14.7 C
Athens
Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΗ Πόλη του Θεού: 22 χρόνια μετά, η πραγματικότητα των φαβέλων της...

Η Πόλη του Θεού: 22 χρόνια μετά, η πραγματικότητα των φαβέλων της Βραζιλίας


Της Γεωργίας Παγιαβλά,

Τα Ηνωμένα Έθνη προβλέπουν ότι μέχρι το 2031, πάνω από 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως θα ζουν σε παραγκουπόλεις, αντιμετωπίζοντας σοβαρή στέρηση βασικών αναγκών, όπως καθαρό νερό, αποχέτευση, υγειονομική περίθαλψη και εκπαίδευση (Μουντζούρα, 2020). Οι περιοχές αυτές, που συνήθως αναφέρονται ως φαβέλες στη Βραζιλία, προήλθαν από εκτοπισμένους στρατιώτες που εγκαταστάθηκαν σε λόφους κοντά στο Ρίο ντε Τζανέιρο, μετά τον εμφύλιο πόλεμο της Βραζιλίας. Έχουν πολλαπλασιαστεί, λόγω της μετανάστευσης από την ύπαιθρο στις πόλεις, παρά την ανεπαρκή υποδομή για βασικά αγαθά, όπως ο ηλεκτρισμός και το νερό. Οι φαβέλες, με παράδειγμα τις 1.600 στο Σάο Πάολο και τις 1.000 στο Ρίο ντε Τζανέιρο, υποφέρουν από υψηλά ποσοστά αναλφαβητισμού και περιορισμένη πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες.

Το εμπόριο ναρκωτικών και όπλων ευδοκιμεί σε αυτές τις κοινότητες, με σημαντικό οικονομικό κύκλο εργασιών. Οι φαβέλες της Βραζιλίας, που αναγνωρίζονται επίσημα ως αστικό ζήτημα από το 1937, χαρακτηρίζονται από πυκνοκατοικημένες περιοχές που ελέγχονται από ιεραρχικές συμμορίες, οι οποίες επιβάλλουν αυστηρούς κανόνες εισόδου και μέτρα ασφαλείας. Η παρουσία του καθολικισμού είναι ιστορική, ενώ υπάρχει μια πρόσφατη στροφή προς τον ευαγγελισμό. Η μουσική, ιδιαίτερα είδη όπως το χιπ-χοπ, η φανκ και η σάμπα, χρησιμεύει ως διέξοδος εν μέσω των καθημερινών προκλήσεων. Οι φαβέλες προσελκύουν επίσης τη διεθνή προσοχή ως σκηνικά για μεγάλες κινηματογραφικές παραγωγές, προσφέροντας ματιές στην πολύπλοκη πραγματικότητά τους (Μουντζούρα, 2020).

Η αληθινή Πόλη του Θεού. Πηγή εικόνας: Junius / Wikicommons

Η «Πόλη του Θεού» (πορτογαλικά: Cidade de Deus) είναι μια βραζιλιάνικη αστυνομική δραματική ταινία σε σκηνοθεσία του Fernando Meirelles σε σενάριο Braulio Mantovani το οποίο είναι βασισμένο στο μυθιστόρημα του Paulo Lins του 1997. Η ιστορία διαδραματίζεται στη γειτονιά Cidade de Deus του Ρίο ντε Τζανέιρο και καλύπτει τρεις δεκαετίες, από τη δεκαετία του 1960 έως τη δεκαετία του 1980. Η ταινία έτυχε καλής υποδοχής στη Βραζιλία και ήταν υποψήφια για το Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, καθώς και για την αντίστοιχη Χρυσή Σφαίρα το 2002.

Αρχικά, είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι η Πόλη του Θεού είναι ένα πραγματικό μέρος! Η Cidade de Deus είναι μια πραγματική φαβέλα που βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας (Caruso, 2023). Είναι ένα συγκρότημα κατοικιών, το οποίο χτίστηκε το 1960 για οικογένειες που μετεγκαταστάθηκαν από το κέντρο της πόλης του Ρίο και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, η κοινότητα των 40.000 κατοίκων έγινε διαβόητη για τους γκάνγκστερ και τους επικίνδυνους δρόμους. Σε μια αξιομνημόνευτη σκηνή ο Lil Ze αναγκάζει ένα αγόρι να διαλέξει ένα άλλο αγόρι για να το σκοτώσει. Ο Felipe Silva, ένα από τα παιδιά-ηθοποιούς, θυμάται: «Φοβόμουν μέχρι θανάτου τον Leandro Firmino. Με έκαναν κατά κάποιο τρόπο να τον φοβάμαι για να μπορέσω να κλάψω σε εκείνη τη σκηνή» (Bowater, 2013).

