24.8 C
Athens
Κυριακή, 6 Οκτωβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΟι λόγοι άρσης του καταλογισμού

Οι λόγοι άρσης του καταλογισμού


Της Τάνιας Στέφου,

Σύμφωνα με το άρθρο 14ΠΚ «έγκλημα είναι πράξη άδικη και καταλογιστή σε εκείνον που την τέλεσε, η οποία τιμωρείται από τον νόμο». Ο καταλογισμός είναι το ένα από τα στοιχεία του εγκλήματος. Ο τελευταίος ερμηνεύεται ως η ευθύνη κάποιου, η απόδοση ή η χρέωση ή η αποδοκιμασία σε βάρος κάποιου. Η άδικη πράξη του δράστη πρέπει να επικαλύπτεται από την υπαιτιότητά του. Με το άρθρο 7 παράγραφος 1 του Συντάγματος κατοχυρώνεται η αρχή του καταλογισμού, κατά την οποία απαγορεύεται η ποινική τιμωρία κάποιου, εφόσον η ενοχή του για την πράξη του δεν έχει διαπιστωθεί.

Λόγοι άρσης του καταλογισμού

Α. Η πλάνη του δράστη, διαχωρίζεται σε δύο είδη, την πραγματική και την νομική που προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 30 και 31 του ποινικού κώδικα. Η πραγματική πλάνη εμποδίζει τον καταλογισμό της πράξης στον δράστη είτε σε μορφή δόλου είτε ενσυνείδητης αμέλειας, ενώ στην νομική πλάνη προβλέπεται η οδήγηση στην άρση του καταλογισμού δίχως την επιρροή του δόλου του δράστη.

Α1. Στην νομική πλάνη αναφέρεται το άρθρο 31 ΠΚ. Σε αυτό το είδος πλάνης ο δράστης πλανάται ως προς τον κανόνα δικαίου που διέπει την πράξη του ή την έκταση του τελευταίου. Ο δράστης έχει την δυνατότητα να αντιληφθεί την πραγματικότητα και θεωρεί ότι η πράξη του δεν είναι απαγορευτική σύμφωνα με τον κανόνα δικαίου. Ο καταλογισμός της πράξης στον δράστη αίρεται λόγω της πίστης του στο δικαίωμα της τέλεσης της πράξης (πλάνη συγγνωστή).

Α2. Η πραγματική πλάνη ρυθμίζεται στο άρθρο 30 του Ποινικού Κώδικα. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, «δεν πράττει με δόλο όποιος κατά το χρόνο τέλεσης της αξιόποινης πράξης αγνοεί τα περιστατικά που τη συνιστούν. Αν, όμως, η άγνοια αυτών των περιστατικών μπορεί να αποδοθεί σε αμέλεια του υπαίτιου, η πράξη του καταλογίζεται ως έγκλημα αμέλειας. Δεν καταλογίζονται στο δράστη περιστατικά που κατά το νόμο επαυξάνουν το αξιόποινο της πράξης του, αν τα αγνοούσε». Η πλάνη αναφέρεται εκτός από την πραγματική κατάσταση της πράξης σε νομικά θέματα και στοιχεία της υποστάσεως του εγκλήματος. Κατά την πραγματική πλάνη η πράξη δεν καταλογίζεται στο δράστη αλλά σε έγκλημα από αμέλεια εφόσον το έγκλημα τιμωρείται ως έγκλημα από αμέλεια.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: cottonbro studio

Β. Κατάσταση ανάγκης, άρθρο 32 ΠΚ. Στον ποινικό κώδικα συναντάμε δύο μορφές κατάστασης ανάγκης: α) αυτή που αποκλείει το άδικο, άρθρο 25 ΠΚ και β) αυτή που αποκλείει τον καταλογισμό, άρθρο 32 ΠΚ. Στην κατάσταση ανάγκης της δεύτερης μορφής (άρθρο 32 ΠΚ), η απειλή του κινδύνου παρουσιάζεται στο δράστη ή σε κάποια συγγενική του σχέση, ενώ στο θυσιαζόμενο αγαθό η βλάβη που προκλήθηκε είναι βαρύτερη από την άδικη πράξη του δράστη, η αντίδραση του θύματος εμπίπτει στην διάταξη της άμυνας, σε σχέση με την άρση του αδίκου (άρθρο 25ΠΚ) τα απειλούμενα σε κίνδυνο πρόσωπα περιλαμβάνουν τον ίδιο και οποιοδήποτε τρίτο, το θυσιαζόμενο αγαθό πρέπει να είναι κατώτερο από το σωζόμενο, δεν υπάρχει κάλυψη για το θύμα.

Στο άρθρο 32 ΠΚ ο δράστης βρίσκεται σε ψυχική πίεση, αυτό θεωρείται άδικη συμπεριφορά η οποία δεν του καταλογίζεται. Για την εφαρμογή του άρθρου 32ΠΚ (κατάσταση ανάγκης) θα πρέπει: α) να υπάρχει κίνδυνος απειλής του δράστη η της περιουσίας του, β) ο κίνδυνος να μην μπορεί να αποτραπεί, γ) η οφειλή του κινδύνου να είναι σε δόλο ή αμέλεια του δράστη, δ) η αποτροπή του κινδύνου να είναι άμεσος σκοπός, ε) ο δράστης ή οι συγγενείς του να είναι κύριοι κάτοχοι του αγαθού και στ) η βλάβη να είναι αναγκαία και με σπουδαιότητα για την αποφυγή κινδύνου.

Γ. Αδυναμίας αποφυγής του αδίκου, άρθρο 33 ΠΚ. Η πράξη του δράστη δεν καταλογίζεται σε αυτόν εφόσον βρισκόταν σε δίλημμα για την επιλογή του δικαίου και αδίκου λόγω σύγκρουσης καθηκόντων και η πρόκληση της προσβαλλομένης πράξης είναι ανάλογης σπουδαιότητας με την απειλή.

Δ. Ανικανότητα για καταλογισμό, άρθρο 34 ΠΚ. Η πράξη δεν καταλογίζεται στον δράστη αν λόγω ψυχικής η διανοητικής διαταραχής ή διατάραξης της συνείδησης κατά τον χρόνο τέλεσης της, δεν είχε την ικανότητα να αντιληφθεί το άδικο της πράξης του ή να ενεργήσει σύμφωνα με την αντίληψη του για το άδικο αυτό. Οι ψυχικές καταστάσεις (μη νοσηρές) επηρεάζουν την αντίληψη του ατόμου για την επεξεργασία της πραγματικότητας καθώς και τις εγκεφαλικές ενέργειες με αποτέλεσμα να οδηγούν στην άρση του καταλογισμού.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Βασιλική Ι. Σγάντζου, Η κατάστρωση της ανικανότητας προς καταλογισμό στον Ποινικό Κώδικα, eleftheriaonline.gr. Διαθέσιμο εδώ.
  • Ι. Μανωλεδάκης, Ποινικό Δίκαιο – Επιτομή Γενικού Μέρους, Επιμέλεια: Μ. Καϊάφα – Γκμπάντι – Ε. Συμεωνίδου – Καστανίδου, ζ ́έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2005.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Τάνια Στέφου
Τάνια Στέφου
Γεννήθηκε το 2002, κατάγεται από τα Γρεβενά και κατοικεί στη Θεσσαλονίκη. Είναι 4ετής φοιτήτρια Νομικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Έχει γνώσεις αγγλικής και γαλλικής γλώσσας. Την ενδιαφέρει, κυρίως, το αντικείμενο του Ποινικού, αλλά και του Δημοσίου Δικαίου.