Της Μαρίας Φυτίλη,
«Έπειτα κοίταξε πάλι τον ουρανό, όπου ο ήλιος πολεμούσε ν’ ανοίξει δρόμο μέσα σε σύννεφα σταχτιά, που ξέκοβαν και σκόρπιζαν κουρελιασμένα από την κορυφή του αντικρινού ορθόβραχου βουνού».
O Κωνσταντίνος Χατζόπουλος γεννήθηκε στο Αγρίνιο στις 11 Μαΐου του 1868. Ήταν ποιητής, πεζογράφος, ιδεολόγος του σοσιαλισμού και υπέρμαχος του δημοτικισμού (=Είναι πνευματικό κίνημα που βρέθηκε στο γλωσσικό στερέωμα τον 20ο αιώνα. Επικράτησε ως υπέρτατη γλωσσική ανάγκη να «καθοριστεί» η ελληνική γλώσσα από την καθαρεύουσα και τον αρχαϊσμό. Ο δημοτικισμός αποτέλεσε αντικείμενο διεκδίκησης σε κοινωνικό εθνικό επίπεδο). Ήταν ο μεγαλύτερος από τα επτά παιδιά του κτηματία Ιωάννη Χατζόπουλου και της Θεοφανίας Στάικου, που κατάγονταν από μεγάλη οικογένεια κοτζαμπάσηδων, αρκετά μέλη της οποίας ήταν Φιλικοί και αγωνιστές του 1821.
Ακολούθως, σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1882-1888), όπου ενασχολήθηκε με το επάγγελμά του δικηγόρου για δύο χρόνια στην πατρίδα του (1891-1893). Έπειτα, το 1893 μεταφέρθηκε στην Αθήνα και αφιέρωσε τον εαυτό του στο μονοπάτι της λογοτεχνίας, κατέχοντας μία μεγάλη περιουσία από τον παππού του. Από τον Οκτώβριο του 1898 έως τον Νοέμβριο του 1899 τύπωνε το περιοδικό «Τέχνη», με το οποίο συνεργάστηκαν επιφανείς εκπρόσωποι του δημοτικισμού (Γρυπάρης, Παλαμάς κ.ά.).
Το 1900 μετακόμισε στην Γερμανία, παραμένοντας 11 χρόνια, όπου μελέτησε τη φιλολογία των ευρωπαϊκών κρατών στο Πανεπιστήμιο της Δρέσδης. Παντρεύτηκε την Φιλανδή Σανούι Έγκμαν και απέκτησε μία κόρη. Υπήρξε ο πρώτος μεταφραστής του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου» των Μαρξ και Ένγκελς, ένα μεγάλο μέρος του οποίου πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα του Βόλου «Εργάτης» το 1913.
Το 1914 γύρισε στην Ελλάδα και συνέχισε τους αγώνες του για τη δημοτική γλώσσα και τα σοσιαλιστικά ιδεώδη, όπου είχε ενστερνιστεί από τη Γερμανία. Κατά τη διάρκεια του «Εθνικού Διχασμού» συμπαρατάχθηκε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και διετέλεσε διευθυντής λογοκρισίας τη διετία 1917-1919.
Τον Ιούλιο του 1920, ο Χατζόπουλος ταξίδεψε για τελευταία φορά με την οικογένειά του στο Μόναχο, με στόχο την μεταφορά των αντικειμένων του για να επιπλώσουν το νέο τους σπίτι. Παρόλα αυτά, πηγαίνοντας προς το Μπρίντιζι με το ιταλικό ατμόπλοιο “Montenegro”, πέθανε από τροφική δηλητηρίαση, στις 22 Ιουλίου. Κηδεύτηκε και θάφτηκε στο Μπρίντιζι.
Ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος έγραφε ανάμεσα σε ποίηση και πεζογραφία. Στην ποίηση ακολούθησε την τεχνοτροπία του συμβολισμού, ενώ στην πεζογραφία ακολούθησε τη ρεαλιστική απεικόνιση της κοινωνικής πραγματικότητας του καιρού του. Στην αρχή, η ποίησή του διαχωριζόταν για τη μελαγχολική ρομαντική της διάσταση, η οποία εκφραζόταν συγκρατημένα. Αργότερα, συνέχισε στον Συμβολισμό, το καλλιτεχνικό κίνημα που γεννήθηκε στη Γαλλία, ως αντίδραση στο Νατουραλισμό και τον Ρεαλισμό.
Ακολουθώντας τις αρχές του ρεαλισμού και του νατουραλισμού προσπάθησε να διευρύνει τα στενά πλαίσια της ελληνικής ηθογραφίας και να δώσει φως στους κοινωνικούς προβληματισμούς του φανερώνοντας μερικές πληγές της σκληρής επαρχιακής ζωής (Αγάπη στο χωριό, Ο Πύργος του Ακροπόταμου) ή της κοινωνικής πραγματικότητας (Τάσω, Στο σκοτάδι κι άλλα διηγήματα).
Εν κατακλείδι, ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, με τα περισσότερα από τα έργα του να φέρουν την υπογραφή Πέτρος Βασιλικός, αποτέλεσε μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της Ελλάδας. Παρόλο που είχε μεγάλη έλξη από τη λογοτεχνία των βορειοευρωπαϊκών χωρών, παρέδωσε όμορφα έργα, από τα οποία δεν έλειπε το ελληνικό στοιχείο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, sansimera.gr, διαθέσιμο εδώ