Του Δημήτρη Μπουτσικάρη,
Ο ελληνικός κινηματογράφος συμπεριλαμβάνει το σύνολο όλων των κινηματογραφικών παραγωγών στο ελληνικό έδαφος ή τη χρηματοδότηση και τη στήριξη από κάποια ελληνική παραγωγή. Ο ελληνικός κινηματογράφος, με όρους κινηματογραφικής βιομηχανίας και ενιαίου συνόλου, χωρίζεται σε περιόδους όπως αυτή της Πρώιμης Περιόδου (1900-1945), της Μετακατοχικής Περιόδου (1945-1967), της Δικτατορίας (1967-1973) και της Μεταδικτατορικής (1973-1990). Από τη δεκαετία του ’90, και ύστερα, μπορούμε να μιλάμε και για τον Σύγχρονο Ελληνικό Κινηματογράφο.
Η γνωριμία ανάμεσα στο σινεμά και την Ελλάδα έγινε μέσα από τις πρώτες προβολές ταινιών των αδερφών Λυμιέρ στην πλατεία Κολοκοτρώνη το 1898, την ειδησεογραφική κάλυψη των ενδιάμεσων Ολυμπιακών Αγώνων του 1906 από τον Γάλλο οπερατέρ Λεόν, αλλά και την εμφάνιση των αδερφών Γιάννη και Μιλτιάδη Μανάκη, οι οποίοι θεωρούνται οι πρώτοι κινηματογραφιστές στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια. Η πρώτη ελληνική μεγάλου μήκους ταινία ήταν η Γκόλφω του 1915 με σκηνοθέτη τον Κωνσταντίνο Μπαχατώρη.
Αργότερα, τις δεκαετίες του ’20 και του ’30, θα υπάρξει μια άνθηση, όπου ξεκινάει με την κάλυψη της Μικρασιατικής Εκστρατείας, για προπαγανδιστικούς λόγους βέβαια, όπως και η απόπειρα παραγωγής του Υπουργείου Εξωτερικών «ελληνικόν θαύμα». Μετά το ’22 έχουμε παραγωγές κωμικής και βουκολικής θεματολογίας, με έντονες επιρροές από την Ευρώπη. Επίσης, το 1921, ξεκίνησε τη λειτουργία του ο ιστορικός κινηματογράφος της Αθήνας, Ιντεάλ, κυκλοφόρησαν βιβλία όπως αυτά του Δημήτρη Γαζιάδη Πώς μπορώ να παίξω στον κινηματογράφο (1926) και η Ιστορία ενός παλιάτσου (1927) από τον Μιχαήλ Μιχαήλ και εκδόθηκαν περιοδικά όπως ο Κινηματογραφικός Αστήρ (1924) όπου μέχρι το 1969 κυκλοφόρησε 1.040 τεύχη. Σημαντικές ταινίες εκείνης της εποχής ήταν οι Έρως και κύματα (1928), Αστέρω (1929), Τα γαλάζια κεριά (1930) και Κοινωνική Σαπίλα (1932).
Η δεκαετία του ’40 είναι η περίοδος με τις πιο δύσκολες δοκιμασίες, όπως της Κατοχής και του Εμφυλίου. Η γερμανική κατοχή σχεδόν εξαφάνισε όποια καλλιτεχνική δημιουργία θα μπορούσε να αναδυθεί στον ελληνικό κινηματογραφικό χώρο και στερώντας την ευκαιρία για κάποιο αξιόλογο έργο. Παρ’ όλα αυτά, έχουμε την εμφάνιση παραγωγών, για παράδειγμα της Φίνος Φιλμ, που στήριξε την πρώτη ταινία της κατοχής, το 1943 με τίτλο Η Φωνή της Καρδιάς του Δημήτρη Ιωαννόπουλου, αλλά και το ζύμωμα για την ανάπτυξη του «ελληνικού κινηματογραφικού θαύματος» τις επόμενες δεκαετίες. Επίσης, είναι άξια αναφοράς η πρώτη ελληνική μικρού μήκους ταινία κινουμένων σχεδίων του 1942/1945 με τίτλο Ο Ντούτσε αφηγείται με δημιουργό τον Σταμάτη Πολενάκη.
