17.1 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΠλειστηριασμός κινητών και ακινήτων

Πλειστηριασμός κινητών και ακινήτων


Της Βασιλικής Φώτη,

Ο αναγκαστικός πλειστηριασμός και ειδικότερα η σύνταξη εκθέσεως πλειστηριασμού και κατακύρωσης (σε αντίθεση με τον ακούσιο πλειστηριασμό κατ’ άρθρο ΚΠολΔ 1021) αποτελεί την τελευταία πράξη της κύριας διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση των χρηματικών απαιτήσεων. Αποσκοπεί στην ρευστοποίηση του κατασχεθέντος περιουσιακού στοιχείου του καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτου. Ολοκληρώνεται με την κατακύρωση του πράγματος στον υπερθεματιστή με την προϋπόθεση ότι ο ίδιος έχει καταβάλει το πληστειρίασμα.

Ο ν. 4472/2017 προέβλεψε ότι ο πλειστηριασμός μπορεί να διενεργηθεί και ηλεκτρονικά, δηλαδή μέσω του διαδικτύου. Στη συνέχεια, σύμφωνα με τον ν. 4512/2018, ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός αποτελεί τον μοναδικό τρόπο πλειστηριασμού, όχι μόνο για τα κινητά και τα ακίνητα αλλά και για τα πλοία και τα αεροσκάφη. Διεξάγεται μέσω των ηλεκτρονικών συστημάτων πλειστηριασμού (ΗΛΣΥΠΛΕΙΣ) ενώπιον πιστοποιημένου συμβολαιογράφου, ο οποίος έχει ήδη ορισθεί κατά τα άρθρα 927 ΚΠολΔ εδ. β, γ, ή 943 παρ. 3 εδαφ. Β ή 988 παράγραφοι 1 και 2. Για τα κινητά εφαρμόζεται το άρθρο 955 ΚΠολΔ, για τα ακίνητα το άρθρο 998 ΚΠολΔ και για τα αεροσκάφη το άρθρο 1015 ΚΠολΔ.

Σύμφωνα με την κρατούσα στην νομολογία άποψη, ο αναγκαστικός πλειστηριασμός αποτελεί ιδιόρρυθμη σύμβαση πωλήσεως, η οποία ενεργείται υπό το κύρος της αρχής και ολοκληρώνεται με την κατακύρωση. Πωλητής θεωρείται ο επισπεύδων δανειστής ενώ αγοραστής ο υπερθεματιστής. Ωστόσο, η κατακύρωση δεν έχει εμπράγματη ενέργεια. Για την παράγωγη κτήση της κυριότητας του πλειστηριασθέντος πράγματος εκ μέρους του υπερθεματιστού είναι αναγκαία η παράδοσή του, αν αυτό είναι κινητό, ή η μεταγραφή της περιλήψεως της κατακυρωτικής εκθέσεως, αν αυτό είναι ακίνητο.

Οι διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου για την κτήση κυριότητας από μη κύριο εφαρμόζονται και στον πλειστηριασμό κινητού πράγματος. Έτσι, ο υπερθεματιστής αποκτά κυριότητα, εκτός αν γνώριζε ή αγνοούσε από βαριά αμέλεια ότι το κινητό που πλειστηριάσθηκε δεν ανήκε κατά κυριότητα στον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη. Σε αυτήν την περίπτωση, ο κύριος του πράγματος μπορεί να το διεκδικήσει ασκώντας, μέσα σε ένα έτος από τότε που το πράγμα παραδόθηκε στον υπερθεματιστή, τη σχετική διεκδικητική αγωγή. Αντίθετα, αν το ακίνητο που πλειστηριάσθηκε δεν ανήκει στον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη, ο υπερθεματιστής δεν αποκτά κυριότητα. Ο κύριος του ακινήτου πρέπει να ασκήσει διεκδικητική αγωγή μέσα σε πέντε έτη από την εγκατάσταση του υπερθεματιστού στο ακίνητο, χωρίς να αρκεί η μεταγραφή της περιλήψεως της κατακυρωτικής εκθέσεως.

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα χρήσης: sergioknow

Επομένως, παρά το γράμμα του άρθρου 1020 ΚΠολΔ, η έναρξη της πενταετούς αποσβεστικής προθεσμίας προϋποθέτει όχι μόνο τη μεταγραφή της περιλήψεως της κατακυρωτικής εκθέσεως αλλά και την εγκατάσταση του υπερθεματιστού στο ακίνητο, γιατί από τότε γίνεται νομέας ή κάτοχος, οπότε νομιμοποιείται παθητικά. Μέχρι την εγκατάσταση του υπερθεματιστού στο ακίνητο ο τρίτος προστατεύεται μόνο με την ανακοπή του άρθρου 936 ΚΠολΔ. Ακόμα, σύμφωνα με την νομολογία, η ίδια πενταετής αποσβεστική προθεσμία από την εγκατάσταση του υπερθεματιστού στο ακίνητο, ισχύει και για την άσκηση της αντίστοιχης αναγνωριστικής αγωγής.

