14.2 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΓάμος ομόφυλων ζευγαριών: Τι προβλέπει το οικογενειακό δίκαιο

Γάμος ομόφυλων ζευγαριών: Τι προβλέπει το οικογενειακό δίκαιο


Της Μαριλένας Σπαθαριώτη,

Θύελλα αντιδράσεων προκάλεσε για ακόμη μια φορά η δήλωση του Πρωθυπουργού της χώρας κ. Κυριάκου Μητσοτάκη σχετικά με το νέο νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την νομιμοποίηση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών. Συγκεκριμένα, πρόκειται για ένα γεγονός, το οποίο έχει αρχίσει να ταλανίζει, αλλά και να διχάζει σε τέτοιο βαθμό την παραδοσιακή ελληνική κοινωνία, με αποτέλεσμα να έχουν διαμορφωθεί «στρατόπεδα» των υπέρ και των κατά. Από αυτή την διαμάχη μεταξύ λαού και εξουσίας δεν θα μπορούσε, βέβαια, να λείπει η Εκκλησία, η οποία κατακεραυνώνει σε κάθε περίπτωση το νέο νομοσχέδιο εκφράζοντας τη δυσαρέσκειά της για την καινούρια αυτή προοπτική. Με αφορμή, λοιπόν, το καινούριο αυτό βήμα της κυβέρνησης, μας δίνεται η ευκαιρία να εξετάσουμε όσα ορίζει νόμος μέχρι και σήμερα και ειδικότερα ο κλάδος του οικογενειακού δικαίου.

Αναλυτικότερα και με βάση το οικογενειακό δίκαιο, οι προϋποθέσεις για την τέλεση του γάμου διακρίνονται σε θετικές και σε αρνητικές ή αλλιώς κωλύματα. Οι θετικές προϋποθέσεις είναι η διαφορά φύλου, η νόμιμη ηλικία (1350 παρ. 2 ΑΚ) και η δικαιοπρακτική ικανότητα (1351, 1352 ΑΚ), ενώ τα κωλύματα είναι το κώλυμα από την ύπαρξη άλλου γάμου (1354 ΑΚ), το κώλυμα της συγγένειας εξ αίματος (1354 ΑΚ), το κώλυμα της συγγένειας από αγχιστεία (1357 ΑΚ) και το κώλυμα της συγγένειας από υιοθεσία (1360 ΑΚ). Η παραβίαση, λοιπόν, τόσο των θετικών προϋποθέσεων όσο και των κωλυμάτων, επισύρει την ίδια έννομη συνέπεια, η οποία είναι η ακυρότητα του γάμου. Η παραβίαση των θετικών προϋποθέσεων είναι συνήθως θεραπεύσιμη (1373 ΑΚ), ενώ των κωλυμάτων είναι αθεράπευτη. Επίσης, οι θετικές προϋποθέσεις αναφέρονται σε ατομικές ιδιότητες του ατόμου που τελεί γάμο, ενώ τα κωλύματα αναφέρονται σε κοινωνικές ιδιότητες του προσώπου, που προκύπτουν από τη σχέση του με άλλα πρόσωπα.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: wallace araujo

Η διαφορά φύλου μεταξύ των μελλονύμφων δεν προκύπτει ευθέως και ρητά από κάποια συγκεκριμένη διάταξη, αλλά από την θεωρία του φυσικού δικαίου που αναφέρεται στην ισόβια έννομη σχέση που συνάπτεται μόνο μεταξύ προσώπων διαφορετικού φύλου, ενός άνδρα και μίας γυναίκας, χωρίς να υπάρχει κάποια αμφισβήτηση, ενώ πριν από αυτή, το στοιχείο αυτό στηρίχθηκε από την χριστιανική διδασκαλία. Ορθότερο είναι ότι η διαφορά φύλου ως προϋπόθεση θεωρήθηκε αυτονόητη, εκ της φύσεως ή εκ της «ουσίας» του γάμου, γι’ αυτό και δεν θεωρήθηκε αναγκαία η ρητή πρόβλεψη της. Τα ομόφυλα ζευγάρια έχουν, πάντως, την δυνατότητα μέχρι σήμερα, με βάση τον πρόσφατο νόμο 4635/2015, να συνάψουν συμβολαιογραφικά σύμφωνο συμβίωσης. Εν αντιθέσει, η δυνατότητα της τέλεσης πολιτικού γάμου από ομόφυλα ζευγάρια απαιτεί νομοθετική ρύθμιση. Ο γάμος ανάμεσα σε άτομα του ίδιου φύλου είναι ανυπόστατος, που σημαίνει ότι δεν παράγονται έννομες συνέπειες, ενώ η ύπαρξή του δεν έχει καμία σημασία στον νομικό κόσμο, δηλαδή θεωρείται σαν να μην έγινε ποτέ.

