14.2 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ δράση του βασιλιά Κωνσταντίνου στην εξορία (Β΄ Μέρος: Σεπτέμβριος 1917-Ιανουάριος 1918)

Η δράση του βασιλιά Κωνσταντίνου στην εξορία (Β΄ Μέρος: Σεπτέμβριος 1917-Ιανουάριος 1918)


Του Στέλιου Καραγεώργη,

Τον Σεπτέμβριο του 1917, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος θα εγκατασταθεί από το Σεν Μόριτζ στη Ζυρίχη για τον χειμώνα, ωστόσο η υγεία του θα υποτροπιάσει, παρουσιάζοντας πόνους στα νεφρά και υψηλό πυρετό. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμά να εγχειριστεί, και να του αφαιρεθούν τρία πλευρά, ώστε να αποφύγει η ζωή του τον κίνδυνο. Στη συνέχεια, θα επιστρέψει στο Σεν Μόριτζ προς ανάρρωση, και εκεί θα του γνωστοποιηθεί από τους Γερμανούς ότι είχε αποκαλυφθεί συνομωσία στη Στοκχόλμη τριών βενιζελικών, που σκόπευαν να τον δολοφονήσουν. Μετά την αποκατάσταση της υγείας του, ο εξόριστος άνακτας επέστρεψε στη Ζυρίχη.

Πορτραίτο της βασίλισσας Σοφίας. Πηγή εικόνας: wikimedia.org

Το ίδιο διάστημα, στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ευνοϊκό κλίμα απέναντί του, ο βασιλιάς είχε εμπιστευτικά δηλώσει στον επιφανή Γερμανό δημοσιογράφο και οπαδό της οθωμανογερμανικής συνεργασίας στην Ανατολή Έρνστ Γαίκ, ότι μεταπολεμικά θα ήταν διατεθειμένος να επιστρέψει στον σουλτάνο τα νησιά του Αιγαίου, που γειτνίαζαν με τα Στενά. Παράλληλα, η βασίλισσα Σοφία έλεγε στον δημοσιογράφο, ότι προσπαθούσε να πείσει τον σύζυγό της να έρθει σε απευθείας επαφή με τον βασιλιά Φερδινάνδο της Βουλγαρίας και τον σουλτάνο, ώστε να σχεδιάσουν από κοινού τα μελλοντικά τους πλάνα. Με τη σειρά του ο Γεώργιος Στρέιτ πρότεινε στον Γαίκ να εκδοθεί ελληνόφωνη εφημερίδα στη Μικρά Ασία, που θα παρότρυνε τους ελληνικούς πληθυσμούς να μείνουν πιστοί στον σουλτάνο και να προπαγανδίσει εναντίον του Βενιζέλου και των Συμμάχων. Ακόμα, είχε εισηγηθεί στον πατριάρχη Κωνσταντινούπολης να επικυρώσει το ανάθεμα της ελλαδικής Εκκλησίας εναντίον του Βενιζέλου, ή να καταδικάσει δημοσίως την πολιτική αυτού και της Αντάντ.

Τελικά, στις 27 Σεπτέμβριου, ο πρεσβευτής της Γερμανίας στη Βέρνη βαρόνος Γκίσμπερτ φόν Ρομπέργκ ενημέρωσε τον Νικόλαο Θεοτόκη σχετικά με τις προτάσεις που είχε υποβάλει, που παρατέθηκαν στο πρώτο μέρος του άρθρου. Το Βερολίνο ενέκρινε το αίτημα του βασιλιά να στείλει μερικούς βασιλόφρονες αξιωματικούς του Δ΄ Σώματος Στρατού στην Ελλάδα, για να μεταφέρουν οδηγίες στον βασιλεύοντα Αλέξανδρο και να υποκινήσουν στάσεις στο στρατό. Οι Γερμανοί όμως αρνούνταν η συνάντηση με τους πιστούς βασιλικούς αξιωματικούς να πραγματοποιηθεί στο Σεν Μόριτζ, ώστε να μην αμφισβητηθεί η ουδετερότητα της Ελβετίας. Εντούτοις, επέτρεψαν σε όποιον αντιπρόσωπο του βασιλιά επιθυμούσε να μεταφερθεί στο Γκέρλτις, προκειμένου να επιλέξει τους αξιωματικούς που θα στέλνονταν στην Ελλάδα. Παρά την αποδοχή του σχεδίου, η επιχείρηση θα παραμένει για αρκετό καιρό στα χαρτιά.

