13.4 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαMoritur et ridet: Η ρωμαϊκή κοινωνία την εποχή της πτώσης της Δυτικής...

Moritur et ridet: Η ρωμαϊκή κοινωνία την εποχή της πτώσης της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας


Του Κωνσταντίνου Κατσούλα,

Η πτώση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον 5ο αιώνα μ.Χ. μπορεί να σημαδεύτηκε από τις εισβολές των βαρβάρων και τις καταστροφές που αυτοί προξένησαν, αλλά τεράστιο ρόλο έπαιξε και η κατάσταση στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας. Ειδάλλως, το πιθανότερο είναι πως η Ρώμη θα είχε καταφέρει να απωθήσει τα γερμανικά στίφη, όπως είχε πράξει και με πολλούς ακόμα εισβολείς στο παρελθόν. Στο παρόν άρθρο θα εξετάσουμε την παρακμή της ρωμαϊκής κοινωνίας, την εποχή που οι Γερμανικοί λαοί βρίσκονταν ήδη προ των πυλών και αναζητούσαν καταφύγιο εντός των ρωμαϊκών συνόρων, και θα εμβαθύνουμε στο πως η σήψη αυτή έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην τελική πτώση της Αυτοκρατορίας.

Ρωμαίος φοροεισπράκτορας. Πηγή εικόνας: archaeology.org

Ο χωρισμός της Αυτοκρατορίας σε δύο τμήματα, μετά τον θάνατο του Θεοδοσίου Α΄, ζημίωσε οικονομικά την ιταλική χερσόνησο σε σημαντικό βαθμό, καθώς η οικονομία της παρουσίαζε άμεση εξάρτηση από τις αγορές των πλούσιων ανατολικών επαρχιών και από τα αγαθά τους. Συνεπώς, τον 5ο μ.Χ. αιώνα η πλειοψηφία των κατοίκων της Ιταλίας είχε περιπέσει σε ένδεια, ενώ και η μεσαία τάξη είχε εξασθενήσει λόγω της βαριάς φορολογίας. Παράλληλα, η σταδιακή απώλεια της Γαλατίας και οι διαδοχικές λεηλασίες που αυτή υπέστη από τα Γερμανικά φύλα σήμανε την περαιτέρω ελάττωση του εμπορίου, με την Δυτική Αυτοκρατορία να χάνει τον έλεγχο της μόνης σχετικά πλούσιας περιοχής που της είχε απομείνει. Η αναρχία η οποία επικρατούσε στην Αυτοκρατορία οδήγησε στην ανάπτυξη της ληστείας, ενώ πολλές φορές οι φοροεισπράκτορες υπερφορολογούσαν κατά το δοκούν τους κατοίκους, ώστε να παρακρατήσουν χρήματα προς το δικό τους όφελος. Οι οικονομικές αυτές δυσκολίες, τις οποίες αντιμετώπιζε ο απλός Ρωμαίος πολίτης, οδήγησαν τους αυτοκράτορες Ονώριο (αρχικά) και Ουαλεντινιανό Α΄ (στην συνέχεια), να λάβουν μέτρα με σκοπό την καταπράυνση της οικονομίας, μέτρα τα οποία όμως δεν επέφεραν κάποια ουσιαστική αλλαγή.

Στις συνοριακές επαρχίες λάμβαναν χώρα οι αλλαγές, οι οποίες θα οδηγούσαν τη Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στο χείλος του γκρεμού κατά τη διάρκεια του αιώνα. Υπήρξε μια δραστική μείωση των γεννήσεων, η οποία είχε ήδη ξεκινήσει από τον 3ο μ.Χ. αιώνα, και συνδυαζόμενη με την κατακόρυφη πτώση της αποτελεσματικότητας του Ρωμαϊκού στρατού, κατέστησε τις παραμεθόριες επαρχίες εύκολη λεία για τα Γερμανικά φύλα. Εισβολές και λεηλασίες λάμβαναν χώρα και τους προηγούμενους αιώνες, η ειδοποιός διαφορά όμως των εισβολών που συνέβησαν μετά το 400 μ.Χ. ήταν η επιδίωξη, από την πλευρά των βαρβάρων, της μόνιμης εγκατάστασης σε περιοχές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, καθώς οι βασιλείς τους κατανοούσαν πλέον πως μπορούσαν αρκετά εύκολα να εγκαταστήσουν τις φυλές τους σε κάποια πλούσια, πλην όμως αποψιλωμένη πληθυσμιακά, ρωμαϊκή επαρχία.

