11.9 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΛαϊκή πίστη, μαγεία και θάνατος στον Μεσαίωνα

Λαϊκή πίστη, μαγεία και θάνατος στον Μεσαίωνα


Της Χριστίνας Σεφθελή,

Η θρησκεία ήταν κάτι υπαρκτό και άμεσο για τους πιστούς, αλλά παρέμενε άτυπη και συνήθως δεν στηρίζονταν στον γραπτό λόγο. Ιδίως από τον 13ο αιώνα η θρησκεία διδασκόταν μέσω του κηρύγματος από τους ιερείς. Τα προσκυνήματα διαδόθηκαν ακόμα περισσότερο. Η λατρεία της παρθένου Μαρίας άγγιζε βαθύτερα τους ανθρώπους. Η παρθένος Μαρία εμφανιζόταν πιο συχνά στα οράματα των πιστών.

Πολλοί κατηγορούσαν τους επικεφαλής της Εκκλησίας ότι ενδιαφέρονταν περισσότερο για την ανάπτυξη δογμάτων του κανονικού δικαίου και για την απόκτηση υλικού πλούτου παρά για την πνευματική ευημερία των πιστών. Τα φυλαχτά και τα ξόρκια είχαν πάρει μεγάλη έκταση ώστε να προκαλέσουν ανησυχία στους εγγράμματους ιερείς του 12ου αιώνα. Η λατρεία και η διακίνηση των λειψάνων των αγίων ενισχύθηκε κατά τη διάρκεια του μέσου μεσαίωνα. Επίσης, οι σοροί των Αγίων διαμελίζονταν. Στις συλλογές των ιερών λειψάνων εκτός από τα τμήματα του σώματος περιλάμβανε και αντικείμενα που έχουν ακουμπήσει το σώμα του Αγίου. Ο σκεπτικισμός γύρω από τη δύναμη των λειψάνων σπάνια εκφραζόταν και θεωρείτο αιρετικός. Τα λείψανα φημίζονταν ότι παρείχαν προστασία γι’ αυτό αναπτύχθηκαν οικισμοί γύρω από τους ναούς.

Η εκκλησιαστική μεταρρύθμιση είναι συνδεδεμένη με την εμφάνιση αιρέσεων. Οι αιρέσεις αποτελούν απόδειξη δύναμης της Εκκλησίας να ονοματίζει και να καταδικάζει οτιδήποτε θεωρεί πως παρεκκλίνει και συχνά ο πολλαπλασιασμός των αιρέσεων αντανακλά αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα. Η Εκκλησία αντιμετώπιζε την αποξένωση δυο ομάδων: των αναλφάβητων και αυτών που ήξεραν ελάχιστα γράμματα, οι οποίοι μισούσαν την προστασία που παρείχε η Εκκλησία στους διανοούμενους και των μορφωμένων λαϊκών. Μετά το 1100 η «διανοητική» αίρεση γίνεται μόνιμο πρόβλημα, καθώς οι λαϊκοί διαβάζουν τη Βίβλο. Έτσι έγινε εύκολο να ελέγχει κανείς τη σκέψη των αγράμματων.

Στον πίνακα φαίνεται η απεικόνιση μιας διαμάχης μεταξύ του Αγίου Δομινίκου και των Καθαρών. Πηγή: commons.wikimedia.org