Παράλληλα, η Γερμανία χορηγούσε το ποσό των 300.000 μάρκων προς ενίσχυση της προπαγάνδας του βασιλιά, παρότι αυτή προσέκρουε στα άμεσα συμφέροντά της. Ένα μέρος των χρημάτων εστάλη στην Ελλάδα για εσωτερική προπαγάνδα, ενώ το υπόλοιπο διατέθηκε στην εφημερίδα ‘’Echo de Grece’’, που διατυμπάνιζε τις θέσεις του βασιλιά στην Ελβετία, υπό την αιγίδα της φιλοβασιλικής οργάνωσης ‘’Union Hellenique’’. Η «Ελληνική Ένωση» είχε ιδρυθεί στη Γενεύη τον Μάρτιο του 1917, από την ελληνική διπλωματική αντιπροσωπεία, με σκοπό να διαδώσει την αντιβενιζελική και αντιπολεμική προπαγάνδα. Μετά την εκθρόνιση του βασιλιά, η Ελβετία έγινε κέντρο αντιβενιζελικών κι φιλομοναρχικών στοιχείων, με την οργάνωση να αναπτύσσει έτι μεγαλύτερη δραστηριότητα έως το 1918 και την τελική ήττα της Γερμανίας.

Η ελληνική βασιλική οικογένεια σε φωτογραφία του 1921. Πηγή εικόνας: gettyimages.ca, Δικαιώματα χρήσης: Gircke/ullstein bild via Getty Images

Το επόμενο διάστημα, το βασικό πρόβλημα του εξόριστου βασιλιά ήταν η αδυναμία επικοινωνίας του με την Ελλάδα, ώστε να συντονίσει τις ενέργειές του με τον γιό του. Επίσης, ήθελε να έρθει σε επαφή με τον βασιλόφρονα στρατηγό Αναστάσιο Παπούλα και τον συνταγματάρχη Παπαγεωργίου, που ήταν αρχηγός αντάρτικης ομάδας εναντίον των Συμμάχων στην Κορυτσά.

Στις 9 και 26 Οκτωβρίου, βλέποντας τον βουλγαρικό τύπο να μιλάει απροκάλυπτα για την ενσωμάτωση της ανατολικής Μακεδονίας στο βασίλειο της Βουλγαρίας, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος θορυβημένος απευθύνθηκε στον κάιζερ και γυναικαδελφό του Γουλιέλμο Β΄. Ο Έλληνας εστεμμένος σε επιστολές του, τόνιζε στον κουνιάδο του, ότι το «φαρμακερό φίδι» ο Βενιζέλος μπορούσε να επιβληθεί μόνο με τρομοκρατία, αλλά αν οι Βούλγαροι συνέχιζαν να καταπιέζουν τους ελληνικούς πληθυσμούς στη Μακεδονία θα έσπρωχναν τους Έλληνες στο πλευρό του. Συγχρόνως, υπογράμμιζε πως η απώλεια της ανατολικής Μακεδονίας θα ενίσχυε τις θέσεις του Έλληνα πρωθυπουργού και της Αντάντ, ενώ ο ίδιος είχε σκοπό να εφαρμόσει κανόνες καλής γειτονίας και με τους Βούλγαρους και με τους Οθωμανούς.

Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος (αριστερά) μαζί με τον κάιζερ Γουλιέλμο Β΄ (δεξιά) σε γυμνάσια του γερμανικού στρατού το 1913. Πηγή εικόνας: gettyimages.ca, Δικαιώματα χρήσης: Haeckel collection/ullstein bild via Getty Images

Ενώ τα επιθετικά πλάνα του εξόριστου βασιλιά φαίνονταν να έχουν παγώσει, οι γερμανικές επιτυχίες στο ανατολικό μέτωπο, τον Δεκέμβριο του 1917, με τη συνθηκολόγηση της Ρωσίας, έκαναν τον Γουλιέλμο Β΄ να υποστηρίξει το στρατιωτικό σχέδιο του συζύγου της αδελφής του. Έτσι, ενημέρωσε τον βασιλιά Κωνσταντίνο σχετικά με τις προθέσεις του, χωρίς να συμβουλευτεί προηγουμένως το υπουργείο Εξωτερικών. Στην απάντησή του, ο βασιλιάς έγραφε στον κάιζερ, ότι μια ισχυρή Ελλάδα μεταπολεμικά μαζί με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και τη Ρουμανία θα συγκρατούσαν την «Πρωσία τον Βαλκάνιων», αν αυτή ήθελε να ακολουθήσει ανεξάρτητη πολιτική. Παράλληλα, εισηγούταν να ξεκινήσει η αναδιοργάνωση και εκπαίδευση του Δ΄ Σώματος Στρατού, ενώ διατύπωνε και την ανησυχία του για το επισιτιστικό πρόβλημα στην Ελλάδα, μετά την επαναφορά του στον θρόνο. Ωστόσο, το υπουργείο Εξωτερικών και ο στρατηγός Έριχ Λούντεντορφ απέρριψαν οποιαδήποτε συζήτηση, που θα διακινδύνευε τη συμπόρευση της Βουλγαρίας με τις Κεντρικές Δυνάμεις. Ο Λούντεντορφ συμφωνούσε με το υπουργείο Εξωτερικών, πως μια τέτοια ενέργεια έπρεπε να αναβληθεί μέχρις ότου οι Σύμμαχοι απομάκρυναν μεγάλη δύναμη των στρατευμάτων τους από τη Μακεδονία, ενώ προειδοποιούσε για την αδυναμία τροφοδοσίας μιας κωνσταντινικής Ελλάδας από τη Γερμανική Αυτοκρατορία.

Στα τέλη Ιανουαρίου του 1918, ο Στρέιτ σε συζήτησή του με τον αντιπρόσωπο της Εθνικής Τράπεζας της Γερμανίας στην Ελβετία Ρέσλερ, θα εκθέσει τα μεταπολεμικά σχέδια του βασιλιά Κωνσταντίνου. Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, υποστήριξε πως η αποκατάσταση του άνακτα θα εξασφάλιζε τη συνεργασία όχι μόνο της Ελλάδας, άλλα όλων των ελληνικών πληθυσμών που κατοικούσαν στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. Σύμφωνα με το σκεπτικό του, η οικονομική υποστήριξη της Γερμανίας προς την Ελλάδα, λόγω των χαμηλών ημερομίσθιων στη χώρα, θα επέτρεπαν στο γερμανικό κεφάλαιο να επεκταθεί σε όλους τους βιομηχανικούς τομείς, τον σιδηρόδρομο, τη ναυτιλία κ.α. Αυτό, θα είχε ως αποτέλεσμα το ελληνικό βασίλειο να ενσωματωθεί πλήρως στο οικονομικό πρόγραμμα της Γερμανικής Αυτοκρατορίας και να αποτελέσει συνδετικό κρίκο της με την Εγγύς Ανατολή.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Ιωαννίδης, Ιωάννης Ε. (1935), Κωνσταντίνος ΙΒ΄, τμ. Β΄, Αθήνα: Εκδόσεις Γκοβόστη.
  • Λεονταρίτης, Γεώργιος Β. (2005), Η Ελλάδα στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, 1917-1918, Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
  • Συλλογικό (1978), Ιστορία του ελληνικού έθνους, τμ. ΙΕ΄, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Στυλιανός-Λάμπρος Καραγεώργης
Στυλιανός-Λάμπρος Καραγεώργης
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πειραιώς και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας από το Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφου. Έχει λάβει επιμόρφωση στην διοίκηση ναυτιλιακών επιχειρήσεων, και στις σχέσεις του ελληνισμού με την Δύση. Είναι γνώστης της αγγλικής και τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζονται στην Ελληνική και Ευρωπαϊκή Ιστορία, του 19ου και 20ου αιώνα.