17.1 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ ιστορία της ελληνικής οικονομίας την περίοδο της κατοχής

Η ιστορία της ελληνικής οικονομίας την περίοδο της κατοχής


Του Χάρη Χρυσανθόπουλου,

Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος βρήκε το ελληνικό κράτος σε μια ήδη πολύ προβληματική κατάσταση. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 η χώρα αντιμετώπιζε τραγικές δυσκολίες με το τεράστιο κύμα των κατατρεγμένων ομογενών που ερχόντουσαν από την Ανατολία, τη σχεδόν διαλυμένη οικονομία και τις σοβαρές πολιτικές αναταραχές. Η μεγάλη ύφεση που προήλθε το φθινόπωρο του 1929 από τη Νέα Υόρκη σύντομα επεκτάθηκε και στα υπόλοιπα καπιταλιστικά κράτη. Η ελληνική οικονομία ζημιώθηκε ακόμα περισσότερο και η πολιτική πόλωση συνέχισε να καλλιεργείτε. Στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1930, η οικονομία άρχισε να παρουσιάζει σημάδια μιας αργής ανάκαμψης. Τον Αύγουστο του 1936, ο Ιωάννης Μεταξάς διέλυσε τη βουλή και εγκαθίδρυσε δικτατορία στη χώρα. Η ισχυρή καταστολή της δικτατορίας του Μεταξά έφερε μια σχετική πολιτική σταθερότητα. Η οικονομία, όμως, συνέχισε να λειτουργεί με περιοριστικούς όρους.

Η αγροτική παραγωγή αποτελούσε το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής οικονομίας (σταφίδα, καπνά, κρασί κ.α.) με την βιομηχανική παραγωγή να παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, ποσοτικά και ποιοτικά. Η ναυτιλία ήταν ένας οικονομικός τομέας που γνώριζε αρκετή άνοδο (και συνέχισε και μεταπολεμικά). Το μεγαλύτερο ποσοστό του εξωτερικού εμπορίου απορροφούσαν οι χώρες της δυτικής Ευρώπης, με τη Γερμανία να είναι στην πρώτη θέση και τη Βρετανική Αυτοκρατορία στη δεύτερη (γεγονός που εμφάνιζε εμπόδια στη φιλοβρετανική ουδετερότητα που επεδίωκε η κυβέρνηση). Το εμπορικό ισοζύγιο ήταν ελλειμματικό. Το δύσκολο κλίμα της επερχόμενης κρίσης στην Ευρώπη (και κυρίως τα επεκτατικά σχέδια της Ιταλίας του Μουσολίνι) ανέδειξε την ανάγκη για αύξηση στρατιωτικών δαπανών. Η κυβέρνηση του Μεταξά μερίμνησε για επανεξοπλισμό του στρατεύματος και δημιουργία στρατιωτικών οχυρών στα σύνορα με τη Βουλγαρία.

Αυτές ήταν οι οικονομικές συνθήκες που βρισκόταν η χώρα το 1940. Παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης Μεταξά να παραμείνει η Ελλάδα ουδέτερη στην κρίση που φούντωνε στην Ευρώπη, η ιταλική κυβέρνηση απέστειλε τελεσίγραφο στις 28 Οκτώβρη 1940, ζητώντας σημαντικές παραχωρήσεις από το ελληνικό κράτος. Η εξέλιξη αυτή αποτέλεσε την απαρχή του ελληνοϊταλικού πολέμου. Παρά τις αρχικές στρατιωτικές επιτυχίες και τη σκληρή αντίσταση των Ελλήνων, η άφιξη των γερμανικών στρατευμάτων τον Απρίλιο του 1941 σήμανε σύντομα το τέλος του αγώνα. Η χώρα διαμοιράστηκε μεταξύ τριών κατοχικών δυνάμεων, της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Βουλγαρίας. Το νέο αυτό κεφάλαιο για την Ελλάδα αποτελεί μια από τις πιο εφιαλτικές περιόδους της ιστορίας της. Η μόνη ελπίδα πλέον για το μέλλον της χώρας ήταν μια νίκη των συμμαχικών δυνάμεων.