Πηγή εικόνας: BBC / Δικαιώματα χρήσης: Rex Features

Η ταινία παρακολουθεί για μια εικοσαετή περίοδο δύο παιδιά που μεγαλώνουν στο σκληρό περιβάλλον της φαβέλας, απεικονίζοντας τη βία και τον δύσκολο δρόμο προς την ενηλικίωση. Ο μικρός «Ρουκέτας» ανακαλύπτει ότι η θέση του δεν είναι εκεί και σύντομα παίρνει μια φωτογραφική μηχανή, μέσα από την οποία βλέπει τη ζωή διαφορετικά, κάνοντας τα πρώτα του βήματα προς τη λύτρωση. Το άλλο αγόρι, από ο «Κοντός» καταφέρνει να γίνει ο «Λιλ Ζε», o ισχυρός και φοβερός βαρόνος ναρκωτικών. Η πλοκή εξελίσσεται με έναν περίτεχνο τρόπο μέσα από τις ζωές τους και τις ζωές των άλλων στη φαβέλα, απεικονίζοντας τη σκληρή πραγματικότητα στην Cidade de Deus, συμπεριλαμβανομένου του πολέμου των συμμοριών, της διακίνησης ναρκωτικών και των καθημερινών αγώνων των κατοίκων.

Μέσα από την ταινία, οι θεατές αποκτούν μια ζοφερή εικόνα της ζωής σε ένα μέρος που μοιάζει περισσότερο με εμπόλεμη ζώνη παρά με γειτονιά, όπου η ζωή είναι τόσο φτηνή όσο ένα κοτόπουλο. Η ταινία ξεκινά με ένα μοντάζ υψηλής αντίθεσης το οποίο συνδυάζεται με jump cuts σε ηχητικά στιγμιότυπα όπως το ακόνισμα λεπίδων, η λατινική μουσική και η προετοιμασία φαγητού, υποδηλώνοντας μια νοτιοαμερικανική αγορά δρόμου. Η σκηνή μετατοπίζεται στην οπτική γωνία ενός κοτόπουλου, προμηνύοντας την απόδραση και το επακόλουθο κυνηγητό του. Η μουσική και τα jump cuts εντείνονται, έως ότου το κοτόπουλο να δραπετεύσει, όπου οι ήχοι σταματούν, αφήνοντας μόνο το κοτόπουλο να ακούγεται.

Στη συνέχεια, ένας άντρας διατάζει τη συμμορία του να πιάσει το κοτόπουλο και η κάμερα μεταβαίνει από χειροκίνητα πλάνα σε πλάνα με γερανό, με ταχύτερα jump cuts που απεικονίζουν την ξέφρενη καταδίωξη. Η σκηνή μεταφέρεται στον «Ρουκέτα» και τον φίλο του, που περπατούν ήσυχα, συνοδευόμενοι μόνο από ατμοσφαιρικούς ήχους και τη συζήτησή τους. Αυτές οι αντιθέσεις δημιουργούν προσμονή για την τελική σύγκλιση των σκηνών, υποδηλώνοντας τον επικείμενο κίνδυνο, όπως φαίνεται στο τελικό πλάνο 360 μοιρών, που δείχνει το κοτόπουλο και τον «Ρουκέτα» να συναντιούνται στη μέση ενός δρόμου, ενώ πρόκειται να ξεσπάσει μια βίαιη σύγκρουση μεταξύ μιας επικίνδυνης συμμορίας νεαρών εγκληματιών και βαριά οπλισμένων, διεφθαρμένων αστυνομικών (James, 2016).

