Του Ανδρέα Πετρόπουλου,
Συνδεδεμένα με το όνομα του Πυθαγόρα, τα «Χρυσά έπη» αποτελούν το απαύγασμα της ηθικής διδασκαλίας και του τρόπου ζωής των Πυθαγορείων με μία σειρά προτροπών σε όλο το φάσμα της ανθρώπινης ύπαρξης σε σύγκλιση με το θεϊκό στοιχείο.
Ο Πυθαγόρας γεννήθηκε στη Σάμο την περίοδο 570 π.Χ. – 490 π.Χ., αν και σημαντικός αριθμός ιστορικών ισχυρίζεται ότι η χρονολογία της γέννησής του ήταν το 585 π.Χ. Υπήρξε μαθηματικός, αστρονόμος, θεωρητικός της μουσικής και φιλόσοφος με μία ιδιαίτερη κοσμοθεωρία. Επίσης, είναι παράδοξο πως ο Πυθαγόρας δεν άφησε κανένα γραπτό έργο, ούτε καν το Πυθαγόρειο θεώρημα. Η διδασκαλία του διασώθηκε από τους μαθητές του, στην πυθαγόρεια σχολή που ο ίδιος ο φιλόσοφος ίδρυσε.
Τα «Χρυσά έπη» είναι μία σπουδαία παρακαταθήκη που ίσως δεν αποκαλούνται τυχαία «χρυσά». Το έργο αποτελείται από 71 στίχους με τη μορφή ποιήματος, μολονότι είναι σύντομο, βρίθει από αποστάγματα φιλοσοφίας για μία ενάρετη ζωή και απαιτεί περισυλλογή και στοχασμό σε όλα τα πεδία που πραγματεύεται.
Πάντα επίκαιρα και ιδίως στους καιρούς που υπάρχουμε, η ενασχόληση με τα Πυθαγόρεια έπη δύναται να προσθέσει τουλάχιστον τα θεμέλια για τον επαναπροσδιορισμό της αντίληψής μας σχετικά με τη ζωή, τις ανθρώπινες σχέσεις, τη φύση, την πειθαρχία, την ηθική, τον τρόπο ζωής και το θεϊκό στοιχείο που προβάλλεται συχνά στο έργο.
Με λόγο πάντα προτρεπτικό και συμβουλευτικό, στο πρώτο μέρος των επών η Πυθαγόρεια φιλοσοφία παίρνει θέση με ενάργεια στις αρετές και τις αδυναμίες των ανθρώπων. Ο σεβασμός στους θεούς και τους γονείς είναι ύψιστης σημασίας. Οι Πυθαγόρειοι μάς προτρέπουν να κάνουμε φίλο μας τον καλύτερο ανάμεσα στους ενάρετους, δεχόμενοι τα ήπια λόγια και τις ωφέλιμες πράξεις του και τονίζοντας ότι η δύναμη δεν απέχει πολύ από την ανάγκη.
Ο Πυθαγόρας εικάζεται πως ήταν εμπνευστής ενός αυστηρού τρόπου ζωής που απαιτούσε ακλόνητη αυτοπειθαρχία και κυριαρχία στα πάθη. Η γαστριμαργία, ο υπερβολικός ύπνος, η λαγνεία και ο θυμός υποδουλώνουν το λογικό μέρος των ανθρώπων και ο έλεγχός τους κρίνεται απαραίτητος, όπως σημειώνεται στο έργο.
Οι δίκαιες πράξεις, η περίσκεψη, η υπομονή και η πραότητα είναι χαρακτηριστικά που ενθαρρύνονται στα μέσα του πρώτου μέρους και όπως υπογραμμίζεται οι ενέργειες θα πρέπει να πράττονται ύστερα από σκέψη. Ο Πυθαγόρας επικροτεί την υγεία του σώματος παράλληλα με την άσκηση του πνεύματος και επισημαίνει την εφαρμογή του μέτρου σε κάθε υλικό αγαθό ή πράξη. Και ως μέτρο δηλώνει κάθε πράξη που δεν θα συνοδευτεί από τη μετάνοια για κάθε ενέργεια.
Άλλη μία παραίνεση του μεγάλου φιλοσόφου είναι η άσκηση του διαλογισμού μέσω της αυτοκριτικής, θέτοντας τρία ερωτήματα προς εαυτόν για τις πράξεις της ημέρας: «ποια πράξη ήταν λανθασμένη;», «Ποια σωστή;», «Και ποια αμέλησα να κάνω;». Με τον τρόπο αυτό, η αυτοπαρατήρηση θα οδηγήσει σε ένα συμπέρασμα για τη γενική συμπεριφορά που ακολουθούμε.
Στο δεύτερο μέρος τους, τα «Χρυσά έπη» ορίζουν το σημείο της κατάκτησης ανώτερης αρετής εφόσον τηρούμε με ευλάβεια όλες τις παραινέσεις και την άσκησή της που έχει καταστεί στο πρώτο μέρος.
Εκτός από πηγή ενδελεχούς έρευνας, ιστορικού ενδιαφέροντος και μελέτης, τα «Χρυσά έπη» είναι ένας αναγκαίος οδηγός ζωής και καθημερινότητας από την Αρχαία Ελλάδα που έφτασε ως τις μέρες μας και μπορεί τουλάχιστον να μας βάλει στις ράγες ενός πιο δίκαιου, γαλήνιου και ενάρετου βίου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Χρυσά έπη, Εκδόσεις Αιώρα, Απόδοση: Λυδία Τρύφωνα