Του Σπύρου Θεοχαράκου,
Η γηραιά ήπειρος μετράει, πλέον, 2 συναπτά έτη πολέμου στο έδαφός της. Η αποκαλούμενη «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» του Putin στην Ουκρανία έχει, από καιρό, μετατραπεί σε πόλεμο φθοράς. Με τη σύρραξη στο ουκρανικό έδαφος να τείνει να γίνει κανονικότητα, είναι σημαντικό να επανεξετάσουμε τις προοπτικές της για τα εμπλεκόμενα μέρη και τη Δύση γενικότερα.
Η ρωσική επίθεση, της 24 Φεβρουαρίου 2022, στην Ουκρανία, ήταν ένα γεγονός που σόκαρε τον πληθυσμό της Ευρώπης. Ελάχιστοι ηγέτες κρατών της Ε.Ε. μπορούν να επικαλεστούν με στοιχεία ότι προέβλεπαν την εξέλιξη αυτή. Όσο και αν οι συνεχείς επεκτάσεις του ΝΑΤΟ, με νέα κράτη-μέλη, προκαλούσαν την αντίδραση του Κρεμλίνου, η ευρωπαϊκή ελίτ εφησυχαζόταν στο αφήγημα της υπερδύναμης της Δύσης και των Η.Π.Α. Έχουν γίνει πολλές συζητήσεις σχετικά με την πολιτική που εφάρμοσε η Δύση κατά της Ρωσίας, από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και έπειτα, όμως οι θεωρητικές συζητήσεις περί του παρελθόντος δεν αλλάζουν τα σημερινά δεδομένα.
Σύμφωνα με τον διεθνούς φήμης Kαθηγητή πολιτικής επιστήμης και διεθνών σχέσεων, John Mearsheimer, η σύνοδος του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, τον Απρίλιο του 2008, ήταν η «σταγόνα» που «ξεχείλισε το ποτήρι» για τη Ρωσία. Στην επίμαχη ατζέντα περιλαμβανόταν, μεταξύ άλλων, η προοπτική ένταξης στο ΝΑΤΟ της Ουκρανίας και της Γεωργίας. Η ρωσική ηγεσία είχε επανειλημμένα αντιτεθεί σε οποιοδήποτε τέτοιο σχέδιο, θέτοντας την «κόκκινη γραμμή» της. Για τη Ρωσία, διακυβεύονταν πολλά. Ήταν ένα σχετικά νεοσύστατο κράτος, που έβρισκε τα βήματά του στη διεθνή σκακιέρα, στη σκιά μια ριζικής οικονομικής μετάβασης. Όμως, παρά τις διαβεβαιώσεις της Δύσης για συνεργασία και παύση των στρατιωτικών ανταγωνισμών, γινόταν θεατής μιας συστηματικής επέκτασης της σφαίρας επιρροής του ΝΑΤΟ σε βάρος της. Εύλογα γεννάται το ερώτημα: τελικά, ποιος ήταν απειλή για ποιόν;
Από την πλευρά των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ, η απόφαση ένταξης ήταν συνειδητή. Κανένα κράτος δεν εξαναγκάστηκε να εισέλθει στη συμμαχία. Επιπροσθέτως, στο άρθρο 13 του Βορειοατλαντικού Συμφώνου αναγράφεται πως τα κράτη μπορούν να αποσυρθούν από τη συμμαχία, έναν χρόνο μετά από αίτησή τους. Επομένως, για τα κράτη αυτά ο κίνδυνος της Ρωσίας είναι υπαρκτός και δε σταμάτησε ποτέ να υφίσταται. Μήπως, όμως, με την πρακτική αυτή της επέκτασης του ΝΑΤΟ, οδηγούμαστε σε έναν φαύλο κύκλο εξοπλιστικών ανταγωνισμών και δυσπιστίας με τη Ρωσία; Είναι, άραγε, αποδεκτή πρακτική η εκατέρωθεν ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων κοντά στα σύνορα; Οι στρατιωτικές, δηλαδή, ασκήσεις προσομοίωσης εισβολής μεγάλης κλίμακας και η επίδειξη ισχύος; Η τοποθέτηση πυραυλικών συστημάτων και πυρηνικών όπλων μεγάλου βεληνεκούς, ικανών να πλήξουν μέχρι και την πρωτεύουσα του άλλου κράτους;
