Του Κωνσταντίνου Κατσούλα,
Στα βόρεια της Σκωτίας υπάρχουν αρκετές συστάδες απομακρυσμένων νήσων, οι οποίες ακολούθησαν αρκετά διαφορετική ιστορική πορεία από την βρετανική νήσο, λόγω της θέσης τους αλλά και της σχετικής εγγύτητας στην Σκανδιναβία. Σε αυτά τα νησιά ανήκουν οι νήσοι Όρκνυ, ή Ορκάδων όπως είναι επίσης γνωστά, για την ιστορική πορεία των οποίων θα γίνει εκτενής αναφορά στις ακόλουθες παραγράφους.
Τα Όρκνυ κατοικήθηκαν πρώτη φορά κατά την μεσολιθική περίοδο, αμέσως μετά το λιώσιμο των πάγων οι οποίοι κάλυπταν την περιοχή αυτή. Η επέκταση του νεολιθικού πολιτισμού στην περιοχή οδήγησε στην δημιουργία νεολιθικών χωριών, ερείπια εκ των οποίων διασώζονται ακόμα και σήμερα. Άξιο αναφοράς είναι πως το παλαιότερο σπίτι το οποίο στέκεται ακόμα στην Βόρεια Ευρώπη βρίσκεται στα νησιά Όρκνυ, στο νησάκι Papa Westray. Στην κύρια νήσο, υπάρχει το προϊστορικό χωριό Skara Brae, το οποίο διασώζεται άψογα και έχει κατοχυρωθεί ως μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την UNESCO.
Στην εποχή του Σιδήρου, τα νέα τεχνολογικά επιτεύγματα έφτασαν στις νήσους και άλλαξαν, προς το καλύτερο, την ζωή των κατοίκων. Ο πολιτισμός τους ήταν κελτικού χαρακτήρα, ενώ οι νησιώτες μιλούσαν την Αρχαία Γαελική γλώσσα, γλώσσα κελτικής προέλευσης. Όταν οι Ρωμαίοι εισέβαλαν στην Βρετανία, τα νησιά έμειναν ανεξάρτητα – όπως και η Σκωτία – όμως οι νησιώτες ανέπτυξαν εμπορικές σχέσεις με τους Ρωμαίους. Κατά τον έκτο μ.Χ. αιώνα έφτασαν στο νησί Κέλτες ιεραπόστολοι, οι οποίοι κήρυξαν το Χριστιανισμό στα νησιά.
Σημείο καμπής για την ιστορία του αρχιπελάγους ήταν η εισβολή των Βίκινγκς τον ένατο μ.Χ. αιώνα. Μετά από περίπου έναν αιώνα, κατά την διάρκεια του οποίου οι Βίκινγκς λεηλατούσαν σποραδικά τα νησιά, στα τέλη του ένατου αιώνα οι Βίκινγκς, με αρχηγό τον Χαράλδο τον Καλλίκομο κατέλαβαν τα νησιά και ίδρυσαν την κομητεία των Όρκνυ, η οποία και υπήρξε υποτελής του βασιλείου της Νορβηγίας. Σημαντικό πρόσωπο στην ιστορία των νήσων ήταν ο Sigurd Eysteinsson, ο δεύτερος χρονικά κόμης των Όρκνυ, η ζωή του οποίου περιγράφεται αναλυτικά στα μεταγενέστερα saga των Σκανδιναβών. Ο Eysteinsson με ορμητήριο τα Όρκνυ εισέβαλε στην Βόρεια Σκωτία, κατακτώντας αρκετές περιοχές του νησιού και προκαλώντας τον τρόμο στους Κέλτες ιθαγενείς. Ο ανιψιός του Eysteinsson, που έμεινε γνωστός ως Torf-Einarr, εδραίωσε μια δυναστεία η οποία διήρκεσε αρκετούς αιώνες.
