14.2 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΒυθίζεται σε τέλμα η γερμανική οικονομία;

Βυθίζεται σε τέλμα η γερμανική οικονομία;


Του Γιώργου Δρακόπουλου, 

Όση ανθεκτικότητα παρουσίασε η οικονομία της Ευρωζώνης κατά την έξαρση της ενεργειακής κρίσης το 2022, μετά το ξέσπασμα του Ρωσοουκρανικού Πολέμου, τόση αδυναμία δείχνει την τρέχουσα περίοδο από τις πιέσεις που δέχεται, κυρίως, από το αυξημένο κόστος δανεισμού και τον πολύ υψηλό πληθωρισμό σε ορισμένα αγαθά. Σύμφωνα με την τελευταία μηνιαία δημοσκόπηση της S&P Global για τους διευθυντές εταιρειών της ζώνης του ευρώ, η επιχειρηματική δραστηριότητα υποχώρησε περισσότερο του αναμενόμενου, αποτελώντας την 5η σερί μηνιαία πτώση, με την αγορά να φοβάται για στασιμότητα της οικονομία. Και ο «μεγάλος άρρωστος», όπως χαρακτηρίζεται, της Ευρωζώνης να θεωρείται η Γερμανία.

Για πολλές γερμανικές εταιρείες, η περίοδος που διανύουμε είναι από τις χειρότερες, ακόμα και από την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίση του 2008, σύμφωνα με δηλώσεις στελεχών της αγοράς της χώρας. Παράλληλα, ο κίνδυνος μια βαθιάς ύφεσης –και πιθανής μακρόχρονης στασιμότητας– εγείρει σοβαρές αμφιβολίες για το μέλλον του περίφημου αναπτυξιακού εξαγωγικού μοντέλου της γερμανικής οικονομίας. Οι εξαγωγές και η μεταποιητική παραγωγή της μειώνονται, ο πληθωρισμός καταστέλλει τη ζήτηση των καταναλωτών και ο κατασκευαστικός κλάδος δέχεται τριγμούς από τα υψηλά επιτόκια, δείχνοντας πως, ίσως, η επιτυχία της γερμανικής οικονομία έχει, τελικά, ημερομηνία λήξης.

Το Δ.Ν.Τ. προέβλεψε αυτόν τον μήνα ότι η Γερμανία θα ήταν η μεγαλύτερη οικονομία με τις χειρότερες επιδόσεις φέτος, καθώς το Α.Ε.Π. της αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 0,5%. Επίσης, ανέφερε τη βραδύτερη ζήτηση που καταγράφει σε σχέση με τους εμπορικούς εταίρους της και την αδυναμία της σε τομείς που είναι ευαίσθητοι στα υψηλά επιτόκια, όπως ο κατασκευαστικός κλάδος. Στον αντίποδα, η οικονομία των Η.Π.Α. προβλέπεται να αναπτυχθεί κατά 2,1% και της Γαλλίας –της δεύτερης οικονομίας του πυρήνα της Ένωσης– κατά 1%.

Αυτή η κατάσταση οφείλεται, αρχικά, στο γεγονός πως πέρυσι δέχτηκε από τα μεγαλύτερα «χτυπήματα» της ενεργειακής κρίσης, σε σχέση με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, εξαιτίας της μεγάλης εξάρτησης πολλών ενεργοβόρων κλάδων της από το ρωσικό φυσικό αέριο. Συγχρόνως, η αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής της Ε.Κ.Τ. για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, σε συνδυασμό με την αργή ανάκαμψη στο εμπόριό της με την Κίνα, έχουν εντείνει σημαντικά τις πιέσεις.