Σχετικά με το θέμα του φύλου, ο ν. 4491/2017, που αφορά την νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, επιτρέπει σε άτομα που είναι διεμφυλικά (trans, transgender, transexual) καθώς και σε μεσοφυλικά (ιντερσέξουαλ), να αλλάξουν στο ληξιαρχείο το καταχωρισμένο φύλο, που δηλώθηκε κατά την γέννηση χωρίς να χρειάζεται να προηγηθεί χειρουργική επέμβαση. Αν, όμως, ένα πρόσωπο αλλάξει φύλο μετά την σύναψη γάμου, με χειρουργική επέμβαση, τότε ο γάμος καθίσταται ανυπόστατος, εφόσον οι σύζυγοι ταυτίζονται στο φύλο τους, αλλά για το μέλλον, όχι αναδρομικά, με σκοπό την προστασία των τέκνων που έχουν γεννηθεί. Η διαφορά φύλου ως προϋπόθεση συνδέεται με την ετεροσεξουαλικότητα στον γάμο. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, ανάμεσα σε άτομα με το ίδιο φύλο υπάρχει η δυνατότητα της σύναψης συμφώνου συμβίωσης, που έχει σχεδόν τα ίδια αποτελέσματα με τον γάμο.

Τί συμβαίνει, όμως, σε παγκόσμιο επίπεδο και πώς τα ξένα κράτη αντιμετωπίζουν τον γάμο μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών; Με αφετηρία το 2001 και την απόφαση-σταθμό της Ολλανδίας, η Ευρώπη κατευθύνεται με σταθερά βήματα προς την νομική κατοχύρωση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών. Ειδικότερα, το ψήφισμα της Ευρωβουλής ήδη από το 2003 έχει καλέσει τα κράτη-μέλη να αναγνωρίσουν τον γάμο ή την πολιτική ένωση ομόφυλων ζευγαριών ως «πολιτικό, κοινωνικό και ζήτημα ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων». Σε παγκόσμια κλίμακα, 34 χώρες έως σήμερα, κυρίως στην ευρωπαϊκή και αμερικανική ήπειρο, έχουν κατοχυρώσει νομικά το γάμο μεταξύ ομόφυλων και οι περισσότερες από τις μισές βρίσκονται στη Δυτική Ευρώπη. Το τοπίο γύρω από την ισότητα των πολιτών στο γάμο και τη δημιουργία οικογένειας χαρακτηρίζει η απόκλιση ανάμεσα στη Δυτική και την Ανατολική Ευρώπη.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: rosemary ketchum

Επί ευρωπαϊκού εδάφους, τις βάσεις για τη νομική κατοχύρωση της συμβίωσης έθεσε η Δανία το 1989 με τη μορφή «δηλωμένης συντροφικής σχέσης» και στα τέλη του 2000 η Ολλανδία έγινε η πρώτη χώρα που άνοιξε το δρόμο για τη νομική κατοχύρωση του γάμου. Το 2003 ήταν η σειρά του Βελγίου και δύο χρόνια αργότερα της Ισπανίας. Το 2015, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) καταδίκασε την Ιταλία για άρνηση νομικού καθεστώτος σε ζευγάρι ομοφύλων. Η απόφαση περιλάμβανε επίσης de facto τις άλλες έξι χώρες της ΕΕ που δεν πρόσφεραν καμία δυνατότητα στα ζευγάρια να αναγνωρίσουν τα δικαιώματά τους (Βουλγαρία, Λετονία, Λιθουανία, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβακία). Το 2016 η Ιταλία αναγνώρισε το σύμφωνο συμβίωσης αλλά όχι και το γάμο.

Στην Ελλάδα οι συζητήσεις για την νομική κατοχύρωση του γάμου μεταξύ των ομόφυλων ζευγαριών είναι όλο και πιο έντονες, παρόλα αυτά το κλίμα που επικρατεί είναι ακόμα αμφίρροπο. Η Ελλάδα περιλαμβάνεται στην ομάδα των ευρωπαϊκών κρατών που δίνουν στα ζευγάρια μόνο την δυνατότητα σύναψης συμφώνου συμβίωσης. Η δυνατότητα τέλεσης γάμου αποτελεί ατομικό δικαίωμα, το οποίο πρέπει να παρέχεται σε όλους ανεξαρτήτως φύλου, θρησκείας, σεξουαλικότητας και το οποίο η πολιτεία οφείλει να προστατεύει ως ύψιστο πολιτικό και ανθρώπινο ζήτημα κατακεραυνώνοντας οποιαδήποτε διάκριση μεταξύ των πολιτών. Το κράτος οφείλει να έχει ως κύριο μέλημά του την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών του και όχι να περιορίζει και να αποξενώνει μια μερίδα ατόμων λόγω των προτιμήσεων της, διότι κοινωνία δίχως πολίτες δεν υφίσταται και πολίτες χωρίς δικαιώματα δεν μπορούν να συγκροτήσουν μια κοινωνία.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Αθηνά Κοτζάμπαση, Εγχειρίδιο οικογενειακού δικαίου, Β’ Έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα,2022
  • Ευαγγελία Μπίφη, Τι ισχύει για τον γάμο και την τεκνοθεσία στην Ευρώπη, liberal.gr, διαθέσιμο εδώ


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μαρία - Ελένη Σπαθαριώτη
Μαρία - Ελένη Σπαθαριώτη
Προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Νομικής του ΑΠΘ. Κατέχει το ανώτατο πτυχίο της αγγλικής γλώσσας, ενώ στο μέλλον την ενδιαφέρει να ασχοληθεί με τον κλάδο του εμπορικού δικαίου, δουλεύοντας ως νομικός σύμβουλος σε εταιρείες. Αγαπημένη της ασχολία στον ελεύθερο χρόνο της είναι να ακούει μουσική και να απολαμβάνει την παρέα των φίλων της. Παράλληλα, όνειρό της είναι να ταξιδέψει σε όσες περισσότερες χώρες μπορεί, μαθαίνοντας καινούρια πράγματα.