Του Πάνου Σταθόπουλου,
Η οστεοαρθρίτιδα είναι μια χρόνια νόσος που χαρακτηρίζεται από απώλεια χόνδρου, οστική ανακατασκευή, αρθρική παραμόρφωση και φλεγμονή. Είναι η πιο συχνή νόσος των αρθρώσεων στους ανθρώπους και μια βασική αιτία καθημερινής επιβάρυνσης για το σημαντικό ποσοστό των ασθενών που πάσχει.
Τα συμπτώματα της οστεοαρθρίτιδας περιλαμβάνουν πόνο που επιδεινώνεται με την κόπωση και ανακουφίζεται με την ξεκούραση και ελάχιστη δυσκαμψία που δε διαρκεί περισσότερο από μισή ώρα. Ιδιαίτερη φλεγμονή δεν παρατηρείται. Ο ασθενής μπορεί να αναφέρει ότι τα οστά διογκώνονται γύρω από την άρθρωση, το οποίο φαινόμενο είναι στην πραγματικότητα ο σχηματισμός οστεόφυτων, μικρών, δηλαδή, προσεκβολών των οστών. Μερικές φορές με τη χρήση ακούγεται κριγμός που μπορεί να αναπαράγεται και κατά την κλινική εξέταση και το εύρος κίνησης είναι περιορισμένο. Υπάρχει ευαισθησία στην ψηλάφηση και παραμόρφωση ή αστάθεια. Συνήθως, προσβάλλονται οι μικρές αρθρώσεις των χεριών, συμπεριλαμβανομένων και των πιο απομακρυσμένων, οι οποίες δεν προσβάλλονται από τη ρευματοειδή αρθρίτιδα. Συχνά, προσβάλλονται και οι μεγάλες αρθρώσεις, όπως το γόνατο και το ισχίο, ενώ δεν είναι σπάνια και η προσβολή της αυχενικής και της οσφυικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης.
Η αιτιολογία της οστεοαρθίτιδας πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι δεν περιλαμβάνει αυτοανοσία ή αυτοφλεγμονή. Παρόλα αυτά, δεν έχει εξακριβωθεί ο ακριβής μηχανισμός που την προκαλεί. Συσχετίζεται συχνά με την ηλικία, πιθανούς τραυματισμούς και το γυναικείο φύλο. Η αύξηση των γνώσεων γύρω από τη βιοχημεία του χόνδρου αναζωπύρωσαν το ενδιαφέρον για την οστεοαρθρίτιδα ως μια δυναμική κατάσταση με απώλεια χόνδρου και περιαρθρική οστική αντίδραση. Προς το παρόν αντιμετωπίζεται ως δομική και όχι ως μοριακά παθοφυσιολογική καταστάση. Το σημείο κλειδί στην παθογένεση της κατάστασης είναι η εκφύλιση, η ιστική αλλοίωση, δηλαδή, του χόνδρου που προκαλεί φλεγμονή και απελευθέρωση προφλεγμονωδών κυτταροκινών, ουσιών που ανατροφοδοτούν τη φλεγμονή.
Η διάγνωση στηρίζεται στην κλινική εικόνα και στα ακτινολογικά ευρήματα. Δεν υπάρχουν ειδικές διαγνωστικές εξετάσεις. Με την πρόοδο της νόσου, επιπλέον ευρήματα επιβεβαιώνουν τη διάγνωση. Τέτοια είναι ο σχηματισμός οστεόφυτων, η περιαρθρική οστική σκλήρυνση και οι κύστεις στις μεγάλες αρθρώσεις. Η ακτινολογική εικόνα πολλές φορές δεν συνοδεύει την κλινική, καθώς ασθενείς με ελάχιστη συμπτωματολογία μπορεί να έχουν θορυβώδεις ακτινολογικές εικόνες και αντίστροφα. Η μαγνητική τομογραφία είναι πιο αξιόπιστη, αλλά δεν χρησιμοποιείται συχνά. Οι εργαστηριακές εξετάσεις είναι χρήσιμες στον αποκλεισμό άλλων αιτιών αρθαλγίας όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα. Μελέτες που βρίσκονται σε εξέλιξη αναδεικνύουν τη χρήση βιοδεικτών ιστικής καταστροφής και φλεγμονής που ίσως τελικά φτάσουν να χρησιμοποιούνται στην κλινική πράξη.
Η διαχείριση βασίζεται στη συμπτωματολογία και την επίδραση των συμπτωμάτων και των δομικών μεταβολών των αρθρώσεων, καθώς και την επίδραση που έχουν στην ποιότητα ζωής, τη λειτουργικότητα, την εργασία, την ανάπαυση και τον ύπνο. Η εργοθεραπεία και η φυσιοθεραπεία βοηθούν στην αναγνώριση της βαρύτητας. Η άσκηση είναι εξαιρετικής σημασίας καθώς βελτιώνει τη μυϊκή δύναμη, τη συναρμογή της άρθρωσης και τη συνολική υγεία, περιορίζοντας την επιβάρυνση από την καθιστική ζωή λόγω του πόνου. Η απώλεια βάρους βοηθά όταν προσβάλλονται οι αρθρώσεις των κάτω άκρων.
Η φαρμακευτική προσέγγιση περιλαμβάνει τη χρήση παρακεταμόλης ως αναλγητικό πρώτης γραμμής και μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ιβουπροφαίνη, δικλοφαινάκη) και αναστολείς κυκλοξυγενάσης τύπου 2 (σελεκοξίμπη, ετορικοξίμπη) όταν αποτύχει η παρακεταμόλη. Τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα είναι επίσης χρήσιμα για μικρά χρονικά διαστήματα στη διάρκεια εξάρσεων φλεγμονής. Υπό μελέτη βρίσκονται φαρμακευτικές ουσίες που θα περιορίζουν την εξέλιξη της νόσου με στόχο την παρεμπόδιση της αρθρικής βλάβης. Η ανεξέλεγκτη καταστροφή της άρθρωσης οδηγεί σε χειρουργεία αποκατάστασης ως τελευταία επιλογή.
Η οστεοαρθρίτιδα είναι ένα απλό νόσημα τόσο στη διάγνωση όσο και στη θεραπευτική προσέγγιση. Δεν παύει, όμως, να είναι μια κατάσταση που επιβαρύνει σημαντικά και περιορίζει την καθημερινότητα του ασθενή. Μια ολιστική προσέγγιση σε συνδυασμό με τη συμμόρφωση του ασθενή ανακουφίζει συχνά από τη συμπτωματολογία και την επιβάρυνση και μακροπρόθεσμα βελτιώνει την πρόγνωση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
-
Osteoarthritis in over 16s: diagnosis and management, National Institute for Health and Care Excellence. Διαθέσιμο εδώ