Της Μαρίας Αλμασίδου,
1929: Έλαβε χώρα η πρώτη τελετή Όσκαρ και, όπως είναι λογικό, ήταν πολύ διαφορετική σε σχέση με σήμερα. Διήρκησε μόλις 15 λεπτά, δεν υπήρχαν κάμερες και μικρόφωνα, αλλά και όταν πλέον μεταδόθηκε στην τηλεόραση, η τελετή δεν ξεπερνούσε τις δύο ώρες.
Σήμερα, η τελετή των Όσκαρ έχει συνδεθεί με την εντυπωσιακή εμφάνιση πολλών γνωστών ηθοποιών, οι οποίοι περιτριγυρίζονται συνήθως από θαυμαστές κι από πολλές κάμερες. Πίσω, όμως, στην όχι και τόσο μακρινή δεκαετία του ’20, αυτό ήταν κάτι που δεν συνέβαινε και ήταν πολύ ξένο στην αρχική διοργάνωση. Η ακαδημία είχε ιδρυθεί, στην πραγματικότητα, για να μεσολαβεί προκειμένου να επιλυθούν οι εργασιακές διαφορές από πλευράς των στούντιο. Με την πάροδο του χρόνου, βέβαια, έφτασαν να εξυπηρετούν κι άλλους σκοπούς, όπως η προώθηση τεχνικών προόδων κι έπειτα η παρουσίαση των βραβείων.
Ο στόχος ήταν αρκετά φιλόδοξος, ωστόσο η εναρκτήρια τελετή ήταν, εν τέλει, πολύ πιο απλή. Αρχικά, η ανακοίνωση των νικητών δεν έγινε εκείνη τη στιγμή, όπως συμβαίνει σήμερα, αλλά οι νικητές που θα παρευρίσκονταν είχαν ανακοινωθεί ήδη τρεις μήνες νωρίτερα. Η πρώτη τελετή, λοιπόν, που έλαβε χώρα μια μέρα σαν σήμερα, το 1929, στο ξενοδοχείο Roosvelt του Hollywood, παρέπεμπε περισσότερο σε εταιρικό συμπόσιο και όχι στη λαμπερή και χλιδάτη τελετή που παρακολουθούμε σήμερα. Περίπου 270 άτομα παρευρέθηκαν, ενώ το εισιτήριο κόστιζε μόλις $ 5.
Σύμφωνα με την Janet Gaynor, η οποία κέρδισε το Όσκαρ καλύτερης ηθοποιού, η τελετή θύμιζε περισσότερο ιδιωτικό πάρτι, παρά ανοιχτή τελετή. Πολύ περισσότερα χρήματα είχαν διατεθεί για τον μπουφέ και τον χορό που ακολούθησε παρά για τα ίδια τα βραβεία. Μόλις πέντε άτομα είχαν κερδίσει Όσκαρ, ενώ μονάχα δύο από αυτά παρευρίσκονταν στο κοινό.
Σε αντίθεση, επίσης, με τους λόγους που δίνουν οι νικητές των βραβείων σήμερα, στην πρώτη τελετή μονάχα ένας νικητής επέλεξε να δώσει λόγο κι αυτός ήταν ο Darryl F. Zanuck, που κέρδισε Όσκαρ ως τραγουδιστής της jazz, κάτι που θεωρήθηκε αρκετά καινοτόμο, δεδομένου ότι τα άλλα βραβεία απονεμήθηκαν σε βουβές ταινίες.
Η απονομή διήρκησε μόλις 15 λεπτά και η ακαδημία δεν φάνηκε να έβλεπε την απονομή ως κάτι που χρειαζόταν να έχει απαραίτητα ψυχαγωγικό χαρακτήρα. Αυτό, όμως, άλλαξε πολύ σύντομα, όταν το 1930 μεταδόθηκε η τελετή μέσω ραδιοφώνου κι ακόμα περισσότερα όταν μεταδόθηκε τηλεοπτικά στη δεκαετία του ‘50. Σήμερα, πλέον, ο ψυχαγωγικός χαρακτήρας της είναι παραπάνω από διακριτός.
