10.4 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ πολυνομία και η κακονομία στην Ελλάδα του 2024

Η πολυνομία και η κακονομία στην Ελλάδα του 2024


Της Όλγας Συμεωνίδου, 

Μικρονομοθετική πολιτική, νόμοι, προεδρικά διατάγματα, εξουσιοδοτήσεις, από το 2000 έως και το 2022 η χώρα μας μετρά:

  • 2.216 Νόμους
  • 6.831 Προεδρικά διατάγματα

Ενώ από το 2001 έως το 2016 απαριθμεί:

  • 22.047 Εξουσιοδοτήσεις
  • 65.000 σελίδες Νομοθεσίας

Ο Σενέκας έλεγε «περισσότεροι νόμοι… λιγότερη δικαιοσύνη». Ισχύει, πράγματι, αυτό ή πρόκειται για ένα ακόμα γνωμικό που αξίζει να προσπεράσουμε έτσι; Ο Σενέκας τότε ίσως και να όρισε —εμμέσως πλην σαφώς— αυτό που σήμερα ονομάζουμε πολυνομία .

Τι είναι, όμως, η πολυνομία; Αν προσπαθήσουμε να την ορίσουμε με απλό τρόπο, θα λέγαμε πως είναι η ύπαρξη πολλών, διαφορετικών νόμων για το ίδιο θέμα. Η πολυνομία, όπως ορίζεται, «αποτελεί τη βάση για την κακοδικία, την ανομία, τη διαφθορά». Είναι ένα πρόβλημα του σύγχρονου δικαίου, στο οποίο αποδίδεται λιγότερη προσοχή από αυτήν που στην πραγματικότητα αρμόζει. Το φαινόμενο της πολυνομίας εμφανίζεται με μεγαλύτερη ένταση στα πεδία της πολεοδομικής πολιτικής, της περιβαλλοντικής πολιτικής, της φορολογικής πολιτικής και στον τομέα των κοινωνικών ασφαλίσεων (κυρίως στις συντάξεις).

Πηγή εικόνας: pixabay.com

«Τοις ολίγα λεγουσών, ολίγων και νόμων εστί χρεία» ..δηλαδή για αυτούς που λένε λίγα χρειάζονται και λίγοι νόμοι. Όπως ακριβώς έγινε στη Σπάρτη με τον Λυκούργο, ο οποίος τότε θέσπισε λίγους νόμους για τους Σπαρτιάτες. Άλλωστε αυτό ήταν που τους χαρακτήριζε, η λακωνικότητά τους… Άρα, μήπως είναι η εκάστοτε κατάσταση της νομοθετικής πολιτικής μιας χώρας ο καθρέφτης της ίδιας της κοινωνίας; Και αν οι Σπαρτιάτες είχαν ως γνώμονα για τη διαμόρφωση —σχεδόν όλων των πεδίων της ζωής τους— τη λακωνικότητα, αναρωτιέμαι τι χαρακτηρίζει τον νεοέλληνα και κατ’ επέκταση τη σύγχρονη ελληνική νομοθεσία;

Πώς οδηγηθήκαμε έως εδώ; Από τους λίγους νόμους στην παραγωγή 100 —κατά προσέγγιση— νόμων ετησίως;

Η πολυνομία, αρχικά, πρέπει να επισημανθεί πως είναι έως έναν βαθμό αναπόφευκτη, καθώς ο νόμος είναι άμεσα συνδεδεμένος με τις υπάρχουσες κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές συνθήκες και, εφόσον πλέον αυτές είναι ευμετάβλητες και ρευστές, έτσι και ο νόμος «υποχρεούται» να επιτάσσεται σε αυτές και να συμβαδίζει μαζί τους. Ωστόσο, είναι συγχρόνως τεράστιων διαστάσεων και δύσκολα διαχειρίσιμη. Αυτή είναι η αντικειμενική και πραγματική όψη της πολυνομίας. Βέβαια, στο παρασκήνιο η πολυνομία ενισχύεται και από τις άμετρες υποσχέσεις που δίνουν πολιτικά πρόσωπα προκειμένου να αναδυθούν στην εξουσία. Επίσης, είναι και η τάση των εκάστοτε κυβερνώντων να νομοθετούν, συχνά εκ του περισσού, προκειμένου να υπερακοντίσουν τη νομοθετική «προσφορά» των προηγουμένων που βρίσκονταν στην κυβέρνηση .