Οι Βίκινγκς, σε αντίθεση με τους Κέλτες κατοίκους της νήσου, ήταν ειδωλολάτρες μέχρι που ο Νορβηγός Βασιλιάς Olaf Tryggvasson έφτασε στην νήσο και επέβαλε στους Βίκινγκς την μεταστροφή στον Χριστιανισμό. Ο Κόμης Thorfinn Sigurdsson (1025-1064) επέκτεινε περαιτέρω την δύναμη της Κομητείας του, καθώς ενσωμάτωσε σε αυτό μικρότερες ηγεμονίες οι οποίες υπήρχαν σε νησιά μεταξύ Βρετανίας και Ιρλανδίας, με χαρακτηριστικότερη την νήσο του Μαν. Ο ίδιος καθώς και οι γιοί του συμμετείχαν στην μάχη του Stamford Bridge, στην οποία όμως οι δυνάμεις των Νορβηγών ηττήθηκαν κατά κράτος. Ο Thorfinn δολοφονήθηκε στην μάχη, ενώ αργότερα οι γιοί του ήρθαν σε ρήξη. Μάλιστα η ρήξη αυτή στην επόμενη γενιά οδήγησε σε ανοιχτή σύγκρουση, με αποτέλεσμα ο Magnus Erlendsson να δολοφονηθεί από τον ξάδερφό του Haakon Paulsson το 1116. Προς τιμήν του πρώτου, ανεγέρθηκε ο ναός του Αγίου Μάγνου, ο οποίος ακόμα και σήμερα είναι σημείο αναφοράς για την πρωτεύουσα των Όρκνυ, το Kirkwall.
Η δυναστεία των Νορβηγών Κόμηδων του Όρκνυ έφτασε στο τέλος της το 1231, όταν δολοφονήθηκε ο Κόμης Jon Haraldsson. Ο Magnus, γιός του Κόμη του Angus, ήταν ο πρώτος Σκωτσέζος Κόμης των νησιών Όρκνυ. Η δυναστεία του Magnus κυβέρνησε τα νησιά μέχρι το 1379, όταν την εξουσία έλαβε ο οίκος Sinclair, ο οποίος και παραμένει μέχρι και σήμερα ένας από τους σημαντικότερους οίκους της Σκωτίας. Καθώς η επιρροή των Νορβηγών μειωνόταν όλο και περισσότερο, ενώ αυτή των Σκωτσέζων αυξανόταν, οι τελευταίοι προσάρτησαν οριστικά την κομητεία του Όρκνυ το 1472. Η τελευταία μάχη που έλαβε χώρα στα νησιά Όρκνυ ήταν η μάχη του Summerdale το 1529, στην οποία συγκρούστηκε ο κλάδος των Sinclair των νήσων Όρκνυ με τους Sinclair του Caithnass, της κοντινότερης στα νησιά περιοχής της Σκωτίας.
Για τους επόμενους αιώνες οι νήσοι έμειναν εκτός του ιστορικού προσκηνίου, μέχρι που η ύπαρξη ενός εξαιρετικού φυσικού λιμανιού στην περιοχή, του κόλπου του Scapa Flow, οδήγησε τους Βρετανούς να το χρησιμοποιήσουν ως ναυτική βάση. Με την αύξηση της ισχύος των Γερμανών κατά την έναρξη του εικοστού αιώνα η περιοχή απέκτησε σημασία, καθώς η Βόρεια Θάλασσα έγινε πεδίο ανταγωνισμού μεταξύ των Βρετανών και των Γερμανών, ενώ στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο έγινε σημαντική βάση του Βασιλικού Ναυτικού. Μετά την ανακωχή του Νοεμβρίου του 1918, ένας από τους όρους για την Γερμανία ήταν να κρατηθεί μεγάλο τμήμα του στόλου της στα χέρια των Άγγλων, οι οποίοι και κράτησαν τα πλοία αύτανδρα στο Scapa Flow. Ο Γερμανός ναύαρχος Ludwig von Reuter αποφάσισε να βυθίσει τα πλοία, καθώς πίστευε πως οι Άγγλοι θα τα καταλάβουν για να τα χρησιμοποιήσουν εναντίον της Γερμανίας σε περίπτωση μη υπογραφής οριστικής συνθήκης ειρήνης. Στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο το λιμάνι υπήρξε ξανά κομβικής σημασίας για τους Βρετανούς, ενώ τα νησιά έγιναν και σημείο διαμονής Ιταλών αιχμαλώτων.
Σήμερα, οι κάτοικοι των νησιών Όρκνυ, εκτός από το μοναδικό και άγριο φυσικό τοπίο απολαμβάνουν και τα ιδιαίτερα ιστορικά μνημεία του τόπου τους, καθώς λόγω του απομονωμένου των νησιών υπάρχουν σημαντικά μνημεία από όλες τις προαναφερθείσες περιόδους.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Orkney Islands, britannica.com, Διαθέσιμο εδώ
- The Viking spirit of a remote Scottish archipelago, bbc.com, Διαθέσιμο εδώ