Όσον αφορά τους κανόνες, ήδη από την αρχή έγιναν προσαρμογές προκειμένου να είναι δίκαιη η απονομή. Τα μέλη της ακαδημίας δεν ψήφισαν την πρώτη χρονιά, ενώ οι υποψήφιοι απλώς μπορούσαν να είναι τρεις από κάθε κατηγορία και θα επιλέγονταν από συμβούλιο κριτών, ενώ οι νικητές θα προέκυπταν, εν τέλει, από το κεντρικό διοικητικό συμβούλιο των κριτών, αποτελούμενο από ένα άτομο από κάθε κλάδο π.χ. σκηνοθεσίας, παραγωγής κ.ά. Τελικά, οι νικητές επιλέχθηκαν από πέντε μέλη, ωστόσο σύντομα το σύστημα αυτό άλλαξε όταν έγινε αντιληπτό ότι τα μέλη του συμβουλίου μπορούσαν να δώσουν εύκολα την ψήφο τους στις δικές τους ταινίες.
Στη δεύτερη τελετή, που έλαβε χώρα στις 30 Απριλίου του 1930, οι νικητές ανακοινώνονταν πλέον επιτόπου, προκειμένου η τελετή να αποκτήσει μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Παρόλα αυτά, ακόμα και σε αυτήν την περίπτωση, τα ονόματα των νικητών δεν ήταν τόσο μεγάλο μυστικό, καθότι η λίστα με τα ονόματα των νικητών είχε δοθεί ήδη προηγουμένως στον Τύπο, προκειμένου να συμπεριληφθεί στις πρωινές εφημερίδες, με αυστηρή απαγόρευση, όμως, στις 11 το πρωί. Το σύστημα αυτό διήρκησε μέχρι και το 1940, όπου ο Τύπος του Λος Άντζελες περιφρόνησε τους κανόνες κι έσπασε την απαγόρευση, καταλήγοντας η τελετή να μην έχει καθόλου εκπλήξεις.
Όταν πλέον τη δεύτερη χρονιά μεταδόθηκε η απονομή μέσω ραδιοφώνου, ήδη επικεντρώθηκε περισσότερο στην παρουσίαση, καθώς και στους λόγους των νικητών, και πολύ λιγότερο στην απονομή καθαυτή. Η ραδιοφωνική αυτή μετάδοση συνέβαλλε στην καθιέρωση της τελετής ως ένα γεγονός δημοσίων σχέσεων και κατ’ επέκταση μίας καλής ευκαιρίας να μεταδώσουν το μήνυμα στους ακροατές και τηλεθεατές ότι οι κινηματογραφικές ταινίες στην πραγματικότητα ήταν χρήσιμες και αξιόλογες και επρόκειτο για τέχνη.
Η πρώτη τηλεοπτική μετάδοση της απονομής στις 19 Μαρτίου του 1953 ήταν κομβικό σημείο για τα Όσκαρ, καθώς πλέον αποτελούσαν καθαρή ψυχαγωγία και όχι μία απλή βραδιά όπου αναγνωριζόταν η ψυχαγωγία. Με την πάροδο του χρόνου επεκτάθηκε και η διάρκεια της τελετής. Τη δεκαετία του 1930 διαρκούσε 3 ώρες περίπου. Ωστόσο, στις πρώτες τηλεοπτικές μεταδόσεις, οι διοργανωτές χρησιμοποιήσαν σαν δικαιολογία τον περιορισμένο τηλεοπτικό χρόνο, προκειμένου να αποκαταστήσουν τη βραχύτητα της τελετής. Αυτό επετεύχθη αφού τελικά οι παραγωγοί συμφώνησαν. Η πρώτη τηλεοπτική μετάδοση διήρκησε 90 λεπτά και προκειμένου να παραμείνουν στα πλαίσια του χρόνου, αναγκάστηκαν να παραλείψουν το τελευταίο τιμητικό βραβείο.
Η τελετή των Όσκαρ εξελίχθηκε μέσα στις δεκαετίες και κατέληξε από ένα απλό πάρτι σε ένα από τα σημαντικότερα κοσμικά γεγονότα της χρονιάς, όπου παρευρίσκονται τα πιο γνωστά πρόσωπα της βιομηχανίας του θεάματος. Μέσα στις δεκαετίες είναι πολλές οι αλλαγές που συντελέστηκαν, κάτι αναπόφευκτο αν αναλογιστεί κανείς τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας τις τελευταίες δεκαετίες και κατ’ επέκταση την αλλαγή και την εξέλιξη της ίδιας της βιομηχανίας του θεάματος.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- The first Oscar Ceremony Lasted 15 Minutes. What Happened?, nytimes.com, Διαθέσιμο εδώ