Της Άννας Κουτσαυτούλη,
Οι όγκοι του εγκεφάλου αφορούν μη φυσιολογικές μάζες κυττάρων, οι οποίες πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα και αναπτύσσονται μέσα στον εγκέφαλο. Ο τύπος αυτών των όγκων ποικίλλει, όπως και το μέγεθος, η σύσταση, η εντόπιση και η βιολογική τους συμπεριφορά. Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό ενός εγκεφαλικού όγκου που πρέπει να διασαφηνιστεί, καθώς είναι καθοριστικό για τις θεραπευτικές αποφάσεις, είναι αν ο όγκος είναι πρωτοπαθής, δηλαδή προέρχεται από τον ίδιο τον εγκέφαλο, ή αν είναι δευτεροπαθής, δηλαδή πρόκειται για μετάσταση στον εγκέφαλο που οφείλεται σε μια εστία καρκίνου σε κάποιο άλλο σημείο του σώματος, όπως οι πνεύμονες ή ο μαστός. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να εξετάζονται πολλά επιμέρους χαρακτηριστικά των όγκων, ώστε να απαντηθεί το πιο κρίσιμο ερώτημα που απασχολεί ασθενή και γιατρό: Πόσο επικίνδυνος είναι; Στο άρθρο αυτό, θα εξεταστεί ο πρώτος σε συχνότητα πρωτοπαθής όγκος των ενηλίκων, το μηνιγγίωμα.
Το μηνιγγίωμα αντιπροσωπεύει περίπου το 1/3 των πρωτοπαθών όγκων και περίπου το 1/2 των καλοηθών όγκων εγκεφάλου. Είναι συχνότερη η εμφάνισή του σε γυναίκες και σχετικά σπάνια σε νέα άτομα, αφού η πλειοψηφία τους διαγιγνώσκεται σε ηλικίες άνω των 50 ετών. Που οφείλουν, όμως, την ονομασία τους; Ο όρος μηνιγγίωμα αναφέρεται σε όγκο των μηνίγγων, δηλαδή των προστατευτικών περιβλημάτων του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού. Οι μήνιγγες είναι τρεις μεμβράνες: η σκληρά, η αραχνοειδής και η χοριοειδής (από έξω προς τα μέσα) και βρίσκονται μεταξύ του εγκεφάλου και του οστού του κρανίου, παρέχοντας σημαντική στήριξη και προστασία. Άρα, λοιπόν, αν και το μηνιγγίωμα δεν αποτελεί, εξ ορισμού, έναν όγκο του εγκεφάλου, συγκαταλέγεται σε αυτήν την κατηγορία επειδή μπορεί να συμπιέζει τον υποκείμενο ιστό του εγκεφάλου, καθώς και τα διάφορα αγγεία και νεύρα της περιοχής εντόπισης.
Όσον αφορά την αιτιολογία ενός μηνιγγικού όγκου, σαφής εξήγηση δεν υπάρχει. Από μελέτες που διερευνούν πιθανούς αιτιολογικούς παράγοντες, ο μόνος περιβαλλοντικός παράγοντας που φαίνεται να σχετίζεται είναι η προηγούμενη έκθεση των ασθενών σε ακτινοβολία, ιδίως κατά την παιδική ηλικία. Επιπλέον, οι μελέτες έχουν εντοπίσει μια συσχέτιση μεταξύ του αυξημένου δείκτη μάζας σώματος (BMI) και του μηνιγγιώματος, το οποίο εμφανίζεται σε μεγαλύτερο ποσοστό σε παχύσαρκους και υπέρβαρους ανθρώπους. Επίσης, οι ασθενείς με νευροϊνωμάτωση τύπου 2, μια γενετική διαταραχή που προκαλεί την ανάπτυξη όγκων στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, έχουν πολύ αυξημένη πιθανότητα (50%) για εμφάνιση ενός ή πολλαπλών μηνιγγιωμάτων. Σε εξέλιξη βρίσκεται και η έρευνα για την ανάδειξη γενετικών, ορμονικών και άλλων αιτιών, χωρίς, ωστόσο, να έχει αποδειχθεί κάποια άλλη ισχυρή συσχέτιση.