Παράδειγμα αποτελεί το πεδίο της εκπαιδευτικής νομοθετικής πολιτικής, η οποία αλλάζει όποτε εκλέγεται νέα κυβέρνηση και δεν έχει καταφέρει ποτέ να διατηρήσει ενιαίο χαρακτήρα, ταλανίζοντας έτσι, μαθητές, φοιτητές, εκπαιδευτικούς και γονείς. Παράδειγμα εδώ αποτελεί ο νόμος 4485/2017 από τον τότε υπουργό παιδείας Κωνσταντίνο Γαβρόγλου και ο νόμος 4777/2021 της τέως υπουργού Νίκης Κεραμέως. Ο πρώτος νόμος που αναφέραμε —ο 4485/2017— ήταν αυτός που έθεσε σε ισχύ την αύξηση των ήδη υπαρχόντων πανεπιστημιακών τμημάτων και τάχθηκε υπέρ της κατάργησης της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών. Ένας νόμος που παρουσιάζει μεγάλη χαλαρότητα και δείχνει να είναι ήπιος ως προς το περιεχόμενό του. Από την άλλη, έχουμε τον νόμο της Ν. Κεραμέως, ο οποίος είχε προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις και φαίνεται να είναι ο «αντίθετος πόλος» του προαναφερθέντα. Ο 4777/2021 κάνει λόγο για διαγραφές φοιτητών σε περίπτωση που αυτοί ξεπεράσουν το ανώτατο όριο φοίτησης που αυτός ορίζει και για ελάχιστη βάση εισαγωγής. Εκ διαμέτρου διαφορετικός από τον προηγούμενο… Κάπως έτσι μέσα σε λίγα χρόνια η εκπαιδευτική νομοθετική πραγματικότητα άλλαξε ραγδαία. Αν αυτό δεν είναι η κορύφωση της πολυνομίας, τότε τι είναι;

Πηγή εικόνας: pixabay.com

Η πολυνομία συνδέεται σε μεγάλο βαθμό και με τον κρατικό παρεμβατισμό και το ιδιαίτερο συγκεντρωτικό διοικητικό σύστημα της χώρας την τελευταία εικοσαετία. Το κράτος, δηλαδή, προκειμένου να ρυθμίσει κάποιους τομείς, όπως αυτοί που αναφέρθηκαν παραπάνω και να αυξήσει την κοινωνική προστασία, παράγει νόμους. Το γεγονός αυτό δε θα ήταν απαραίτητα κακό, αν κάναμε λόγο για κρατική νομοθετική παρέμβαση, της οποίας, όμως, οι κατευθυντήριες γραμμές για νευραλγικά ζητήματα —όπως η παιδεία— δε θα αλλάζουν με τον διορισμό νέας κυβέρνησης, τουλάχιστον όχι τόσο εύκολα.

Ο Βολταίρος έλεγε «οι πολλοί νόμοι σε μια χώρα είναι, όπως οι πολλοί γιατροί, σημείο αδυναμίας και αρρώστιας». Παρ’ όλο που πρόκειται για μια απόλυτη και ίσως συναισθηματικά φορτισμένη διατύπωση, ο Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας —ένα από τα μεγαλύτερα πνεύματα της ανθρωπότητας— κρύβει ένα ποσοστό αλήθειας στις ρήσεις του. Αδυναμία στην προκειμένη είναι η γραφειοκρατία που αποτελεί απότοκο της πολυνομίας. Η εφαρμογή των νέων νόμων καθυστερεί από τη διοίκηση, ιδίως όταν, όπως συμβαίνει συχνότατα, οι υπηρεσίες αναμένουν την έκδοση υπουργικών εγκυκλίων προς εφαρμογή κάποιου νόμου. Κάπως έτσι καταλήγουν οι δημόσιες υπηρεσίες να θεωρούνται δυσκίνητες και αναποτελεσματικές. Ποιο είναι τελικά το ζητούμενο; Ένα κράτος που θα νομοθετεί προκειμένου να εκλείψει η δυσπιστία απέναντι στις υπηρεσίες που αυτό προσφέρει;

Ο όγκος των νόμων που παράγει η ελληνική νομοθετική εξουσία είναι μεγαλύτερος από αυτόν που μπορούν να διαχειριστούν τα όργανα που υπηρετούν τη δημόσια διοίκηση, και αυτός είναι ο λόγος που το θέμα της γραφειοκρατίας παραμένει ανοιχτό. Ανησυχητικό είναι, βέβαια, πως αυτό δημιουργεί ανασφάλεια δικαίου στους ίδιους τους πολίτες, αφού υποχρεώνονται να συμμορφώνονται σε νέους κανόνες δικαίου συνεχώς, γνωρίζοντας, όμως, πως η ισχύς τους είναι ρευστή…

