11.1 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΥγείαΤο κάταγμα κροταφικού οστού και οι επιπλοκές του

Το κάταγμα κροταφικού οστού και οι επιπλοκές του


Της Χριστίνας Τέλλη,

Το τραύμα στο κροταφικό οστό αποτελεί αιτία σημαντικής νοσηρότητας και μπορεί να οδηγήσει σε πολλαπλές και ιδιαίτερα σοβαρές επιπλοκές. Στο σημερινό μου άρθρο θα παραθέσω κάποιες βασικές πληροφορίες περί κατάγματος κροταφικού οστού, αναφέροντας αρκετές από τις επιπλοκές αυτές. Είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε εξαρχής ότι ένα τέτοιο κάταγμα είναι…ιδιαίτερο. Πρώτον, το κροταφικό οστό συνιστά οστό της βάσης του κρανίου και δεύτερον, λόγω της δομής του, οι δυνάμεις που πρέπει να ασκηθούν σε αυτό για να προκαλέσουν κάταγμα είναι πολύ υψηλές. Εξ’ αυτού, περίπου το 60% των καταγμάτων αυτών θεωρούνται «ανοικτά» και παρουσιάζουν αίμα, ωτόρροια, κήλη εγκεφάλου κτλ. Οι πιο κοινές αιτίες πρόκλησης κατάγματος στο κροταφικό οστό είναι οι εξής:

  • Ατυχήματα με δίκυκλα
  • Πτώσεις
  • Ποδηλατικά ατυχήματα
  • Επιληπτικές κρίσεις
  • Βαριά κακοποίηση
  • Βιαιοπραγίες

Μπορούμε να διακρίνουμε τα κατάγματα του κροταφικού οστού σε δύο κατηγορίες: τα επιμήκη και τα εγκάρσια κατάγματα. Πρόκειται για μία ανατομική διάκριση ανάλογα με την πορεία της καταγματικής γραμμής –χωρίς να μπω σε λεπτομέρειες, στα επιμήκη κατάγματα λόγω της πορείας τους διασώζεται η ωτική κάψουλα, ενώ στα εγκάρσια όχι. Τα επιμήκη απαντούν σε συχνότητα 80% όλων των καταγμάτων του κροταφικού οστού.

Πηγή Εικόνας και Δικαιώματα Χρήσης: istockphoto.com/ jat306

Ο ασθενής που έχει υποστεί κάταγμα στο κροταφικό οστό, θα παρουσιαστεί στα επείγοντα με τυπικά συμπτώματα, όπως βαρηκοΐα, ναυτία, έμετος, ίλιγγος. Με την κλινική εξέταση, θα εντοπίσουμε το σημείο Battle, που συνιστά περιωτική εκχύμωση λόγω εξαγγειωμένου αίματος από την ωτική αρτηρία ή την αναστομωτική μαστοειδή φλέβα. Ένα άλλο σημείο που πρέπει να είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε κατευθείαν είναι τα μάτια «ρακούν», ή αλλιώς περιοφθαλμική εκχύμωση, που συνδέεται γενικώς με κατάγματα της βάσης του κρανίου, συγκεκριμένα του μέσου ή κατώτερου κρανιακού βόθρου. Από την εξέταση θα αναδυθούν και άλλα σημεία, όπως το αιμοτύμπανο, το τραύμα στον έξω ακουστικό πόρο, η ωτόρροια ή ρινόρροια με εγκεφαλονωτιαίο υγρό, ή η παράλυση του προσωπικού νεύρου. Πέραν της κλινικής εξέτασης, η αξονική τομογραφία και διάφορες ειδικές δοκιμασίες, όπως η ακοομετρία και η δοκιμασία προσωπικού νεύρου, βοηθούν στη διάγνωση του κατάγματος και τον εντοπισμό επιπλοκών αντίστοιχα.

Όπως προανέφερα και προηγουμένως, οι επιπλοκές είναι πολλαπλές και ποικίλλουν σε βαθμό σοβαρότητας:

  • Η πρώτη επιπλοκή που μας αφορά είναι η βαρηκοΐα αγωγής, δεδομένης της ανατομικής εντόπισης του κατάγματος. Συνηθέστερα οφείλεται στο αιμοτύμπανο ή σε διάτρηση του τυμπανικού υμένα.
  • Η νευροαισθητηριακή βαρηκοΐα και ο ίλιγγος είναι συχνές επιπλοκές σε ασθενείς που έχουν υποστεί εγκάρσιο κάταγμα κροταφικού οστού με εμπλοκή της ωτικής κάψουλας. Εδώ είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι ένας τέτοιος ασθενής θα παρουσιάσει νυσταγμό στην κλινική εξέταση.
  • Η πάρεση του προσωπικού νεύρου είναι πιθανή επιπλοκή τόσο στα επιμήκη, όσο στα εγκάρσια κατάγματα –το ½ των περιπτώσεων εγκάρσιων καταγμάτων κροταφικού οστού συνοδεύεται από κάκωση του προσωπικού νεύρου. Οφείλουμε να έχουμε υπόψη ότι η πάρεση του προσωπικού νεύρου μπορεί να είναι καθυστερημένη και να εμφανίσει συμπτώματα ώρες έως και μέρες μετά το συμβάν ή άμεση, γεγονός που υποδηλώνει την διατομή του νεύρου.
  • Η εκροή εγκεφαλονωτιαίου υγρού σε κατάγματα κροταφικού οστού είναι ένα σχετικά συχνό φαινόμενο (17% των περιπτώσεων) που εμφανίζεται εντός 48 ωρών ως ωτόρροια ή ρινόρροια καθαρού υγρού. Συνιστά από τις πιο σοβαρές επιπλοκές ενός κατάγματος κροταφικού οστού, δεδομένου ότι σε περίπτωση διαρροής άνω της μίας εβδομάδας, ο κίνδυνος μηνιγγίτιδας είναι ιδιαίτερα υψηλός.
  • Σε περίπτωση μεγάλου ελλείμματος στον μέσο κρανιακό βόθρο, εξετάζουμε την πιθανότητα μετα-τραυματικής εγκεφαλοκήλης, δηλαδή προβολής της σκληράς μήνιγγας και του κροταφικού λοβού του εγκεφάλου εντός του μέσου ωτός και της μαστοειδής απόφυσης.
  • Το περιλεμφικό συρίγγιο σχετίζεται στενά με κάταγμα της ωτικής κάψουλας και είναι πιο συχνό στα εγκάρσια κατάγματα του κροταφικού οστού. Ο ασθενής θα εμφανιστεί με ίλιγγο και βαρηκοΐα.
  • Κλείνοντας, αξίζει να αναφερθεί ότι σε βάθος χρόνου μπορεί να σχηματιστεί χολοστεάτωμα, ακόμα και πολλά χρόνια μετά το κάταγμα του κροταφικού οστού. Είναι σημαντικό το follow-up για την πρόληψη αυτού.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Anil K. Lalwani, Σύγχρονη Ωτορινολαρυγγολογία – Χειρουργική Κεφαλής και Τραχήλου Διάγνωση & Θεραπεία, Broken Hill Publishers, 2018
  • Treatment of Temporal Bone Fractures, PubMed. Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χριστίνα Τέλλη
Χριστίνα Τέλλη
Γεννήθηκε και ζει στα Ιωάννινα. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στο Τμήμα Ιατρικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και την ενδιαφέρει η ευαισθητοποίηση του κοινού για θέματα υγείας. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τη λογοτεχνία, την τέχνη και τα επιτραπέζια παιχνίδια στρατηγικής.