12.8 C
Athens
Κυριακή, 24 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΟι συνέπειες και σημασία της εμπορικότητας

Οι συνέπειες και σημασία της εμπορικότητας


Του Γιώργου Κουτσονίκα,

Το νομικό ενδιαφέρον του να είναι κάποιος «έμπορος» ταυτίζεται με εκείνο των εννόμων συνεπειών που παράγει. Στο παρελθόν, οι συνέπειες της εμπορικότητας της πράξης ήταν περισσότερες σε σχέση με σήμερα, όπως για παράδειγμα η διαφοροποίηση του τόκου υπερημερίας επί αστικών ή εμπορικών χρεών. Ορισμένες συνέπειες έχουν επεκταθεί και σε πράξεις μη εμπορικές. Υπό την έννοια αυτή, αυξάνεται σταδιακά η σημασία των επαγγελματιών και επιχειρηματιών. Οι συνέπειες διακρίνονται σε εκείνες που επέρχονται λόγω α) της εμπορικότητας της πράξης, β) της ιδιότητας του εμπόρου και γ) της εμπορικότητας της πράξης και της ιδιότητας του εμπόρου σωρευτικά.

Ξεκινώντας από την πρώτη περίπτωση, βασική συνέπεια της εμπορικότητας μιας πράξης είναι η απόκτηση της εμπορικής ιδιότητας απ’ αυτόν που διενεργεί εμπορικές πράξεις κατά σύνηθες επάγγελμα, σύμφωνα με το πρώτο άρθρο του εμπορικού νόμου.

Από εκεί και πέρα, οι εμπορικές πράξεις δύνανται να αποδειχθούν με μάρτυρες όπως ορίζει το άρθρο 394 §1 στ. δ’ ΚΠολΔ (κατά παρέκκλιση από το άρθρο 393), σύμφωνα με το οποίο η απόδειξη με μάρτυρες επιτρέπεται σε κάθε περίπτωση «αν από τη φύση της δικαιοπραξίας ή τις ειδικές συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε, και ιδίως αν πρόκειται για εμπορικές συναλλαγές, δικαιολογείται η απόδειξη με μάρτυρες». O κανόνας επεκτείνεται και πέρα από τις εμπορικές σε άλλες συναλλαγές, όμως οι εμπορικές συναλλαγές είναι η εμβληματική περίπτωση που δικαιολογεί (π.χ. λόγω επείγοντος) τη χρήση μαρτύρων.

Πηγή εικόνας: pixabay.com

Ταυτόχρονα, ορισμένες εμπορικές υποθέσεις (κυρίως από πιστωτικούς τίτλους, ΚΠολΔ 614§8, 622Β) εκδικάζονται με ταχεία διαδικασία (άρθρα 623 επ. ΚΠολΔ), ενώ για τις ίδιες υποθέσεις προβλέπεται συχνά η δυνατότητα διαιτητικής επίλυσης διαφορών. Τέλος, μισθώσεις ακινήτων «για επιχείρηση σ’ αυτά εμπορικών πράξεων» εμπίπτουν στη νομοθεσία για την προστασία της επαγγελματικής στέγης. Προχωρώντας στις συνέπειες της εμπορικής ιδιότητας, συναντάμε την παράγωγη εξ υποκειμένου εμπορικότητα σύμφωνα με την οποία, οι πράξεις του εμπόρου είναι εμπορικές έστω και αν πρωτογενώς είναι αστικές, αν γίνονται χάριν της εμπορίας του.

Υπό το καθεστώς του Γενικού Εμπορικού Μητρώου του ν. 3419/2005 υφίστατο υποχρέωση καταχώρισης σ’ αυτό όλων των εμπόρων. Ο νέος νόμος 4919/2022 δεν αξιώνει ρητά κάτι τέτοιο, ερμηνευτικά, όμως, αυτό συνάγεται από το άρθρο 16, που ορίζει την υποχρεωτική εγγραφή σε αυτό φυσικών και νομικών προσώπων που ασκούν εμπορία. Ο έμπορος που έχει εγγραφεί στο Γ.Ε.ΜΗ. είναι αυτοδικαίως μέλος του οικείου επιμελητηρίου, ενώ δικαίωμά του είναι να εκλέγει και να εκλέγεται στα επιμελητηριακά όργανα. Σημαντική υποχρέωση του εμπόρου είναι και να τηρεί εμπορικά βιβλία (ΕμπΝ 8 επ).