Όσον αφορά τη βιολογική τους συμπεριφορά, τα μηνιγγιώματα έχουν συνήθως καλοήθη πορεία, δηλαδή δεν εισχωρούν στους γύρω ιστούς, αναπτύσσονται πάρα πολύ αργά και δεν δίνουν μεταστάσεις. Τα μικρά μηνιγγιώματα είναι συνήθως ασυμπτωματικά και δεν αποκλείεται να μην ανακαλυφθούν ποτέ κατά τη διάρκεια της ζωής του ατόμου, παρά μόνο να αποτελέσουν τυχαίο εύρημα σε νεκροψία. Το μηνιγγίωμα προκαλεί συμπτώματα ανάλογα με το μέγεθος και την εντόπισή του, όταν ξεκινά να «πιέζει» τις δομές γύρω του, όπως τον εγκέφαλο, την παρεγκεφαλίδα ή τα νεύρα. Τα συνηθέστερα συμπτώματα που αναφέρονται είναι:
- Κεφαλαλγία (πονοκέφαλος), η οποία αποτελεί το συχνότερο σύμπτωμα και συνήθως είναι χειρότερη το πρωί
- Διαταραχές στην όραση, όπως διπλωπία (ο ασθενής βλέπει διπλά) και θολή όραση
- Διαταραχές στην ακοή
- Απώλεια μνήμης
- Μείωση της όσφρησης
- Αδυναμία στα άκρα
- Επιληπτικές κρίσεις, ιδίως αν το μηνιγγίωμα πιέζει την παρεγκεφαλίδα
- Σύγχυση/ Έλλειψη προσανατολισμού
Τα διαγνωστικά εργαλεία που διαθέτουμε για τη διάγνωση του μηνιγγιώματος είναι η μαγνητική τομογραφία (MRI) και η αξονική τομογραφία, όπου οι όγκοι αυτοί απεικονίζονται σαν κυκλικές, ομοιογενείς μάζες με σαφή όρια, αφού δεν διηθούν τους γύρω ιστούς. Η οριστική διάγνωση επιβεβαιώνεται μόνο με την ιστολογική βιοψία μετά από τη χειρουργική αφαίρεση. Με βάση τα ιστολογικά χαρακτηριστικά των καρκινικών κυττάρων, τα μηνιγγιώματα διακρίνονται σε 3 ιστολογικούς τύπους (Grade):
- Grade 1: Τα πιο συχνά (80%), στα οποία τα καρκινικά κύτταρα πολλαπλασιάζονται αργά
- Grade 2/άτυπα μηνιγγιώματα: Αυτοί οι όγκοι έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα υποτροπής (δηλαδή επανεμφάνισης) μετά την αφαίρεσή τους
- Grade 3/αναπλαστικά μηνιγγιώματα: Η πιο σπάνια μορφή, η οποία αναφέρεται σε κακοήθη, επιθετικά νεοπλάσματα, με ταχύ πολλαπλασιασμό και αύξηση του μεγέθους τους, τα οποία διηθούν τον εγκέφαλο
Η θεραπεία που επιλέγεται για κάθε περίπτωση ασθενούς είναι εξατομικευμένη και ποικίλλει. Αρχικά, αν το μηνιγγίωμα είναι μικρό (διάμετρος < 3 εκ.), ανακαλύπτεται τυχαία και δεν προκαλεί συμπτώματα, μπορεί για αρχή να μην χρειαστεί κάποια παρέμβαση, παρά μόνο η τακτική παρακολούθηση με απεικονιστικές μεθόδους. Βάσει ερευνών, μερικά μηνιγγιώματα δεν μεταβάλλουν το μέγεθός τους. Αν το μηνιγγίωμα είναι αρκετά μεγάλο, πιέζει παρακείμενους ιστούς και προκαλεί συμπτώματα. Θεραπεία εκλογής αποτελεί η χειρουργική αφαίρεσή του, η οποία είναι η πιο σίγουρη μέθοδος ριζικής αφαίρεσης του όγκου. Η ακτινοθεραπεία, αν και δεν αποτελεί μέθοδο πρώτης γραμμής, φαίνεται να βοηθά σε περιπτώσεις που ο όγκος δεν είναι χειρουργικά προσπελάσιμος, επειδή βρίσκεται σε «δύσκολες» περιοχές του εγκεφάλου. Επιπλέον, μια νέα θεραπεία που κερδίζει έδαφος τα τελευταία χρόνια είναι η στερεοτακτική ακτινοχειρουργική, η οποία δεν αφαιρεί ριζικά τον όγκο, αλλά του στερεί την αιμάτωση, συνεπώς ο όγκος δεν τροφοδοτείται και δεν μεγαλώνει. Αν και δεν αποτελεί θεραπεία εκλογής, αφού ο όγκος παραμένει στη θέση του και μπορεί να προκαλεί συμπτώματα, η μέθοδος μπορεί να φανεί βοηθητική σε μικρά μηνιγγιώματα, σε μηνιγγιώματα που επανεμφανίζονται μετά την αφαίρεση, αλλά και σε ασθενείς που, για ιατρικούς λόγους, το ρίσκο του χειρουργείου ριζικής αφαίρεσης είναι μεγάλο.
Τέλος, αν ένα μηνιγγίωμα διαγνωσθεί και αντιμετωπιστεί κατάλληλα, η πρόγνωσή του χαρακτηρίζεται αρκετά καλή στην πλειοψηφία των περιπτώσεων. Ωστόσο, η απουσία συμπτωμάτων δεν είναι σπάνια, με αποτέλεσμα πολλοί άνθρωποι είτε να ανακαλύπτουν ένα μηνιγγίωμα τυχαία σε απεικονιστικό έλεγχο που κάνουν για άλλη αιτία, όπως ένας τραυματισμός στο κεφάλι, είτε να το ανακαλύπτουν όταν το μέγεθός του έχει αυξηθεί αρκετά και προκαλεί συμπτώματα. Αν και πρόκειται για καλοήθη όγκο, στις περισσότερες περιπτώσεις η χειρουργική αφαίρεσή του είναι η καλύτερη λύση. Η αυξημένη συχνότητα εμφάνισής του, όμως, στον γενικό πληθυσμό έχει θέσει το μηνιγγίωμα στο επίκεντρο πληθώρας ερευνών. Έτσι, η ερευνητική προσπάθεια προσανατολίζεται, μεταξύ άλλων, στην ανακάλυψη νέων θεραπευτικών λύσεων για την αντιμετώπισή του, ώστε στα επόμενα χρόνια να προσθέσουμε στη φαρέτρα μας νέες θεραπείες, λιγότερο επώδυνες και περισσότερο «φιλικές» για τον ασθενή.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Meningioma: A Review of Epidemiology, Pathology, Diagnosis, Treatment, and Future Directions, MDPI. Διαθέσιμο εδώ
- Meningioma Diagnosis and Treatment, National Cancer Institute. Διαθέσιμο εδώ