“Lex malla, Lex nulla’’ έλεγε ο Θωμάς Ακινάτης, Ιταλός Δομινικανός μοναχός. Δηλαδή, πως ο κακός νόμος δεν είναι καθόλου νόμος. Και η χρήση της φράσης «ανασφάλεια δικαίου» λίγο πιο πάνω από τη χρήση του επιθέτου «κακός» πιστέψτε με δεν είναι καθόλου τυχαία. Κακονομία, εννέα γράμματα, ομοίως με την πολυνομία, δύο έννοιες που αλληλοσυμπληρώνονται θα λέγαμε. Ποιος είναι ο κακός νόμος; Αυτός το περιεχόμενο των διατάξεων του οποίου είναι αντιφατικό και κατάφωρα αντίκειται στο Σύνταγμα. Όταν μέσα σε τακτά χρονικά διαστήματα παράγεται μεγάλος αριθμός νόμων είναι σαφές πως κάποιοι από αυτούς θα έχουν κενά στη συστηματική τους διάρθρωση. Ένας κακός νόμος είναι ένας νόμος με νοηματικά κενά, οι διατάξεις του στο σύνολό τους δεν αποδίδουν με σαφήνεια το περιεχόμενό του. Σε τι οδηγούμαστε λοιπόν; Σε νομική αβεβαιότητα, δηλαδή απώλεια εμπιστοσύνης του κοινού προς το νομικό σύστημα και τους νομοθέτες και δικαιολογημένα.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: brett sayles

Άρα, είμαστε καταδικασμένοι σε έναν φαύλο κύκλο; Η απάντηση είναι όχι, όσο ευοίωνη και αν ακούγεται. Ναι, η πολυνομία και η κακονομία είναι δύο παράλληλες πραγματικότητες στο πλαίσιο του ελληνικού νομοθετικού συστήματος. Η πολυνομία είναι αναπόφευκτη για την αντιμετώπιση ποικίλων προκλήσεων, οι οποίες χαρακτηρίζουν τις μεταβιομηχανικές κοινωνίες, παρόλα αυτά πολλές φορές μπορεί απλώς να καταλήγει σε περιττή πολυπλοκότητα. Η ισορροπία ανάμεσα στην πολυνομία και την κακονομία είναι εφικτή. Η εφαρμογή της αρχής της καλής νομοθεσίας, η οποία στοχεύει στη διασφάλιση δίκαιων, σαφών, αποτελεσματικών και εφαρμόσιμων νόμων, αποτελεί θεμέλιο για τη δημιουργία ενός ισχυρού νομικού πλαισίου που εξυπηρετεί το κοινό καλό και το συμφέρον των πολιτών.

Τι θα πρέπει να γίνει; Να επιδιώξουμε τη διατήρηση μιας συνεχούς διαδικασίας επικριτικής αξιολόγησης της νομοθεσίας και να προωθήσουμε την ενημέρωση και τη βελτίωσή της, όπου κρίνεται αναγκαίο. Μέσω της συνεργασίας μεταξύ νομοθετών, ειδικών του νομικού τομέα και του κοινού, το κράτος πρέπει να φροντίσει να δημιουργήσει ένα περιβάλλον όπου η νομοθεσία είναι δικαιότερη, πιο σαφής και πιο αποτελεσματική, εξυπηρετώντας τις ανάγκες και τα δικαιώματα όλων των πολιτών και όχι συγκεκριμένων μόνο ομάδων. Αυτός είναι ο δρόμος που οδηγεί προς ένα πιο δίκαιο και λειτουργικό νομικό πλαίσιο που αντανακλά τις αξίες και τις ανάγκες μιας διαφοροποιημένης και δημοκρατικής κοινωνίας… Κάτι που εν έτει 2024 είναι ζητούμενο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Παναγιώτης Μαντζούφας, Καλή Νομοθέτηση και Κράτος Δικαίου, Εκδόσεις Ευρασία, 2018

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Όλγα Συμεωνίδου
Όλγα Συμεωνίδου
Γεννήθηκε στο Ανόβερο της Γερμανίας και μεγάλωσε στην Ελλάδα. Είναι τεταρτοετής φοιτήτρια Νομικής. Μέσα στα ενδιαφέροντά της περιλαμβάνεται η συγγραφή, η ποίηση, η αρθρογραφία, η μουσική, η ανάγνωση βιβλίων, η πολιτική και η οικονομία. Επίσης, γνωρίζει αγγλικά και γερμανικά.