Γιατί, όμως, τα κράτη απομακρύνονται από τη Ρωσία; Η «δυτική ματιά» του παρατηρητή ίσως να μη μας δώσει ξεκάθαρες απαντήσεις για την πραγματικότητα του ρωσικού κράτους. Φαινομενικά, υφίστανται θεμελιώδεις διαφορές σε πολλούς τομείς της δομής των κοινωνιών μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών και της Ρωσίας. Η Ρωσία φαντάζει ως ένα αυταρχικό καθεστώς. Οι έννοιες της ελευθερίας του τύπου και της έκφρασης είναι σαφώς περιορισμένες. Αυτό μαρτυρούν οι ετήσιες εκθέσεις οργανισμών όπως οι Reporters Sans Frontières και η Διεθνής Αμνηστία, που κατατάσσουν τη χώρα πολύ χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Πολιτικές δολοφονίες, φυλακίσεις αντιφρονούντων και λογοκρισία των media, καθώς και έννοιες που στην ευρωπαϊκή κουλτούρα θεωρούνται αποκρουστικές αποτελούν συνήθης πρακτική στη Ρωσία. Το κράτος του Putin διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά ενός υπερσυντηρητικού, περιχαρακωμένου καθεστώτος. Μήπως, ωστόσο, η δυτική μας κουλτούρα μάς αποτρέπει από το να κατανοήσουμε τι πραγματικά θεωρείται σωστό και ηθικό σε πολιτισμούς με άλλα χαρακτηριστικά από εμάς;
Δεν είναι, εξάλλου, το μοναδικό πράγμα που αδυνατούμε να κατανοήσουμε για τη Ρωσία. Ο Βρετανός πρώην Πρωθυπουργός, Winston Churchill, το 1939, φέρεται να είχε δηλώσει για τη Ρωσία πως είναι «ένας γρίφος, τυλιγμένος σε μυστήριο, μέσα σε ένα αίνιγμα». Ο πόλεμος στην Ουκρανία υπήρξε αιτία επιβολής πολυάριθμων κυρώσεων προς τη Ρωσία από τα Δυτικά κράτη. Και παρόλο που η πλειονότητα των οικονομολόγων προέβλεπαν την οικονομική της κατάρρευση, η Ρωσία τελικά αναδείχθηκε δυνατότερη των προβλέψεων. Οι ρωσικές επιχειρήσεις επέδειξαν μεγάλα επίπεδα προσαρμοστικότητας, τη στιγμή που οι περισσότερες δυτικές επιχειρήσεις συνέχισαν να δραστηριοποιούνται στη χώρα. Η κυβέρνηση ξόδεψε πολλά χρήματα σε συνάλλαγμα, ώστε να διατηρήσει, τεχνητά, το ρούβλι στα επίπεδα προ του 2022. Σε συνδυασμό με την απόλυτη ανάγκη των χωρών του κόσμου για πετρέλαιο και φυσικό αέριο, η Ρωσία κατάφερε, μέσω εξαγωγών, να παρακάμψει σε μεγάλο βαθμό τις κυρώσεις, οι οποίες, τελικά, έπληξαν εξίσου τις οικονομίες των ευρωπαϊκών κρατών.