Η οικονομική πολιτική που ακολούθησαν οι ναζί στην Ελλάδα επεδίωκε στη μέγιστη αξιοποίηση των πόρων της χώρας προκειμένου να τροφοδοτηθούν οι δυνάμεις τους στη βόρεια Αφρική και στην ανατολική Ευρώπη. Αυτό σήμαινε κατάσχεση των διαθέσιμων αγαθών και την εγκαθίδρυση ενός μηχανισμού διαρκούς απορρόφησης των ελληνικών προϊόντων για τις ανάγκες των στρατευμάτων του Άξονα. Αυτή η σκληρή πολιτική των κατοχικών δυνάμεων σε συνδυασμό με τον βρετανικό αποκλεισμό της χώρας οδήγησε τον χειμώνα του 1941-1942 στον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων από υποσιτισμό, κατά κύριο λόγο στην Αθηνά και σε άλλα μεγάλα αστικά κέντρα, καθώς και στα νησιά, όπου ο ανεφοδιασμός του τοπικού πληθυσμού ήταν πιο δύσκολος. Στην επαρχία οι συνθήκες ήταν λιγότερο σκληρές καθώς η πρόσβαση σε τροφή ήταν σαφώς πιο εύκολη.

Προκειμένου οι κατοχικές δυνάμεις να πληρώσουν το «κόστος κατοχής», στηρίχθηκαν σε δάνεια από το ελληνικό δημόσιο. Αυτό προέβλεπε τη διαρκή τύπωση χαρτονομισμάτων για την αποπληρωμή των αγαθών που απορροφούσαν οι δυνάμεις κατοχής. Αυτό, όπως ήταν φυσικό, οδήγησε σε τρομακτικό υπερπληθωρισμό, έναν από τους μεγαλύτερους που έχουν καταγραφεί ποτέ στην ελληνική οικονομική ιστορία. Αυτό οδήγησε σε παράλυση της ελληνικής οικονομίας με την αποδιοργάνωση της παραγωγής και την άνθηση της μαύρης αγοράς.

Περισυλλογή σωμάτων νεκρών πολιτών από τους δρόμους της Αθήνας, τον χειμώνα του 1941-1942. Πηγή εικόνας: wikipedia.org / Δικαιώματα χρήσης: Εθνικό και Ιστορικό Μουσείο

Τα μέτρα, παράλληλα, των δωσιλογικών ελληνικών κυβερνήσεων για καταπολέμηση του πληθωρισμού και για την ανακούφιση του πληθυσμού με δελτία φαγητού ήταν άκρως αναποτελεσματικά. Επιπλέον, η διακοπή των συγκοινωνιών οδήγησε στον διαχωρισμό του ελλαδικού χώρου σε ημιαυτόνομες οικονομικές ζώνες

Όπως προαναφέρθηκε, στην επαρχία υπήρχε πιο εύκολη πρόσβαση σε τροφή. Πολλοί αγρότες είχαν τη δυνατότητα να κρατήσουν ένα μέρος της παραγωγής τους για τον εαυτό τους και τις οικογένειές τους ή να το ανταλλάξουν στη μαύρη αγορά για άλλα αγαθά που μπορεί να χρειάζονταν. Παράλληλα, οι τοπικές δυνάμεις κατοχής είχαν πολλές φορές την τάση να κρατάν ορισμένα προϊόντα προς δικό τους όφελος. Πολλοί ήταν αυτοί που στη διάρκεια αυτής της τρομακτικής κρίσης πλουτήσαν, δίνοντας προϊόντα σε εξευτελιστικές τιμές (ένα ντενεκέ λάδι για ένα μικρό σπίτι κλπ). Οι λεγόμενοι μαυραγορίτες διατηρούσαν σχέσεις με τις κατοχικές αρχές καθώς και με στελέχη των δωσιλογικών ελληνικών κυβερνήσεων. Τη δύσκολη εκείνη περίοδο πολλοί άνθρωποι αναγκάστηκαν να πουλήσουν όλα τους τα υπάρχοντα για να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους.

Το φθινόπωρο του 1942 οι κατοχικές δυνάμεις ανάθεσαν στον Χέρμαν Νόιμπαχερ το δύσκολο εγχείρημα της μείωσης του υπερπληθωρισμού. Πρώην Δήμαρχος της Βιέννης και έχοντας άμεση εμπειρία στη διαχείριση του υπερπληθωρισμού από την περίπτωση που η δικιά του χώρα το έζησε μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Χέρμαν φάνηκε ο πλέον κατάλληλος για το ζήτημα. Οι οικονομικές πολιτικές του σύντομα οδήγησαν σε στασιμότητα και ύστερα σε πτώση του πληθωρισμού επιτρέποντας την πτώση των τιμών και περισσότερα αγαθά να εμφανιστούν στην αγορά. Στα τέλη του 1942 άρχισε να καταφθάνει η πρώτη σημαντική ενίσχυση του Ερυθρού Σταυρού και άλλων φιλανθρωπικών οργανώσεων, η δράση των οποίων βελτίωσε σημαντικά την κατάσταση για τον πληθυσμό της χώρας. Αν και οι θάνατοι από πείνα και ασθένειες συνεχίζονταν καθ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής της χώρας, δεν έφτασαν ποτέ στα επίπεδα του χειμώνα του 1941-1942.