Η δράση των εμπόρων διέπεται από τις ειδικές συναλλακτικές (εμπορικές) συνήθειες της αγοράς, ακόμη και αν δεν τις γνωρίζουν, οι έμποροι οφείλουν να επιδεικνύουν την (κατά κανόνα αυξημένη) επιμέλεια συνετού εμπόρου. Θα πρέπει, δηλαδή, να ληφθούν υπόψη παράγοντες όπως η προσοχή, οι ικανότητες και οι γνώσεις, που απαιτούνται από ένα συνετό έμπορο που δρα στις συγκεκριμένες συναλλαγές, και που μπορεί να δημιουργούν ειδικές υποχρεώσεις χρηστής συμπεριφοράς, ασφαλιστικής κάλυψης, παροχής πληροφοριών κ.λπ. Για την επιμέλεια και την ευθύνη του εμπόρου μπορεί να υπάρχουν και ειδικότεροι κανόνες.

Η άποκτηση της εμπορικής ιδιότητας συνδεέται στενά και με την έκδοση ορισμένων αξιογράφων, προβλεπόμενων από το άρθρο 76 ν.δ. 17 Ιουλίου/13 Αυγούστου 1923. Πρόκειται αφενός μεν για τις εντολές πληρωμής που εκδίδονται από έμπορο «επί εμπόρου» (πληρωτή), αφετέρου δε για τα χρεωστικά ομόλογα που εκδίδονται από έμπορο περί παροχής χρημάτων, χρεογράφων ή άλλων αντικαταστατών πραγμάτων.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: tom fisk

Οι έχοντες την εμπορική ιδιότητα υπόκεινται σε ιδιαίτερο φορολογικό καθεστώς, δύνανται να είναι μέτοχοι εταιρίας αμοιβαίων απαιτήσεων και μπορούν να τιτλοποιούν τις απαιτήσεις τους (3156/2003 άρθρο 10). Επίσης, έχουν εμπορική επωνυμία και μπορούν να καταθέσουν για προϊόντα ή υπηρεσίες τους σήματα. Ωστόσο, αξίζει να αναφερθεί πως η εμπορική ιδιότητα είναι ασυμβίβαστη με ορισμένα επαγγέλματα και δραστηριότητες.

Η τρίτη κατηγορία συνεπειών είναι εκείνες που συνδέονται σωρευτικά τόσο με την εμπορικότητα της πράξης, όσο και με την εμπορική ιδιότητα εκείνου που τη διενεργεί. Τη σπουδαιότερη συνέπεια αποτελούν οι ειδικές βραχυπρόθεσμες παραγραφές. Έτσι, το άρθρο 250 αρ. 1 ΑΚ υποβάλλει σε πενταετή παραγραφή τις αξιώσεις εμπόρων, βιομηχάνων και χειροτεχνών για εμπορεύματα που χορήγησαν. Παράλληλα, μεταξύ εμπόρων για τις δοσοληψίες τους ο ανατοκισμός είναι επιτρεπτός σε σημαντικά ευρύτερη έκταση, ενώ σύμφωνα με τον ν. 2844/2000, μεταξύ «επιχειρήσεων» ή «επαγγελματιών» μπορεί να συσταθεί πλασματικό ενέχυρο, ενέχυρο δηλαδή χωρίς παράδοση της κατοχής, αν η ασφάλεια αυτή παρέχεται για τις ανάγκες της επιχείρησης ή του επαγγέλματος του οφειλέτη. Αυτές οι διαφοροποιήσεις αποσκοπούν στην ταχύτητα των συναλλαγών και την ενθάρρυνση της χρηματοδότησης του εμπόρου.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  •  Ευάγγελος Εμμ. Περάκης, Νικόλαος Κ. Ρόκας, Γενικό Μέρος Εμπορικού Δικαίου – Αξιόγραφα, 2η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2018

 

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Κουτσονίκας
Γιώργος Κουτσονίκας
Γεννήθηκε στην Αθήνα και είναι φοιτητής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μιλάει Αγγλικά, Γαλλικά και Γερμανικά. Έχει συμμετάσχει και διακριθεί σε πληθώρα διαγωνισμών, εικονικών δικών και προσομοιώσεων. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται με τον εθελοντισμό και την αρθρογραφία.