Οι Καθαροί αυτοαποκαλούνταν ”boni homines” και εμφανιστήκαν στο Λανγκντόκ και την Ιταλία. Το κίνημα των Καθαρών κέρδιζε πολλούς οπαδούς ανάμεσα τους και εκείνοι που ήταν δυσαρεστημένοι από την κοινωνική εξέλιξη. Οι Καθαροί πίστευαν ότι ύλη είναι η αρχή του πονηρού, ενώ το φως είναι η αρχή του αγαθού. Δηλαδή πίστευαν ότι ο άνθρωπος είναι φυλακισμένος στο υλικό του σώμα καθ’ όλη τη διάρκεια της επίγειας ζωής του, αλλά πρέπει να αγωνίζεται κατά της ύλης και συγκεκριμένα κατά του υλικού πλούτου. Γι’ αυτό οι Καθαροί επέβαλαν αυστηρούς περιορισμούς στη διατροφή. Δηλαδή δεν επέτρεπαν προϊόντα σεξουαλικής επαφής. Απέρριπταν τη θεία λειτουργία και τα μυστήρια, επειδή ήταν συνδεδεμένα με την ύλη. Παράλληλα δεν αναγνώρισαν την εξουσία του κοσμικού κράτους και αρνούνταν να δώσουν όρκο. Οι «Τέλειοι», δηλαδή η ελίτ των Καθαρών, θέση στην οποία την αποκτούσαν με δημόσια τελετή, κατά την οποία αρνούνταν την ιδιοκτησία, αποδέχονταν την αγαμία και δεσμεύονταν να μην φάνε προϊόντα που να προέρχονται από τη σεξουαλική επαφή των ζώων. Επίσης, οι Τέλειοι είχαν την ευθύνη να προσηλυτίσουν και άλλους. Έτσι το κίνημα των Καθαρών διαδόθηκε τόσο γρήγορα, μέχρι το 1200, ώστε να ασπαστεί ο μισός πληθυσμός της νότιας Γαλλίας.

Τον 12ο αιώνα εμφανίστηκαν στη Λυών οι Βάλδιοι από τον Πέτρο Βάλδο, ο οποίος θεωρούσε ανάξιους τους ιερείς να τελούν τα καθήκοντά τους. Οι οπαδοί αυτής της αίρεσης κήρυτταν χωρίς να έχουν την άδεια του επισκόπου. Η πίστη στη μαγεία ήταν συχνό φαινόμενο. Στη διάρκεια του πρώιμου Μεσαίωνα τα ξόρκια, η μαντεία και η επίκληση των πνευμάτων ήταν καθημερινά φαινόμενα. Αλλά τον 11ο αιώνα η Εκκλησία άρχισε να καταλαβαίνει τις διαστάσεις του προβλήματος. Εκείνη την εποχή οι άνθρωποι πίστευαν ότι οι μάγισσες πετούσαν στον αέρα και τις νύχτες καβαλούσαν ζώα ως ακόλουθοι της Άρτεμης. Η μαγεία ήταν συνδεδεμένη με την επίκληση δαιμόνων και τη θυσία σ’ αυτούς και με τη σεξουαλική συνεύρεση μαζί τους στα νυχτερινά όργια. Πολλές θρησκευτικές μεταστροφές ήταν αποτέλεσμα της θέσης του διαβόλου ή διαφόρων δαιμόνων. Η Εκκλησία αφόριζε όσους κατέφευγαν στην μαγεία, αλλά πάντα με όρους που φανέρωναν ότι ακόμα και οι νομιμόφρονες πίστευαν ότι οι μάγισσες είχαν υπερφυσική δύναμη, στην οποία έπρεπε να αντισταθούν οι χριστιανοί. Τον 15ο αιώνα παρουσιάζεται η υπερπαραγωγή λογοτεχνικών έργων σχετικά με την μαγεία.

Το κυνήγι μαγισσών ήταν σύνηθες φαινόμενο κατά τον Μεσαίωνα. Πηγή: commons.wikimedia.org