Συνεπώς, ήδη από τις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ. οι Οστρογότθοι μεταναστεύουν προς την Ιταλία, ενώ οι Σουηβοί, Αλανοί και Βάνδαλοι περνούν τον Ρήνο και εγκαθίστανται στην Ισπανία, με τους τελευταίους αρκετά χρόνια αργότερα να μεταναστεύουν εκ νέου προς την Αφρική. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με την πίεση που δέχτηκαν τα φύλα που κατοικούσαν στην Κεντρική Ευρώπη από τους Ούννους κατά την βασιλεία του Αττίλα (434-453), οδήγησε στον κατακλυσμό της Δυτικής Αυτοκρατορίας από βαρβαρικά φύλα, εξέλιξη η οποία διέλυσε τη συνοχή της Αυτοκρατορίας και καταρράκωσε το ηθικό των Ρωμαίων.

Μια ακόμα πηγή προβλημάτων την οποία είχε να αντιμετωπίσει η Αυτοκρατορία ήταν ο διχασμός μεταξύ ειδωλολατρών και χριστιανών. Οι πρώτοι, με προεξάρχοντα τον Σύμμαχο ήδη από τα τέλη του 4ου αιώνα, θεωρούσαν την Ρώμη Ιερά Πόλη, ενώ πολλοί από αυτούς κατηγορούσαν τους χριστιανούς και τη θρησκεία τους για την εξασθένιση της Ρώμης, και την πρώτη της εκπόρθηση από τον Αλάριχο το 410. Από την πλευρά των Χριστιανών, απάντησε σε αυτούς τους ισχυρισμούς ο Αυγουστίνος, με το έργο του De Civitate Dei (Η πολιτεία του Θεού), στο οποίο και κατέρριπτε τους ισχυρισμούς των παγανιστών. Ο πνευματικός «πόλεμος» μεταξύ των δύο πλευρών μαινόταν όλο τον 5ο αιώνα, ενώ γινόταν σαφές σε πολλές περιστάσεις πως και τα δύο στρατόπεδα προτιμούσαν τους βαρβάρους από την επικράτηση της άλλης πλευράς. Αξίζει να σημειωθεί εδώ πως οι περισσότεροι βάρβαροι πίστευαν στην αίρεση του Αρειανισμού, γεγονός που ενέτεινε την καχυποψία τόσο των Χριστιανών όσο και των Εθνικών προς αυτούς.

Χάρτης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας λίγο πριν την κατάρρευσή της, 460 μ.Χ. Πηγή εικόνας: commons.wikimedia.org

Απορίας άξιο, βέβαια, είναι το κατά πόσο οι φανατικοί και των δύο θρησκευμάτων υπήρξαν πιστοί στα κηρύγματα των θρησκειών τους στην καθημερινότητά τους, καθώς οι περιγραφές των συγγραφέων της εποχής για τα ήθη που επικρατούσαν τότε στην κοινωνία είναι – στην καλύτερη περίπτωση – μελανές. Ο Σαλβιανός, Χριστιανός ιστορικός της εποχής, θεωρούσε πως οι βαρβαρικές εισβολές ήταν Θεία Τιμωρία για την οικονομική εκμετάλλευση και τις ακολασίες οι οποίες υπήρχαν στον Ρωμαϊκό κόσμο. Ο συγγραφέας αυτός μας περιγράφει την άνθιση της πορνείας στη Ρώμη, τις κραιπάλες στις οποίες επιδίδονταν πλούσιοι και φτωχοί Ρωμαίοι και την ασέβειά τους ακόμη και προς τον Θεό. Μαθαίνουμε ακόμα πως ο Βάνδαλος Γενζέριχος, όταν κατέλαβε την Καρχηδόνα το 439, έμεινε έκπληκτος καθώς βρήκε μια πόλη στην οποία βασίλευε η ακολασία, παρότι το θρήσκευμά της ήταν το Χριστιανικό.

