Της Μαρίας Βαρλάμη,
Τα πρώτα ίχνη του καθεδρικού ναού του Ίλι (αγγλικά: Ely) χρονολογούνται γύρω στο 673 μ.Χ., όταν η Αγία Etheldreda ή Όντρεϊ ίδρυσε εκεί ένα αββαείο. Το κτίσμα παρουσιάζει μακραίωνη ιστορία. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το παρελθόν του από αρχαιολογικής σκοπιάς, καθώς αποτελεί δείγμα της εξέλιξης του ρωμανικού ρυθμού στη Μ. Βρετανία. Με αφετηρία το 1081 και με πρωτοβουλία του ηγούμενου Συμεών, ο οποίος τέθηκε επικεφαλής του ναού μετά τη Νορμανδική κατάκτηση, ξεκίνησαν οι εργασίες αναστήλωσης του ναού. Σύντομα οικοδομήθηκε στη θέση του παλαιού κτηρίου μια νέα μεγαλοπρεπής κατασκευή, η οποία διατηρείται μέχρι και σήμερα. Στην κάτοψη διακρίνεται το σχήμα λατινικού σταυρού. Ο σηκός είναι επιμήκης, χωρισμένος σε τρία κλίτη, με τρεις ορόφους. Ένα εγκάρσιο κλίτος χωρίζει τον κυρίως σηκό από το πρεσβυτέριο, το οποίο αποτελεί μια κλιμακωτή προέκταση σε σχήμα τετραγώνου του εγκάρσιου κλίτους, και στην οποία εφάπτεται η αψίδα.
Η στήριξη της ανωδομής γίνεται κυρίως με κιονοστοιχίες. Ωστόσο, στο κέντρο του εγκάρσιου κλίτους τέσσερις πεσσοί οριοθετούν ένα τετράγωνο και στηρίζουν μια πανύψηλη κατασκευή. Αυτό είναι το «Οκτάγωνο», όπως αποκαλείται, το οποίο υψώνεται σα στέμμα πάνω από το ναό. Είναι γοτθικής αρχιτεκτονικής και αντικατέστησε τον κεντρικό πύργο που κατέρρευσε το 1322. Βόρεια και νότια της πρόσοψης έχουν κατασκευαστεί παρεκκλήσια. Το βόρειο παρεκκλήσιο είναι το μεγαλύτερο αφιερωμένο στην Παναγία προσαρμοσμένο σε ναό παρεκκλήσιο στη Μ. Βρετανία. Το ανατολικό τμήμα του ναού ολοκληρώθηκε το 1106. Το οικοδόμημα είναι χτισμένο από πέτρα. Η κατασκευή του διήρκησε 100 χρόνια, ενώ λέγεται ότι 365 άτομα σκοτώθηκαν κατά το εγχείρημα. Το 1109 έγινε η ανακήρυξη του ως καθεδρικού. Υπάρχουν ποικίλα διακοσμητικά στοιχεία στο ναό. Έχουμε για παράδειγμα τα τυφλά αψιδώματα, τα οξυκόρυφα παράθυρα, δίλοβα και τρίλοβα, και άλλα. Οι κίονες έχουν λεπτές αναλογίες, ακόμα και αυτοί που διαχωρίζουν τα παράθυρα, κάτι που αποτελεί στοιχείο της ρωμανικής τέχνης.
ΓΛΥΠΤΙΚΗ
Δείγματα ρωμανικής γλυπτικής στους ναούς έχουμε όχι μόνο σε κιονόκρανα, αλλά και στις πύλες που οδηγούσαν στην είσοδο του κτηρίου. Πιο συγκεκριμένα, οι πύλες του καθεδρικού ναού του Ίλι αναδεικνύουν την ιδιαίτερη αγάπη των Βρετανών για την πλούσια διακόσμηση. Η Πύλη του Ηγουμένου του Καθεδρικού του Ίλι είναι η πιο πολυτελώς διακοσμημένη από τις τρεις εισόδους του κτηρίου.
Οι κίονες στηρίζονται σε βάσεις με μορφές που δεν μπορούν να ταυτοποιηθούν πλέον, αν και τουλάχιστον μια από αυτές παραπέμπει σε λιοντάρι, θέμα γνωστό από την Ιταλία. Οι εξωτερικές αψίδες, μέχρι τις οποίες φτάνουν οι κίονες, φέρουν κοσμήματα σε σχήμα ακάνθου, ενώ οι εσωτερικές καμπυλώνουν προς τα μέσα.
Στο τύμπανο απεικονίζεται ο Χριστός σε δόξα, μέσα σε ένα μετάλλιο, το οποίο στηρίζουν δύο άγγελοι. Η σκηνή απαντάται κυρίως στην περιοχή της Γαλλίας. Εδώ γίνεται φανερό και ένα ακόμα στοιχείο της ρωμανικής τέχνης, αφού πολλές μικρές μορφές καταλαμβάνουν αναλογικά πολύ χώρο μέσα σε μετάλλια τα οποία έχουν τη μορφή αμπελιού, ενώ το ανάγλυφο μεγάλης κλίμακας δεν καταλαμβάνει όσο χώρο θα έπρεπε να του αναλογεί.
ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
Ο ναός έχει περάσει από τρεις σημαντικές φάσεις αναστήλωσης. Η πρώτη αναστήλωση πραγματοποιήθηκε το 18ο αιώνα. Οι διορθώσεις που είχε υποστεί έως τότε ο καθεδρικός άφησαν κενά, τα οποία έσπευσαν να καλύψουν ο εφημέριος Τζέιμς Μπένθαμ (James Bentham) και ο αρχιτέκτονας Τζέιμς Έσσεξ (James Essex) με την παρέμβαση του οποίου σώθηκε και η οροφή και το πρεσβυτέριο από κατάρρευση. Κατά τη δεύτερη φάση αναστήλωσης, κατά τη βικτωριανή εποχή, ο αρχιτέκτονας Σερ Τζορτζ Γκίλμπερτ Σκοτ (Sir George Gilbert Scott) ανέλαβε τη μετακίνηση του χοροστασίου και τη διατήρηση όσο το δυνατόν περισσότερων μεσαιωνικών στοιχείων. Αποκορύφωμα της δουλειάς του ήταν η διαμόρφωση του εικονοστασίου. Η Μεγάλη Αναστήλωση, το 1986, ολοκληρώθηκε με τη συνδρομή των κατοίκων του Κέιμπριτζσαϊρ και άλλων δωρητών ανά τον κόσμο, οι οποίοι κατάφεραν να συγκεντρώσουν περίπου 4.000.000 λίρες για την ανακατασκευή της στέγης και της τοιχοποιίας, που είχαν αρχίσει να γίνονται επικίνδυνες.
Με την πάροδο των χρόνων, γοτθικά στοιχεία προστέθηκαν στο ναό, ή αντικατέστησαν τα ήδη υπάρχοντα λόγω φθορών. Έτσι, όπως ήταν φυσικό, και όπως συνέβη και με άλλους ναούς που ξεκίνησαν ως ρωμανικού τύπου, ο ρυθμός του Καθεδρικού Ναού του Ίλι αποτελεί τελικά ένα συγκερασμό ρωμανικών και γοτθικών στοιχείων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- History and Heritage, elycathedral.org, διαθέσιμο εδώ.
- Broughton, L. (2008), Interpreting Ely Cathedral, Ely Cathedral Publications
- Toman, Rolf (1997), Romanesque Architecture – Sculpture – Painting, Könemann