Της Παρασκευής Κωστίνου,
1988: Μια μέρα σαν σήμερα, ο Νικόλας Άσιμος βρέθηκε κρεμασμένος στο σπίτι του στα Εξάρχεια. Ήταν μία από τις σημαντικές προσωπικότητες της μεταπολιτευτικής Ελλάδας με πολύ μεγάλο μουσικό, συγγραφικό και θεατρικό έργο, ενώ αποτέλεσε μία από τις πιο αντισυμβατικές προσωπικότητες, κυρίως όσον αφορά στον τρόπο ζωής του.
Γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου 1949 στη Θεσσαλονίκη, αλλά μεγάλωσε στην Κοζάνη. Το πραγματικό του όνομα ήταν Νικόλας Ασημόπουλος. Από μικρή ηλικία διάβαζε αρκετά, ήταν καλός μαθητής και αθλητής. Είχε διαπρέψει στο άλμα εις ύψος, όπως και στο ποδόσφαιρο. Από το Δημοτικό ήδη συμμετείχε σε σκετσάκια του σχολείου, μία κλίση που θα εκμεταλλευτεί κα στην πορεία. Στα 18 του αποφασίζει να σπουδάσει Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και να αφήσει την Κοζάνη πίσω του. Παρόλο που ο αρχικός του στόχος ήταν η Δημοσιογραφία, δεν το άφησε και άρχισε να αρθρογραφεί σε εφημερίδα της Θεσσαλονίκης με το ψευδώνυμο «Άσιμος» και τελικά το υιοθέτησε. Παράλληλα, άρχισε να ανεβάζει παραστάσεις του Μολιέρου και του Αριστοφάνη στο υπόγειο της Παλιάς Φιλοσοφικής Σχολής. Φυσικά, δεν άργησαν να έρθουν και οι εντάσεις με το διδακτορικό καθεστώς του Παπαδόπουλου. Πολλές φορές επενέβαινε η Ασφάλεια για να διαλύσει τις πρόβες. Μέχρι που είχαν απαιτήσει να μπει στο οπισθόφυλλο του προγράμματος της φοιτητικής θεατρικής παράστασης «το πουλί», δηλαδή ο φοίνικας, το σήμα της 21ης Απριλίου.
Παρακολουθεί μαθήματα δραματολογίας και καταφέρνει να στήσει έναν θίασο στο υπόγειο της Φιλοσοφικής Σχολής, σκηνοθετώντας και παίζοντας. Η Ασφάλεια, όμως, έχει αρχίσει να τον παρακολουθεί στενά, μέχρι που του παρακράτησαν την ταυτότητα. Για 18 ολόκληρα χρόνια δεν κατάφερε να βγάλει νέα ταυτότητα, μέχρι που τελικά εξέδωσε νέα, με το όνομα Άσιμος και τη σημαντική για τον ίδιο διευκρίνιση, «Άνευ Θρησκεύματος». Αρχίζει να ασχολείται με τη μουσική και να δίνει παραστάσεις σε μαγαζιά της Θεσσαλονίκης, χωρίς μικρόφωνα και εξοπλισμό, αλλά κερδίζοντας αρκετό κοινό. Παρατάει την Φιλοσοφική, ενώ του είχαν απομείνει 6 μόνο μαθήματα και αποφασίζει να κατέβει στην Αθήνα, στην οποία θα ξεκινήσει ένα πολύ μεγάλο ταξίδι.
Ξεκίνησε να εμφανίζεται σε μπουάτ στην Πλάκα από το 1973 μαζί με άλλους μουσικούς, ηθοποιούς και συνθέτες, οι οποίοι παρουσιάζουν ένα πολύπλευρο έργο με τραγούδια, σκετς και ντοκουμέντα, που σκοπό είχαν την αντίσταση κατά της Χούντας. Τότε ήρθε σε επαφή με τον Πάνο Τζαβέλα, τον Γιάννη Ζουγανέλη και τον Δημήτρη Τραντάλη, με τους οποίους θα αρχίσει να συνεργάζεται και να ανεβάζει παραστάσεις. Το 1975 κυκλοφορεί τον πρώτο του δίσκο 45 στροφών με τίτλο «Ρωμιός-Μηχανισμός», ο οποίος θα έπεφτε θύμα λογοκρισίας. Τότε αρχίζει να εκδίδει παράνομες κασέτες, τις οποίες πουλούσε στα Προπύλαια, στο Πολυτεχνείο, στα Εξάρχεια και σε άλλες περιοχές της Αθήνας. Αποτέλεσε μία από τις πιο χαρακτηριστικές προσωπικότητες των Εξαρχείων, όπου ανέβαζε διάφορες παραστάσεις στον δρόμο, με κύριο στοιχείο το αντισυμβατικό πνεύμα και την επαναστατικότητα. Επίσης, δημιούργησε το σχήμα “Exarchia Square Band” και εμφανιζόταν σε αρκετά μαγαζιά της Αθήνας.