Την ίδια στιγμή, τα Γερμανικά φύλα, αν και αιρετικά – οι περισσότεροι Γερμανοί πίστευαν στην αίρεση του Αρειανισμού – είχαν μια πιο ευσεβή ζωή από τους Ρωμαίους. Οι βάρβαροι, κατά τον Σαλβιανό, ήταν πολύ πιο ευσεβείς από τους σύγχρονούς τους Ρωμαίους, είχαν σε υψηλή εκτίμηση τον θεσμό της οικογένειας και του γάμου, ήταν αρκετά εγκρατείς και αντιμετώπιζαν με σεβασμό σε πολλές περιπτώσεις ακόμα και τους ηττημένους Ρωμαίους. Ήταν φυσικό επακόλουθο λοιπόν, ένας λαός ο οποίος είχε έρθει σε σήψη όπως οι Ρωμαίοι της ύστερης αρχαιότητας, να ηττηθεί και να κατακτηθεί. Οι Ρωμαίοι την εποχή εκείνη, από τους συγκλητικούς μέχρι και τους στρατιώτες και τους απλούς πολίτες, ενώ η Αυτοκρατορία ήταν έτοιμη να καταλυθεί από την εξάπλωση των βαρβάρων, αντί να κινηθεί ώστε να το αποτρέψει, συνέχισαν να είναι αφοσιωμένοι στις απολαύσεις τους. Η Ρώμη πέθαινε και γελούσε, όπως έγραψε ο Σαλβιανός, “Moritur et Ridet”.

Εν κατακλείδι, η ρωμαϊκή κοινωνία την εποχή της πτώσης της, ήταν μια κοινωνία η οποία, όντας κορεσμένη από τα αγαθά που της παρείχε η ακμή της Αυτοκρατορίας, κατέληξε σε μια αποσύνθεση και απώλεια της συνοχής της, η οποία στάθηκε βασική αιτία της τελικής πτώσης του Δυτικού Ρωμαϊκού Κράτους. Μια προσεκτική ανάγνωση στα γεγονότα και τις καταστάσεις της εποχής, αρκεί για να μας υπενθυμίσει πως οι εξωτερικοί εχθροί μπορούν εύκολα να καταλύσουν ένα κράτος, όσο ισχυρό και αν είναι το κράτος αυτό, όταν τα συνεκτικά στοιχεία της κοινωνίας του κράτους αυτού έχουν αλλοιωθεί.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Brown, P., (1998), Ο κόσμος της Ύστερης Αρχαιότητας 150-750 μ.Χ., Αθήνα: Εκδόσεις Αλεξάνδρεια.
  • Durant, W., (1950), Η παγκόσμια ιστορία του πολιτισμού – Τόμος Δ’: Ο Αιών της Πίστεως, Νέα Υόρκη: Εκδόσεις Simon & Chuster.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Κατσούλας
Κωνσταντίνος Κατσούλας
Γεννήθηκε το 2001 στην Αμφιλοχία, όπου και πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια. Είναι φοιτητής του τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Τεχνολογίας Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Πατρών, ενώ κατέχει πτυχία εκμάθησης Αγγλικών και Ισπανικών. Το αγαπημένο του αντικείμενο είναι η ιστορία, καθώς τον ενδιαφέρει το πως αυτή επηρεάζει τη ζωή των ανθρώπων σήμερα αλλά και τα χαρακτηριστικά κάθε τόπου. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται ερασιτεχνικά με το στίβο, ενώ αφιερώνει αρκετό χρόνο στην κοινωνικοποίησή του βγαίνοντας με τους φίλους του.