20.5 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠολιτισμόςΟι κατατρεγμένοι ποιητές μέσα από τον Καρυωτάκη

Οι κατατρεγμένοι ποιητές μέσα από τον Καρυωτάκη


Της Εφραιμίας Μπαρμπαρή,

Η ποίηση σπάνια αποτελεί μια ασχολία που αποφέρει στους δημιουργούς της κάποιο κέρδος. Οι περισσότεροι ποιητές καταλήγουν φτωχοί, παραγκωνισμένοι από την κοινωνία που ζουν. Όμως, καταφέρνουν και βρίσκουν την αναγνώριση που τους αξίζει μετά τον θάνατό τους.

Με μια λέξη μόνο, οι ποιητές αυτοί έχουν χαρακτηρισθεί ως «κατατρεγμένοι». Ο όρος χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά το 1832 από τον Αλφρέ ντε Βινύ, ο οποίος στο έργο του Stello περιγράφει τους ποιητές ως «τη ράτσα των παντοτινά καταραμένων από τους ισχυρούς της γης». Η ζωή των κατατρεγμένων ποιητών είναι πάντα αντισυμβατική, διαφορετική από τις νόρμες που ορίζει η κοινωνία. Χαρακτηρίζονται συνήθως από χρήση ναρκωτικών ουσιών, ομοφυλοφιλικές σχέσεις και πρόωρο θάνατο.

Κατατρεγμένοι θεωρούνται ποιητές όπως ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, η Μαρία Πολυδούρη, ο Σαρλ Μποντλέρ και ο Πωλ Βερλαίν. Γι’ αυτές τις αδικημένες ψυχές γράφτηκαν πολλά ποιήματα, πολλοί δημιουργοί αφουγκράστηκαν τον πόνο τους και καλλιτέχνησαν εξαιτίας του. Ένα από τα πιο γνωστά ποιήματα για τους κατατρεγμένους ποιητές δεν είναι άλλο από την Μπαλάντα στους άδοξους ποιητές του Κώστα Καρυωτάκη.

Σαρλ ΜποντλέρΟ Γάλλος ποιητής Πηγή εικόνας: Wikipedia / Public Domain

Το ποίημα αυτό ανήκει στη συλλογή Νηπενθή του 1921, τη δεύτερη του Καρυωτάκη. Ο Καρυωτάκης για να περιγράψει τη δίνη που περνούσαν οι κατατρεγμένοι ποιητές χρησιμοποιεί το είδος της μπαλάντας. Πρόκειται για ένα επικό-λυρικό ποίημα, το οποίο αποτελείται από 4 στροφές. Βασικό χαρακτηριστικό είναι ότι σε κάθε στροφή, ο τελευταίος στίχος είναι ο ίδιος, έχοντας τη χρήση του ρεφρέν. Γνώρισε μεγάλη ακμή κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, αλλά και τον 19ο αιώνα, κυρίως στην αγγλική και γαλλική ποίηση.

«Ἀπὸ θεοὺς κι ἀνθρώπους μισημένοι,
σὰν ἄρχοντες ποὺ ἐξέπεσαν πικροί,
μαραίνονται οἱ Βερλαίν· τοὺς ἀπομένει
πλοῦτος ἡ ρίμα πλούσια καὶ ἀργυρή.
Οἱ Οὐγκὸ μὲ «Τιμωρίες» τὴ τρομερὴ
τῶν Ὀλυμπίων ἐκδίκηση μεθοῦνε.
Μὰ ἐγὼ θὰ γράψω μιὰ λυπητερὴ
μπαλάντα στοὺς ποιητὲς ἄδοξοι που ‘ναι.

Ἂν ἔζησαν οἱ Πόε δυστυχισμένοι,
καὶ ἂν οἱ Μπωντλαίρ ἐζήσανε νεκροί,
ἡ Ἀθανασία τοὺς εἶναι χαρισμένη.
Κανένας ὅμως δὲν ἀνιστορεῖ
καὶ τὸ ἔρεβος ἐσκέπασε βαρὺ
τοὺς στιχουργοὺς ποὺ ἀνάξια στιχουργοῦνε.
Μὰ ἐγὼ σὰν προσφορὰ κάνω ἱερὴ
μπαλάντα στοὺς ποιητὲς ἄδοξοι που’ ναι.

