Της Αριάδνης – Παναγιώτας Φατσή,
Στο τελευταίο του βιβλίο, ο Γιώργος Σιακαντάρης αφορμάται από τα 50 χρόνια από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα, τονίζοντας τη συμβολική σημασία αυτού του ορόσημου. Παράλληλα, όπως έχει δηλώσει ο ίδιος, η συγγραφή του βιβλίου φέτος πραγματοποιήθηκε και λόγω των επερχόμενων Αμερικανικών Εκλογών, με το διακύβευμα της επανεκλογής Trump να απειλεί τη συνοχή των Δημοκρατιών σε όλο τον κόσμο. Ο Σιακαντάρης εξηγεί ότι δεν είναι οι καταστάσεις ίδιες σε όλα τα κράτη, αλλά υπάρχουν κοινά σημεία, ενώ υποστηρίζει ότι το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αν θα υπάρξουν Δημοκρατίες μέχρι το 2050, αλλά ποια μορφή θα έχουν. Εξερευνά τις διάφορες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι Δημοκρατίες σήμερα, από την άνοδο των αυταρχικών ηγετών έως τις απειλές εντός των ελεύθερων Δημοκρατιών.
Το βιβλίο που τιτλοφορείται Τι δημοκρατίες θα υπάρχουν το 2050; Μεταδημοκρατία, μεταπολιτική, μετακόμματα κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Αλεξάνδρεια. Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτωρ κοινωνιολογίας, συγγραφέας, δοκιμιογράφος, βιβλιοκριτικός και αρθρογράφος σε γνωστές εφημερίδες. Έχει διδάξει κοινωνιολογία στα πρώην ΤΕΙ Καλαμάτας, τη Σχολή Μηχανικών Ικάρων και τη Σχολή Αστυνομίας, ενώ διετέλεσε επιστημονικός διευθυντής στο «ΙΣΤΑΜΕ Ανδρέας Παπανδρέου» και επιστημονικός υπεύθυνος του «Πολιτικού Εργαστηρίου για τη Σοσιαλδημοκρατία».
Ο συγγραφέας εξετάζει το φαινόμενο της μεταπολιτικής στις Δημοκρατίες, μια έννοια που δεν έχει ακόμη πλήρως εμφανίσει τα αποτελέσματά της στο ελληνικό πολιτικό σύστημα. Το βιβλίο προσδιορίζει πέντε σημαντικές εξελίξεις που απειλούν τις αντιπροσωπευτικές φιλελεύθερες Δημοκρατίες, όπως αυτές λειτούργησαν μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα. Πρώτον, συζητά την περιθωριοποίηση των πολιτικών κομμάτων και των κοινοβουλευτικών θεσμών υπέρ της εκτελεστικής εξουσίας, αλλά και των υπερεθνικών σχηματισμών, που εν τέλει δεν μπαίνουν σε διαδικασία λογοδοσίας προς τους πολίτες. Δεύτερον, διερευνά τη μετάβαση από το κόμμα-καρτέλ στο κόμμα-σούπερ μάρκετ, και εν τέλει στο «μετακόμμα», παράλληλα με τον μετασχηματισμό του πολιτικού φάσματος Αριστεράς-Δεξιάς, για τον οποίο ο συγγραφέας αναρωτιέται αν όντως είναι πλέον περιττός, ή αν απλώς η διάκριση σε «φίλους και εχθρούς της Δημοκρατίας» έχει ως στόχο την περιθωριοποίηση συλλήβδην της Αριστεράς.
Τρίτον, ο συγγραφέας υπογραμμίζει την «προεδροποίηση» της εκτελεστικής εξουσίας, τα προβλήματα του συνταγματισμού, την παρέμβαση στις Ανεξάρτητες Αρχές και την αντίσταση στην αυταρχική μετατόπιση στα πολιτικά συστήματα. Τέταρτον, εμβαθύνει στη μετάβαση από τον προ-παγκοσμιοποιητικό εθνικισμό στον εθνικιστικό λαϊκισμό, τον ελιτιστικό λαϊκισμό (ακραίο κέντρο), τον αυξανόμενο θρησκευτικό φανατισμό και την ισλαμική τρομοκρατία, ενώ κριτικάρει απλοϊκές διακρίσεις όπως «λαϊκισμός εναντίον αντιλαϊκισμού» και «φίλοι εναντίον εχθρών της Δημοκρατίας», διότι θεωρεί ότι υποκρύπτουν νέους κινδύνους. Τέλος, το βιβλίο πραγματεύεται την άνοδο της Ακροδεξιάς και του Τραμπισμού, που οδηγούνται από φόβους αναφορικά με τη μείωση της κοινωνικής κινητικότητας, τις θεωρίες της αξιοκρατίας, την αντίδραση στην κλιματική κρίση, αλλά και τις τεχνολογικές εξελίξεις όπως η τεχνητή νοημοσύνη.
Στο βιβλίο του, ο Γιώργος Σιακαντάρης υποστηρίζει ότι οποιαδήποτε συζήτηση για τη Δημοκρατία, τον φιλελευθερισμό ή τον ρεπουμπλικανισμό πρέπει να λαμβάνει υπόψη το πλαίσιο του καπιταλισμού. Σε αντίθεση με τις απόψεις που απορρίπτουν τον καπιταλισμό ως άσχετο με τη σοβαρή, μέτρια σκέψη, ο Σιακαντάρης πιστεύει ότι ο καπιταλισμός εγγενώς παράγει και διαιωνίζει ανισότητες. Αυτές οι ανισότητες, εάν δεν αντιμετωπιστούν, αποτελούν σημαντικές απειλές για τη Δημοκρατία, η οποία μπορεί να υπερασπιστεί μόνο με τον μετριασμό τέτοιων ανισοτήτων. Τονίζει ότι η Δημοκρατία ευδοκιμεί, όταν μετριάζει και ελέγχει τη βία που προκύπτει από άνισες καπιταλιστικές σχέσεις, ένα έργο που γίνεται πιο δύσκολο σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία όπου οι πολιτικοί θεσμοί περιορίζονται στην εθνική λογική.
Τέλος, ο συγγραφέας επισημαίνει, επίσης, την προβληματική αποσύνδεση μεταξύ της αυτόνομης λειτουργίας της οικονομίας και της εγνωσμένης πλέον αδυναμίας της πολιτικής να συμβαδίσει. Αυτή η αποσύνδεση οδηγεί σε μια αποδυναμωμένη Δημοκρατία, καθώς τα πολιτικά συστήματα αποτυγχάνουν να ρυθμίσουν αποτελεσματικά τις παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Σιακαντάρης επικρίνει την επικρατούσα αντίληψη ότι η Δημοκρατία κινδυνεύει μόνο όταν οι αυταρχικοί ηγέτες είναι στην εξουσία, υποστηρίζοντας αντ’ αυτού ότι οι αυταρχικές τάσεις μπορούν να αναπτυχθούν ακόμη και σε πλήρως δημοκρατικές κοινωνίες χωρίς αυταρχικούς ηγέτες. Το συγκεκριμένο βιβλίο απευθύνεται σε όλους όσους ασχολούνται με την πολιτική επιστήμη, αλλά και μη ειδικούς αναγνώστες που ενδιαφέρονται για μια διαφορετική οπτική στις σύγχρονες Δημοκρατίες και κοινωνίες.