πάθος και η φλόγα υπάρχει, αλλά για πόσο ακόμα; Τα χτυπήματα από τον χρόνο, την εξόριστη ζωή και τη φυλακή αφήνουν βαθιά και ίσως ανεπούλωτα τραύματα. Στο μεταξύ, πολύτιμο και κοντινό πρόσωπο στη Γρασιέλα γίνεται ο καλύτερος φίλος του Σαντιάγο, ο Ρολάνδο. Διάχυτα, επίσης, είναι και τα στοιχεία της νοσταλγίας, της θυσίας, αλλά και της μελαγχολίας, για μία πρωτύτερη, πιο ανέμελη, και λιγότερο επίπονη ζωή.
«…τέσσερα χρόνια, πέντε μήνες και δεκατέσσερις μέρες είναι αρκετός καιρός για να σκεφτεί κανείς. Και είναι αλήθεια. Δεν είναι όμως αρκετός καιρός για να σκέφτομαι εσένα. Έχει φεγγάρι και το εκμεταλλεύομαι για να σου γράψω».