Τοῦ κόσμου ἡ καταφρόνια τοὺς βαραίνει
κι αυτοὶ περνοῦνε ἀλύγιστοι κι ὠχροί,
στὴν τραγικὴ ἀπάτη τους δομένοι
πὼς κάπου πέρα ἡ Δόξα καρτερεῖ,
παρθένα βαθυστόχαστα ἰλαρή.
Μὰ ξέροντας πὼς ὅλοι τοὺς ξεχνούνε,
νοσταλγικὰ ἐγὼ κλαίω τὴ θλιβερὴ
μπαλάντα στοὺς ποιητὲς ἄδοξοι πού ‘ναι

Καὶ κάποτε οἱ μελλούμενοι καιροί:
«Ποιός ἄδοξος ποιητής» θέλω νὰ ποῦνε
«τὴν ἔγραψε μίαν ἔτσι πενιχρὴ
μπαλάντα στοὺς ποιητὲς ἄδοξοι πού ‘ναι;»

Διαβάζοντας το ποίημα, γίνεται αντιληπτό πως ο Καρυωτάκης επηρεάστηκε έντονα από τον γαλλικό συμβολισμό και τη θεωρία του για τους κατατρεγμένους ποιητές. Ο Καρυωτάκης παρουσιάζει τις αυτοκαταστροφικές τάσεις που είχαν στη ζωή τους, την εύκολη επιρροή στα πάθη και πως, ενώ αντιστάθηκαν στις κοινωνικές συμβάσεις, «εζήσανε νεκροί» και «εξέπεσαν νεκροί». Αν και αργά, το έργο τους αναγνωρίζεται, τελικά, μετά τον θάνατό τους, δίνοντάς τους έτσι μια πολυπόθητη υστεροφημία, ένα «καλλιτεχνικό μετάλλιο» για τα βάσανα που πέρασαν στην επίγεια ζωή τους.

Η χρήση του καθημερινού λεξιλογίου και ο έντονος λυρισμός του ποιήματος κάνουν το αίσθημα της πικρίας ακόμα πιο έντονο. Ο Καρυωτάκης δεν υμνεί τα ιδανικά και τις αξίες, αλλά τους άδοξους και αδικημένους. Διαμαρτύρεται για την παραδοξότητα της κατάστασης. Πως, δηλαδή, πρέπει να επέλθει ο θάνατος πρώτα για να φτάσουν οι κατατρεγμένοι ποιητές στην αθανασία. Παράλληλα, φέρνει ως παραδείγματα τους Βερλαίν, Πόε, Ουγκώ και Μποντλέρ, τονίζοντας πως ποιητές σαν αυτούς που τώρα είναι δοξασμένοι και αγαπημένοι έπρεπε να φύγουν από αυτήν τη ζωή για να αναγνωριστούν.

Το φαινόμενο του κατατρεγμένου ποιητή ήταν τότε πολύ έντονο. Η κοινωνία τον 19ο αιώνα ήταν πιο συντηρητική από σήμερα, κλειστή με πολλούς περιορισμούς. Πολλοί άνθρωποι έζησαν δυστυχισμένοι, χωρίς τη βοήθεια ή την αναγνώριση που τους άξιζε. Γι’ αυτούς έγραψε ο Καρυωτάκης την μπαλάντα του, αλλά και γι’ αυτούς που τη διαβάζουν σήμερα και αισθάνονται αδικημένοι, βλέποντας το άδοξο τέλος να έρχεται.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Ποιοι είναι οι άδοξοι ποιητές του Κώστα Καρυωτάκη,  itravelpoetry.gr, διαθέσιμο εδώ
  • Κατατρεγμένοι ποιητές, thematofylakes.gr, διαθέσιμο εδώ 

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Εφραιμία Μπαρμπαρή
Εφραιμία Μπαρμπαρή
Γεννήθηκε το 2000 στη Σύρο όπου και μεγάλωσε. Από το 2018 είναι φοιτήτρια Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών. Τα ταξίδια αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής της, αφού της αρέσει να γνωρίζει καινούρια μέρη και κουλτούρες, ενώ, παράλληλα, έρχεται σε επαφή με ανθρώπους από διαφορετικούς λαούς. Στον ελεύθερό της χρόνο της αρέσει να ασχολείται με το διάβασμα και τη γυμναστική.