Alexandre Rodrigues στην ταινία City of God Πηγή εικόνας: The Guardian / Δικαιώματα χρήσης: Miramax/Sportsphoto/Allstar

Αυτά τα στοιχεία υπογραμμίζουν το θέμα της σύγκρουσης της ταινίας και αναδεικνύουν τις διαφορετικές φιλοδοξίες των πρωταγωνιστών (James, 2016). Χαρακτήρες όπως ο «Ρουκέτας» και ο «Νοκ-άουτ», χρησιμεύουν ως παραδείγματα ατόμων που προσπαθούν να κερδίσουν τα προς το ζην με έντιμα μέσα εν μέσω αυτών των προκλήσεων. Οι αγώνες τους αναδεικνύουν τα διαρκή εμπόδια που επιβάλλονται από την κοινωνική τάξη και τον παγιωμένο δομικό ρατσισμό, τα οποία ουσιαστικά περιορίζουν πολλούς κατοίκους των φαβέλων στο περιθώριο της κοινωνίας. Όπως απεικονίζεται στην ταινία, τα εμπόδια αυτά όχι μόνο περιορίζουν τις οικονομικές ευκαιρίες, αλλά και διαιωνίζουν τον κύκλο της φτώχειας και της εγκληματικότητας, καθιστώντας εξαιρετικά δύσκολο ιδίως για τους νέους να ξεφύγουν από αυτές τις συνθήκες.

Η «Πόλη του Θεού» χρησιμεύει έτσι ως ένα ισχυρό σχόλιο για τις διαρκείς κοινωνικές ανισότητες και τις συστημικές αδικίες που αντιμετωπίζουν οι περιθωριοποιημένες κοινότητες σε αστικά περιβάλλοντα όπως οι φαβέλες του Ρίο ντε Τζανέιρο. Στα 22 χρόνια που πέρασαν από την κυκλοφορία της, η «Πόλη του Θεού» παραμένει επίκαιρη, αναδεικνύοντας τρέχοντα ζητήματα όπως η ακραία φτώχεια και η ανισότητα στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Ο εμπνευστής του έργου “Unequal Scenes”, Johnny Miller, εξηγεί πώς η Βραζιλία είναι συνώνυμη για πολλούς ανθρώπους με την ανισότητα και τις φαβέλες του Ρίο. Η εντυπωσιακή αντίθεση των φτωχών, που κατοικούν ψηλά στους λόφους, και των πλούσιων στην κάτω πόλη, υπογραμμίζει την επικράτηση της φτώχειας. Σημειώνει, επίσης, ότι πολλοί Βραζιλιάνοι καταλήγουν να δέχονται την ανισότητα και τη φτώχεια ως ένα λυπηρό, αλλά αναπόφευκτο μέρος της ζωής τους. Στο Ρίο δεν υπάρχει μόνο ένα έντονο οικονομικό χάσμα μεταξύ των εξαιρετικά πλούσιων και των φτωχών που συνυπάρχουν σε συνεχή ένταση, αλλά και μια σύγκρουση μεταξύ της αστικής ανάπτυξης και της υποβάθμισης του φυσικού περιβάλλοντος (In, 2020).


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • City of God, 10 years on, BBC, διαθέσιμο εδώ
  • City of God: Unveiling the Dark Realities of Rio de Janeiro, Rio&learn, διαθέσιμο εδώ
  • Βραζιλία: Ένα πρότζεκτ αεροφωτογραφίας αποτυπώνει την ανισότητα στη χώρα, in magazin, διαθέσιμο εδώ
  • Film Form Analysis — City of God (opening sequence), Medium, διαθέσιμο εδώ
  • Φαβέλες: Φαινόμενα Κοινωνικής Ανισότητας, Crime Times, διαθέσιμο εδώ

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γεωργία Παγιαβλά
Γεωργία Παγιαβλά
Αποφοίτησε από το Tμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό στο University of Glasgow με ειδίκευση Economic Development. Παρακολούθησε δεύτερο μεταπτυχιακό στα Οικονομικά στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ, παράλληλα, ήταν βοηθός ερευνήτρια στο «Ινστιτούτο Περιφερειακής Ανάπτυξης». Απασχολήθηκε σε μια αστική ΜΚΟ για την Απολιγνιτοποίηση στη Μεγαλόπολη και ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό στο Tμήμα Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο με κατεύθυνση Χωρικές Πολιτικές και Ανάπτυξη στην Ευρώπη. Συνεχίζει τις σπουδές της σε διδακτορικό επίπεδο, ενώ, συγχρόνως, φοιτά στο προπτυχιακό Τμήμα της Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ. Χόμπυ της η ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων και οι περίπατοι στην Αθήνα.