Το 1981 κυκλοφόρησε σε φωτοτυπημένα αντίγραφα, το βιβλίο του «Αναζητώντας Κροκανθρώπους», ενώ έβγαλε και τον δίσκο του «Ξανά πες το» με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τη Χαρούλα Αλεξίου. Όσον αφορά βέβαια το βιβλίο του «Αναζητώντας Κροκανθρώπους», στάθηκε μια προσωπική πρόκληση για τον ίδιο, διότι είχε ήδη αρχίσει να στρέφεται προς την αυτοκαταστροφή. Μέσω του βιβλίου, ήθελε να καταργήσει οποιοδήποτε θεσμό και ιδεολογία. Χαρακτηρίστηκε, φυσικά, ως μανιφέστο της Αναρχίας.
Επίσης, πολύ σημαντικό επεισόδιο της ζωής του ήταν η στράτευση. Ο Νικόλας Άσιμος πολλές φορές στα τραγούδια του και στα βιβλία του, στρεφόταν κατά του μιλιταρισμού, γεγονός που φάνηκε και στις απόπειρες, που ο ίδιος έκανε όταν αναγκάστηκε να καταταγεί στον στρατό. Στις δύο απόπειρες επιστράτευσής του, ο Άσιμος ανέβασε κάποια σκετσάκια και προσποιούμενος τον ψυχοπαθή, κατάφερε να γλιτώσει να καταταγεί στον στρατό με την αιτιολογία ότι έπασχε από «σχιζοειδή ψύχωση».
Ενώ γνώριζε μεγάλη αποδοχή από τον κόσμο, το 1987 τον οδήγησε η Ασφάλεια βίαια σε ψυχοθεραπευτική κλινική και αργότερα στις φυλακές του Κορυδαλλού με την αβάσιμη κατηγορία του βιασμού. Σίγουρα ήταν ένα αρκετά περίεργο επεισόδιο, κατά το οποίο στο διαμέρισμά του έλαβε χώρα μια «τελετή μύησης» μιας κοπέλας, η οποία όμως δεν παραδέχτηκε ποτέ τον βιασμό της από τον Άσιμο. Ο Άσιμος οδηγήθηκε σε δίκη και φυλακίστηκε, με αποτέλεσμα να καταρρακωθεί ψυχολογικά σε συνδυασμό φυσικά με τις φοβίες εγκλεισμού, που είχε αναπτύξει μετά από τα συνεχόμενα βασανιστήρια που είχε βιώσει. Μετά από δύο αποτυχημένες απόπειρες αυτοκτονίας, τελικά βρέθηκε κρεμασμένος στο σπίτι του στις 17 Μαρτίου 1988, αφήνοντας μάλιστα ένα γράμμα που δίνει εξηγήσεις σχετικά με την πράξη του αυτή. Την κηδεία του κάλυψαν χρηματικά συνεργάτες του και κυρίως ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Με πρωτοβουλία του τελευταίου, τοποθετήθηκε μια επιτύμβια στήλη στον τάφο του Άσιμου με τους στίχους του τραγουδιού «Μπαγάσας».
Μεγάλο μέρος του έργου του δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό του και κατάφεραν πολλοί συνεργάτες του να αναδείξουν τη δουλειά του και να κάνουν ευρέως γνωστή μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Ο Νικόλας Άσιμος κατάφερε να κάνει πράξη μέσω της ζωής του όλα όσα έγραφε και τραγουδούσε και αναμφισβήτητα ήταν ο «Άγιος των Εξαρχείων», όπως τον είχαν χαρακτηρίσει.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Νικόλας Άσιμος, musicheaven.gr, Διαθέσιμο εδώ
- Νικόλας Άσιμος: Ένας ασυμβίβαστος «μπαγάσας», sansimera.gr, Διαθέσιμο εδώ
- Νικόλας Ασιμος: Γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου πριν 74 χρόνια, olympia.gr, Διαθέσιμο εδώ