Τα ανατολικά κράτη της Ευρώπης φοβούνται την επόμενη μέρα του πολέμου στην Ουκρανία. Κανείς δεν μπορεί να τους εγγυηθεί την ασφάλεια και την ανεξαρτησία τους. Οι επικείμενες προεδρικές εκλογές των Η.Π.Α. έρχονται να ρίξουν κι άλλο «λάδι στη φωτιά», με τον υποψήφιο για την προεδρία, Donald Trump, σε δηλώσεις του να θέτει υπό αμφισβήτηση τη ρήτρα συλλογικής άμυνας της συμμαχίας. Ομολογουμένως, ως ευρωπαϊκά κράτη, δεν μπορούμε να διακυβεύουμε την ασφάλειά μας κάθε 4 χρονιά, στο όνομα ενός προστάτη που βρίσκεται στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού Ωκεανού. Και εδώ τίθενται κάποια ερωτήματα. Πού θα καταλήξει ο πόλεμος στην Ουκρανία; Θα προχωρήσει η Ρωσία προς την Ευρώπη; Θα προχωρούσε χωρίς την ύπαρξη του ΝΑΤΟ;
Ο πόλεμος για την Ουκρανία είναι δυσοίωνος. Η ρωσική πολεμική μηχανή, πλέον, λειτουργεί αποδοτικά, την ώρα που το ρωσικό κράτος δαπανά ποσά της τάξης του 10% του ΑΕΠ του για την άμυνα. Με τις διαδοχικές επιστρατεύσεις, η Ρωσία, πλέον, αριθμεί πολλαπλάσιο στρατό από εκείνο της Ουκρανίας, η οποία αδυνατεί να αυξήσει τους μαχητές της. Η τελευταία, μάλιστα, αντιμετωπίζει σοβαρή έλλειψη πυρομαχικών και πολεμικού υλικού, καθώς τα κράτη της Δύσης αναθεωρούν τη στήριξή τους προς αυτή, υπο το πρίσμα οικονομικής ύφεσης.
Το επικρατέστερο σενάριο θέλει τον πόλεμο να παραμένει μόνιμα στο ουκρανικό έδαφος, ενδεχομένως με μια μορφή κατάπαυσης του πυρός. Με αυτόν τον τρόπο, η Ρωσία αποκομίζει διττά οφέλη. Αφενός εξασφαλίζεται η Κριμαϊκή χερσόνησος και η πρόσβαση σε θερμά νερά για τον πολεμικό και εμπορικό στόλο της. Αφετέρου αποκόπτεται η όποια προοπτική ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε., με την παράλληλη εξασφάλιση ζώνης απόσβεσης (buffer zone), ανάμεσα στη Ρωσία και στα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ. Η Ρωσία δεν διαθέτει όφελος περαιτέρω στρατιωτικής επέμβασης στην ανατολική Ευρώπη. Η πυρηνική αποτροπή, εξάλλου, της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ, καθώς και το ενδεχόμενο μεγάλης κλίμακας σύγκρουσης, είναι αρκετά, για να διατηρήσουν το status quo στην ήπειρο. Ωστόσο, η ανθρωπότητα σύρεται ξανά στην κόντρα εξοπλιστικών προγραμμάτων, υπό την εκατέρωθεν δυσπιστία που επιτάσσει ο πολιτικός ρεαλισμός.
Η Ευρώπη αλλάζει. Η εξέλιξη του πολέμου έχει πυροδοτήσει ένα κύμα ανησυχίας και αβεβαιότητας για το μέλλον. Οι ευρωπαϊκές οικονομίες βυθίζονται, καθώς, μεταξύ άλλων, ήταν ανέκαθεν εξαρτημένες από φυσικούς πόρους άλλων περιοχών του πλανήτη. Εξοπλιστικές δαπάνες, νέα στρατηγική ασφαλείας, καλπάζων πληθωρισμός, υπογεννητικότητα, υπάρχουν τόσα πολλά νέα δεδομένα που καλείται να διαχειριστεί η Ευρώπη, τη στιγμή, βέβαια, που δεν φημίζεται για την ταχύτητα λήψης αποφάσεων. Η Ρωσία έχει επανέλθει στο βάθρο των υπερδυνάμεων του πλανήτη. Οι ηγέτες της Δύσης οφείλουν να είναι πολύ προσεκτικοί στη χάραξη στρατηγικής, καθώς η αποξένωση ισχυρών κρατών είναι ικανή να τα ωθήσει σε συμπράξεις με παρόμοια καθεστώτα, με ολέθρια αποτελέσματα για τη διεθνή ασφάλεια.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Η Δύση επέβαλε κυρώσεις, η ρωσική οικονομία δεν κατέρρευσε. Γιατί;, insider, διαθέσιμο εδώ
- Why John Mearsheimer Blames the U.S. for the Crisis in Ukraine, The New Yorker, διαθέσιμο εδώ
- Ukraine war: Three ways the conflict could go in 2024, BBC, διαθέσιμο εδώ
- The Take: Two years on – When will the Ukraine war end? (Podcast), Al Jazeera, διαθέσιμο εδώ