Περαιτέρω, στον πλειστηριασμό (κινητού ή ακινήτου) πράγματος δεν υπάρχει ευθύνη για πραγματικά ελαττώματα όπως επίσης ούτε ευθύνη για έλλειψη συμφωνηθέντων ιδιοτήτων. Για τα νομικά ελαττώματα (π.χ. έλλειψη κυριότητας του καθ’ ου η εκτέλεση, κήρυξη αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, επιβάρυνση του ακινήτου με προσωπική δουλεία), αντίθετα, υπάρχει ευθύνη του επισπεύδοντος μόνο αν αυτός γνώριζε (δεν αρκεί επομένως βαριά αμέλεια, ΑΠ 11/2015) κατά τον χρόνο της κατακυρώσεως την ύπαρξη νομικού ελαττώματος. Μπορεί, επομένως, ο υπερθεματιστής να στραφεί κατά του επισπεύδοντος και να ζητήσει αποζημίωση για μη εκπλήρωση της παροχής. Ακόμη, ο τελευταίος, αν ο επισπεύδων αγνοούσε την ύπαρξη του νομικού ελαττώματος, μπορεί να στραφεί κατά του τελευταίου με βάση τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.

Ο υπερθεματιστής έχει ακόμα και το δικαίωμα της υπαναχώρησης από τον πλειστηριασμό. Στην περίπτωση αυτή, αν δεν έχει καταβάλει το πλειστηρίασμα, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του πλειστηριάσματος, ενώ αν το έχει ήδη καταβάλει δικαιούται να το αναζητήσει με βάσει τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού των άρθρων 904 επόμενα.

Ο αναγκαστικός πλειστηριασμός ανεξάρτητα από την νομική του φύση δεν υπόκειται σε διάρρηξη και αυτό γιατί σε διάρρηξη υπόκεινται οι απαλλοτριώσεις των μοναδικών περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτου, οι οποίες γίνονται από αυτόν όχι αναγκαστικά αλλά εκούσια με σκοπό βλάβης του δανειστού που επιδιώκει την διάρρηξη (ΑΠ 12/2008).

Η προδικασία του πλειστηριασμού συνίσταται στην σύνταξη, δημοσίευση και επίδοση αποσπάσματος της εκθέσεως κατασχέσεως. Ειδικότερα, ο δικαστικός επιμελητής οφείλει να συντάξει απόσπασμα της εκθέσεως κατασχέσεως, το οποίο πρέπει να το δημοσιεύσει μέχρι την 15η μέρα από την κατάσχεση και να το επιδώσει μέσα στην ίδια προθεσμία στον τρίτο κύριο ή νομέα ή στους ενυπόθηκους δανειστές. Αν δεν τηρηθούν οι παραπάνω διατάξεις, ο πλειστηριασμός είναι άκυρος, ανεξαρτήτως βλάβης.

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα χρήσης: kreatikar

Ο συμβολαιογράφος μετά την πάροδο της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 959 ΚΠολΔ, ελέγχει τα υποβαλλόμενα αρχεία και διαπιστώνει συντάσσοντας σχετική πράξη, μέχρι ώρα 17:00 της προηγούμενης του πλειστηριασμού ημέρας, την τήρηση των νόμιμων προϋποθέσεων και υποβάλλει στα ηλεκτρονικά συστήματα πλειστηριασμού κατάλογο των υποψήφιων πλειοδοτών που δικαιούνται να λάβουν μέρος από τον πλειστηριασμό. Ο συμβολαιογράφος είναι υποχρεωμένος να διενεργήσει τον πλειστηριασμό εκτός και αν συμφωνούν στην ματαίωσή του ο επισπεύδων δανειστής και όλοι οι αναγγελθέντες δανειστές που έχουν καταθέσει εκτελεστό τίτλο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Πελαγία Γέσιου – Φαλτσή, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως, 3η έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βασιλική Φώτη
Βασιλική Φώτη
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και μεγάλωσε στην Κατερίνη. Είναι φοιτήτρια της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ. Από το πρώτο μέχρι και το τρίτο έτος των σπουδών της εργαζόταν σε δικηγορικό γραφείο της Θεσσαλονίκης, το οποίο εξειδικευόταν σε ζητήματα του εργατικού και κοινωνικοασφαλιστικού δικαίου. Η αρθρογραφία, τα λογοτεχνικά βιβλία, το θέατρο και η άθληση συγκαταλέγονται μεταξύ των ενδιαφερόντων της. Διαθέτει άριστη γνώση της αγγλικής και καλή γνώση της γερμανικής γλώσσας.