Ο θάνατος έπαιξε σημαντικό ρόλο στον Μεσαίωνα. Η αρχαιολογία των νεκροταφείων, οι επικήδειες τελετές, η λογοτεχνία, η εικονογραφία επηρέασαν την κουλτούρα του Μεσαίωνα και την παράδοση. Ο θάνατος στον Μεσαίωνα εμφανίζεται σε όλες τις ηλικίες. Οι νεκροί είναι παρόντες με όνειρα και οράματα ή με τα κατάλοιπα από την φύση τους. Ο θάνατος είναι εικονοφιλικός. Τον 14ο αιώνα πιστεύεται ότι κάθε θνητός παρουσιάζεται να χορεύει αγκαλιά με την θνητότητά του. Στα τέλη του 15ου αιώνα πιστεύεται ότι ο θάνατος μεταμορφώνεται σε ανεξάρτητη φιγούρα όπου οι άνθρωποι απαλλαγμένοι από τη σάρκα τους μετατρέπονται σε σκελετούς. Η εικονογραφία του θανάτου ερμηνεύεται ως η αγάπη για την ζωή και την επίγνωση ότι η ζωή είναι καταδικασμένη σε τέλος. Στον θάνατο διερευνήθηκαν οι έννοιες του ατόμου και της ατομικότητας χωρίς να προσδιορίζονται αυστηρά. Η απαρχή τους χρονολογήθηκε μεταξύ 12ου και 13ου αιώνα και άλλοτε στα τέλη του Μεσαίωνα και την Αναγέννηση. Η διαχείριση του επέκεινα διαφωτίζει μερικές από τις όψεις του θανάτου.

Τον ύστερο Μεσαίωνα στη Γαλλία η αγωνία για την αβεβαιότητα του θανάτου έκανε τους πιστούς να επαναλαμβάνουν λειτουργίες για να επηρεάσουν την τύχη τους, αλλά και εκείνη των νεκρών. Η αβεβαιότητα αυτή συνδέεται με τις συνέπειες της πανούκλας, με τις οικονομικές και πολιτικές αλλαγές, με την παρακμή της βασιλικής εξουσίας, με τη δύσκολη μετάβαση από το ένα σύστημα σε ένα άλλο. Οι τρόποι με τους οποίους η Εκκλησία ασχολήθηκε με τους νεκρούς αποτέλεσε ένα πρόσφατο πεδίο έρευνας. Η πίστη στα φαντάσματα παρουσίασε διακυμάνσεις, αφού οι εικόνες και τα κείμενα που αναφέρονται σε φαντάσματα παρουσιάζονται σε συγκεκριμένες στιγμές στην ιστορία. Τα φαντάσματα επικράτησαν στη Δύση κατά το έτος 1000, όταν στη φεουδαρχική κοινωνία τέθηκε το ζήτημα της αλληλεγγύης των γενών και μετά το θάνατο.

Μέχρι τον 12ο αιώνα διατηρείται ένα διπολικό σύστημα: τους «καλούς» στον Παράδεισο και τους «κακούς» σε έναν τόπο μαρτυρίου, την Κόλαση. Κατά το δεύτερο μισό του 12ου αιώνα επινοήθηκε και ένας τρίτος, ενδιάμεσος χώρος για τους αμαρτωλούς: το καθαρτήριο, και επικρίθηκε από την σύνοδο της Λυών το 1274. Και έτσι θεωρήθηκε ότι οι νεκροί που βαρύνονταν με «ελαφρά» αμαρτήματα θα μπορούσαν να απαλλαγούν υπομένοντας «καθαρτήριες ποινές». Ο χρόνος παραμονής στο Καθαρτήριο εξαρτάται από τις αμαρτίες, τις θρησκευτικές υποχρεώσεις και τα συγχωροχάρτια που παραχωρούσε η Εκκλησία από το 13ο αιώνα. Το καθαρτήριο ως χώρος του φαντασιακού ίσως είναι η ανάδυση μιας νέας κοινωνικής κατηγορίας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Nicholas, D. (2016), Η Εξέλιξη του Μεσαιωνικού Κόσμου, Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
  • Μπενβενίστε, Ρ. (2007), Από τους Βαρβάρους στους Μοντέρνους, Αθήνα: Εκδόσεις Πόλις.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χριστίνα Σεφθελή
Χριστίνα Σεφθελή
Γεννήθηκε το 2000 και μεγάλωσε στην Πτολεμαΐδα. Απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου. Ξεκίνησε μεταπτυχιακό στο ίδιο τμήμα με θέμα «Ιστορία και Τεκμηρίωση, Αρχαίος κόσμος, διεπιστημονικές προσεγγίσεις». Μιλά αγγλικά και λίγα γερμανικά. Στον ελεύθερο χρόνο της, βλέπει ταινίες και διαβάζει λογοτεχνία.