Της Μαριαλένας Κουντούρη,
Σαν σήμερα, 1 Μαρτίου 1842, στο Σκλαβοχώρι της Τήνου, γεννιέται ο σπουδαίος εικαστικός και καθηγητής ζωγραφικής Νικόλαος Γύζης. Μια εμβληματική προσωπικότητα στον χώρο της τέχνης, που κατόρθωσε να αφήσει το δικό της μοναδικό στίγμα σε αυτό που ονομάζουμε εικαστική τέχνη του 19ου αιώνα. Η έμπνευσή του πηγάζει, κυρίως, από τη Ρομαντική Σχολή του Μονάχου, αλλά όπως θα διαπιστώσουμε παρακάτω, δεν δίστασε να πειραματιστεί με διάφορες πηγές ιδεών.
Ας δούμε κάποια πράγματα για τη ζωή του…
Όπως προαναφέραμε, γεννήθηκε 1 Μαρτίου 1842 στην Τήνο. Μεγάλωσε σε μία καλή οικογένεια, η οποία όταν διαπίστωσε –σε αρκετά νεαρή ηλικία– το ταλέντο του στη ζωγραφική, αποφάσισε να μετακομίσει στην Αθήνα με σκοπό την καλλιέργεια αυτής της καλλιτεχνικής ροπής του. Έτσι, λοιπόν, σε ηλικία μόλις 11 ετών, μετά από πολύ κόπο, ξεκινά να φοιτά στο Σχολείο των Τεχνών, ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα προετοιμασίας για το Πολυτεχνείο.
Έχοντας εμπλουτίσει τις γνώσεις του δίπλα σε σπουδαίους –για την εποχή– καθηγητές, αποφασίζει, το 1865, να συνεχίσει τις σπουδές του στη Γερμανία και συγκεκριμένα στο Μόναχο. Η επιτυχία του και σε αυτό το εκπαιδευτικό ίδρυμα ήταν δεδομένη, καθώς είχε ως συνοδοιπόρους του τους εμπειρότατους καθηγητές Hermann Anschütz και Alexander Wagner. Έχοντας αναπτύξει ιδιαίτερες ζωγραφικές δεξιότητες και έχοντας μελετήσει πολλά καλλιτεχνικά ρεύματα, ξεκινά να δημιουργεί τους πρώτους δικούς του πίνακες, όπως η Επιθεώρηση των Σκύλων (1870).
Συνέχισε τη ζωή του στο Μόναχο για μερικά χρόνια ακόμη, μέχρι που αποφάσισε να επιστρέψει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το 1872. Όταν γύρισε στην Ελλάδα, γνώρισε τον Νικηφόρο Λύτρα και μαζί ξεκίνησαν το ταξίδι τους προς τη Μικρά Ασία, με στόχο να εξελιχθούν καλλιτεχνικά και να έρθουν σε επαφή με νέα ρεύματα. Το ταξίδι στη Μικρά Ασία και η παραμονή του στην Ελλάδα κράτησαν μόλις δύο χρόνια, όταν και επέστρεψε στη Βαυαρική πρωτεύουσα, η οποία δεν «έφυγε» ποτέ από την καρδιά του. Εκεί, επικεντρώθηκε κυρίως στην ηθογραφία. Μερικά από τα ζωγραφικά έργα του, εκείνης της περιόδου, που ξεχώρισαν είναι τα εξής: Το τάμα (1875), Ο μικρός σοφός (1884), Το ναυτόπουλο (1877), Τα αρραβωνιάσματα των παιδιών (1877), Το παραμύθι της γιαγιάς (1883).
Το 1888, ως τιμητική ένδειξη για την αφοσίωσή του, αναβαθμίζεται και αναγορεύεται καθηγητής στη Σχολή του Μονάχου. Πλέον, έχει διαμορφώσει τη δική του καλλιτεχνική προσωπικότητα και οι πίνακές του ξεχωρίζουν. Μερικά από τα πιο γνωστά έργα του είναι: Εαρινή Συμφωνία (1886), Ιστορία (1892).
Και φτάνουμε στις 4 Ιανουαρίου 1901, όταν ο Νικόλαος Γύζης πεθαίνει από λευχαιμία, στο Μόναχο. Φημολογείται ότι τα τελευταία του λόγια ήταν: «Λοιπόν, ας ελπίζωμεν και ας ζητούμεν να είμεθα εύθυμοι!». Άφησε πίσω του σπουδαία έργα, τα οποία υπάρχουν τόσο στην Εθνική Πινακοθήκη όσο και σε Μουσεία του εξωτερικού. Αναμφίβολα, υπήρξε ένας ζωγράφος ο οποίος έμεινε στην ιστορία για το ταλέντο του, που εξακολουθεί να θαυμάζεται από τον κόσμο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Νικόλαος Γύζης, sansimera.gr, διαθέσιμο εδώ