Με μια πιο συγκεκριμένη αναφορά για την έννοια «Ελληνικός Κινηματογράφος» μπορούμε να μιλάμε μεταπολεμικά, και ειδικότερα από τη δεκαετία του ‘50 και μετά, όπου έγινε η εμφάνιση των πρώτων σκηνοθετών που σκέφτονταν και δούλευαν «κινηματογραφικά». Τέτοια ονόματα είναι ο Κούνδουρος, ο Κακογιάννης, ο Γρηγορίου, ο Τζαβέλλας, ο Δημόπουλος και ο Σακελλάριος. Όμως, η ταυτότητα του ελληνικού σινεμά δεν είχε διαμορφωθεί ακόμα και όπως σχολιάζει ο σκηνοθέτης Γιώργος Λαζαρίδης στην εφημερίδα Νέα Αλήθεια στις 2/11/1952: «Εκείνο που λέμε ότι απουσιάζει συνήθως από τις ελληνικές ταινίες είναι το θέμα. […] Έτσι μοιραία γυρίζονται ταινίες ελληνικές οι οποίες δεν στερούνται μόνο θέματος. Στερούνται και ψυχής». Έτσι, αυτό το κενό, με λίγες εξαιρέσεις, θα έρθουν να το καλύψουν τα πολιτικά πάθη της εποχής.
Εκείνη τη μετακατοχική περίοδο, όπου έχει προηγηθεί και ο Εμφύλιος Πόλεμος, οι πολιτικές κατευθύνσεις του τόπου θα ασκήσουν έντονη επεμβατική επιρροή πάνω στην πορεία του κινηματογράφου και συχνά αυτό οδηγούσε στη λογοκρισία. Ήδη από τον καιρό της μεταξικής δικτατορίας, ο κινηματογράφος θεωρούταν εργαλείο προπαγάνδας, κάτι το οποίο θα παρέμενε σε ισχύ ως και τη λήξη της περιόδου της δικτατορίας. Όμως, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να ρίξουμε την αξία της προσπάθειας της εποχής, καθώς κυκλοφόρησαν αριστουργηματικές ταινίες όπως Οι Γερμανοί ξανάρχονται (1948) του Αλέκου Σακελλαρίου, Το ξυπόλητο τάγμα (1954) του Γκρεγκ Τάλλας, η Στέλλα (1955) του Μιχάλη Κακογιάννη και η Κάλπικη λίρα (1955) του Γιώργου Τζαβέλλα.
Τη δεκαετία του ’60, έγινε για πρώτη φορά η μετατροπή της απλής παραγωγής ταινιών σε αυτό που ονομάζουμε «Ελληνική Κινηματογραφική Βιομηχανία». Ήδη από το 1958, υπάρχει μια ταχεία αύξηση παραγωγής ταινιών, αλλά και πώλησης εισιτηρίων, η οποία θα κορυφωθεί στα τέλη της επόμενης δεκαετίας. Από τη σεζόν 1959-1960, ως και το 1967, θα γυριστούν 704 ταινίες! Τις σεζόν από 1959-1960 έως 1962-1963 θα κοπούν 8.292.955 εισιτήρια, ενώ μόνο τη σεζόν 1963-1964 θα γίνει το μεγάλο «μπαμ» με 12.471.089 εισιτήρια! Σημαντικές ταινίες της περιόδου ήταν η Συνοικία το όνειρο (1961) του Αλέκου Αλεξανδράκη, Τα κόκκινα φανάρια (1963) του Βασίλη Γεωργιάδη και το Ποτέ την Κυριακή (1960) του Γάλλου σκηνοθέτη Ζυλ Ντασσέν. Πλέον βρισκόμαστε στη χρυσή εποχή του ελληνικού σινεμά.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ξένος Χρήστος, 2023, Η ελληνική κινηματογραφική παραγωγή (1942-1990). Αθήνα: Αιγόκερως.
- Σολδάτος Γιάννης, 2002, Η ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, Τόμοι ‘Α,’Β,’Γ, Αθήνα: Αιγόκερως.
- Γιώργος Ανδρίτσος, 2020, Κινηματογράφος και ιστορία: Η Κατοχή και η Αντίσταση στις ελληνικές ταινίες μεγάλου μήκους από το 1945 μέχρι το 1981, Αθήνα: Εκδόσεις ΚΨΜ.