Το 1943 ήταν βέβαιη μια απόβαση συμμαχικών δυνάμεων στη νότια Ευρώπη. Σκόπιμα οι σύμμαχοι είχαν αφήσει να εννοηθεί ότι η Πελοπόννησος θα αποτελούσε το μέρος που θα αποβιβάζονταν τα στρατεύματα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των στρατευμάτων του άξονα στην Ελλάδα. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η τροφοδοσία τους η επανεκτύπωση αυξήθηκε ξανά και έφτασε το σημείο του φθινοπώρου του 1942. Οι πολιτικές που ακολουθήσε ο Νόιμπαχερ με πώληση χρυσών λιρών και τραπεζικών μετοχών κράτησαν τη δραχμή σχετικά σταθερή δίνοντας τη δυνατότητα περισσότερης αρπάγης προϊόντων. Μέχρι το τέλος της κατοχής η δραχμή είχε ουσιαστικά αχρηστευτεί.

Σκελετωμένες κοπέλες στο κέντρο της Αθήνας. Πηγή εικόνας: lifo.gr

Το καλοκαίρι του 1943 η ήττα του άξονα στον πόλεμο άρχισε πλέον να είναι ορατή, με τη νίκη του κόκκινου στρατού στο Στάλινγκραντ και τη μεγάλη αντεπίθεσή του και την αποβίβαση των συμμαχικών στρατευμάτων στην Ιταλία, γεγονός το οποίο οδήγησε το ίδιο έτος στην συνθηκολόγησή της. Στο εσωτερικό της χώρας τα αντιστασιακά κινήματα ολοένα και δυνάμωναν, με τις αντιστασιακές δυνάμεις να παίρνουν υπό τον έλεγχό τους σημαντικά εδάφη στην ύπαιθρο. Ακολούθησαν σκληρά αντίποινα από τις δυνάμεις κατοχής με την εκτέλεση αμάχων και ισοπέδωση χωριών (υπολογίζεται πως στα 3 χρόνια της κατοχής κάηκαν πάνω από 1.000 χωριά).

Οι πολεμικές εξελίξεις το 1944 και η προέλαση του κόκκινου στρατού στην ανατολική Ευρώπη, καθώς και η αποβίβαση των συμμάχων στη Γαλλία, σφράγισαν το μέλλον του Τρίτου Ράιχ. Τα στρατεύματα των ναζί αποχώρησαν από την Ελλάδα τον Οκτώβρη του 1944, αφήνοντας πίσω καταστροφές σε υποδομές, ανθρώπινες ζωές και μονάδες παραγωγής. Υπολογίζεται ότι η χώρα έχασε μέχρι και το 70% του πλούτου της. Παράλληλα, οι νεκροί υπολογίζονται σε εκατοντάδες χιλιάδες, κυρίως από τη πείνα και τις ασθένειες (70.000 υπολογίζονται οι νεκροί από εκτελέσεις και σφαγές). Επιπλέον, υπολογίζεται ότι θανατώθηκαν 60.000 Έλληνες Εβραίοι. Ο ελληνικός εμφύλιος που ακολούθησε (1945-1949) ήταν άμεση συνέπεια της κατοχής της χώρας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Βοβόλης Δημήτριος (2016), Οικονομικοί δείκτες στην Ελλάδα της Κατοχής, Διπλωματική εργασία, Θεσσαλονίκη, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ikee.lib.auth.gr, Διαθέσιμο εδώ
  • Αλέξης Φραγκιάδης (2007), Ελληνική οικονομία (19ος – 20ος αιώνας): Από τον αγώνα της ανεξαρτησίας στην οικονομική και νομισματική ένωση της Ευρώπης, Αθήνα, Εκδόσεις Νεφέλη
  • Gallant Thomas (2017), Νεότερη Ελλάδα: Από τον πόλεμο της ανεξαρτησίας μέχρι τις μέρες μας. Αθήνα, Εκδόσεις Πεδίο

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χάρης Χρυσανθόπουλος
Χάρης Χρυσανθόπουλος
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 2004 και είναι προπτυχιακός φοιτητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Κύριο ενδιαφέρον του είναι η νεότερη και σύγχρονη παγκόσμια ιστορία πάνω στην οποία επιθυμεί να ασχοληθεί επαγγελματικά. Άλλα ενδιαφέροντά του είναι ο κινηματογράφος, η λογοτεχνία, η πολιτική, η σκιτσογραφία και η γεωπονία.