Το ποσοστό ανάπτυξης του Α.Ε.Π. της Γερμανίας σε ετήσια βάση. Πηγή εικόνας: tradingeconomics.com

Ωστόσο, ορισμένες από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα είναι πιο μακροπρόθεσμες. Οι εταιρείες διαμαρτύρονται όλο και περισσότερο για το αυξανόμενο κόστος της επιχειρηματικής δραστηριότητας στη Γερμανία από την επιβάρυνση που επιφέρουν οι πολιτικές για το κλίμα, οι υψηλοί φόροι, η ακριβή ενέργεια, αλλά και η φοβερή έλλειψη ειδικευμένων εργαζομένων και η υπερβολική γραφειοκρατία. Ενδεικτικό είναι, σύμφωνα με δηλώσεις στελεχών της αγοράς, πως ενώ διεξάγονται συζητήσεις με την Κυβέρνηση και τον ιδιωτικό τομέα περί σωστής αξιοποίησης της τεχνητής νοημοσύνης και των αναδυόμενων τεχνολογιών, σε πολλές υπηρεσίες του Δημοσίου χρησιμοποιείται ακόμη το fax.

Γενικότερα, τα τελευταία χρόνια, η Γερμανία παρουσιάζει σημάδια δυσκολίας προσαρμογής με τις αλλαγές του οικονομικού και τεχνολογικού περιβάλλοντος, με τρανταχτά παραδείγματα την αυτοκινητοβιομηχανία και τους συσχετιζόμενους κλάδους. Ενδεικτικά, η άνοδος των ηλεκτρικών οχημάτων και τα άλματα προόδου που σημειώνει η Κίνα σε αυτήν την αγορά στην Ευρώπη, απειλούν μια βιομηχανία που αποτελούσε εδώ και καιρό πυλώνα της οικονομικής επιτυχίας της Γερμανίας και ειδικότερα των ανεπτυγμένων περιοχών στα νοτιοδυτικά της χώρας. Επιπλέον, η αποστροφή που θέλει να επιτύχει η οικονομία από τον άνθρακα πιθανόν να πλήξει ακόμα παραπάνω τoν κλάδο, όπως και άλλες ενεργοβόρες και παραγωγής υψηλών εκπομπών άνθρακα βιομηχανίες της, όπως της χαλυβουργίας και των χημικών. Αυτό συμβαίνει, διότι πολλές εταιρείες σε διάφορους τομείς δεν έχουν προετοιμαστεί όλα αυτά τα χρόνια για αυτήν την «πράσινη» μετάβαση και συνεχίζουν να εξαρτώνται οικονομικά –είτε άμεσα είτε έμμεσα– από τους κινητήρες εσωτερικής καύσης. Όσες μόνο έχουν διευρύνει και διαφοροποιήσει το χαρτοφυλάκιο των δραστηριοτήτων τους και των επενδύσεών τους επιτυγχάνουν να είναι πιο ανθεκτικές σε αυτήν την περίοδο.

Δεν είναι, όμως, μόνο οι ενεργοβόρες βιομηχανίες που υποφέρουν. Η ύφεση στον κατασκευαστικό τομέα της Γερμανίας γίνεται αισθητή σε πολλές περιοχές, όπως στην Donnersbergkreis για παράδειγμα. Οι κατασκευαστικές εταιρείες σε όλη τη Γερμανία έχουν χτυπηθεί από υψηλά επιτόκια και τη μεγάλη αύξηση στο κόστος των οικοδομικών υλικών. Μια έρευνα από το Ινστιτούτο Ifo διαπίστωσε ότι το 21,4% των κατασκευαστών κατοικιών επηρεάστηκαν από ακυρώσεις έργων τον Σεπτέμβριο, το υψηλότερο επίπεδο από τότε που άρχισαν οι καταγραφές, το 1991. Το τίμημα για μια μονοκατοικία με οικόπεδο στο Donnersbergkreis, παραδείγματος χάριν, ήταν € 500.000 πριν από μερικά χρόνια, ενώ τώρα είναι € 750.000, ως απόρροια του υψηλότερου κόστους κατασκευής. Εν τω μεταξύ, τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων έχουν αυξηθεί από περίπου 1% σε 4-5%, διαμορφώνοντας ένα ιδιαίτερα δύσκολο περιβάλλον εύρεσης στέγης, κυρίως για τις νέες οικογένειες.

Πηγή εικόνας: reuters.com

Ωστόσο, παρά τα σοβαρά προβλήματα που μαστίζουν τη γερμανική οικονομία, αρκετοί είναι αισιόδοξοι για την επόμενη χρονιά, καθώς ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται, η αγορά εργασίας είναι εύρωστη και τα πραγματικά εισοδήματα αυξάνονται, παράγοντες που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την εγχώρια ζήτηση και, κατ’ επέκταση, την ανάπτυξη.

Αυτή την αισιοδοξία συμμερίζεται και ο Joachim Nagel, επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας. Μιλώντας σε επιχειρηματικούς και πολιτικούς ηγέτες στο Βερολίνο την περασμένη εβδομάδα, απέρριψε ισχυρισμούς ότι η Γερμανία ήταν ο «άρρωστος άνθρωπος της Ευρώπης» ή μια χώρα που βρίσκεται στα χέρια της «αποβιομηχάνισης».

Επιπροσθέτως, η Γερμανία κάνει μεγάλα βήματα στη δημιουργία νέων βιομηχανιών, με επίκεντρο τις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές της χώρας. Δελεασμένες από τεράστιες επιδοτήσεις, η Intel και η TSMC κατασκευάζουν εργοστάσια ημιαγωγών στο Μαγδεμβούργο και τη Δρέσδη, αντιπροσωπεύοντας μια αλλαγή στη βιομηχανική γεωγραφία της Γερμανίας από το νότο προς την ανατολή.

Κλείνοντας, η αισιοδοξία των γερμανικών επιχειρήσεων αυξήθηκε για πρώτη φορά μέσα στους τελευταίους έξι μήνες τον Οκτώβριο (όπως φαίνεται και στο παραπάνω γράφημα), αλλά η διάθεσή τους παρέμεινε υποτονική και οι οικονομολόγοι λένε ότι μια δεύτερη ύφεση μέσα σε έναν χρόνο φαίνεται ακόμα πιθανή. Το ινστιτούτο Ifo ανέφερε ότι ο δείκτης του επιχειρηματικού κλίματος διαμορφώθηκε στο 86,9, ξεπερνώντας την πρόβλεψη 85,9 από αναλυτές σε δημοσκόπηση του Reuters και την ελαφρώς αναθεωρημένη ένδειξη του Σεπτεμβρίου στο 85,8. Οι εταιρείες ήταν κάπως πιο ικανοποιημένες με την τρέχουσα επιχειρηματική κατάσταση και οι διευθυντές ήταν, επίσης, λιγότερο απαισιόδοξοι για τους επόμενους μήνες, έδειξε η έρευνα. Βέβαια, η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή έχει επαναφέρει τις ανησυχίες αρκετών, διότι η όποια πρόοδος έχει καταγραφεί για τη γερμανική οικονομία μπορεί να ανατραπεί.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Eurozone economy’s outlook worsens, shows business survey, ft.com, διαθέσιμο εδώ
  • The region at the heart of Germany’s economic stagnation, ft.com, διαθέσιμο εδώ
  • German business sentiment edges up but recession fears undimmed, reuters.com, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Δρακόπουλος
Γιώργος Δρακόπουλος
Σπουδάζει Λογιστική και Χρηματοοικονομικά στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Του αρέσει να ενημερώνεται για θέματα που αφορούν την οικονομία. Λατρεύει την επιστήμη της Λογιστικής και φιλοδοξεί να καταξιωθεί στον συγκεκριμένο κλάδο. Αν χαρακτήριζε τον εαυτό μου με μία λέξη, θα χρησιμοποιούσε την λέξη τελειομανής.