13.4 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ αρχή της καλόπιστης διεξαγωγής της δίκης

Η αρχή της καλόπιστης διεξαγωγής της δίκης


Της Ειρήνης Τσαρούχα,

Πολλές φορές, κανόνες δικαίου που τυποποιούνται γενικά και αφηρημένα, τυγχάνουν σε κάποια συγκεκριμένη περίπτωση, δηλαδή εξετάζοντάς τους επί μιας συγκεκριμένης υπόθεσης, να μοιάζουν «άδικοι». Έτσι και στο πλαίσιο της πολιτικής δίκης, διάφοροι δικονομικοί κανόνες συμβαίνει υπό περιπτώσεις να χρειάζονται ορισμένες προσαρμογές μέσω της ερμηνείας για να μπορέσουν να υπακούσουν στις επιταγές της ουσιαστικής δικαιοσύνης. Στο ουσιαστικό δίκαιο, η προστασία αυτή επιτυγχάνεται με τις γενικές ρήτρες του άρθρου 288 και κυρίως του 281 ΑΚ. Σε επίπεδο δικαιοδοτικής κρίσης, η επίτευξη ορθοκρισίας εξασφαλίζεται πλέον νομοθετικά με το άρθρο 116 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και απευθύνεται τόσο στον δικαστή όσο και στους διαδίκους.

Σε γενικά πλαίσιο, ως προς τους διαδίκους, το άρθρο 116 ΚΠολΔ επιτάσσει να τηρούν τα καθήκοντα αλήθειας και πληρότητας και γενικά να αποφεύγουν συμπεριφορές που αντίκειται στην καλή πίστη και στα χρηστά ήθη και καθυστερούν γενικά την εξέλιξη της δίκης. Ως κακόπιστη συμπεριφορά, θεωρείται η ανέντιμη στάση των διαδίκων απέναντι στους αντιδίκους και γενικά στο δικαστήριο. Έτσι, εάν κάποιος έχει περισσότερες ληξιπρόθεσμες αξιώσεις εναντίον του ίδιου προσώπου και αντί να τα σωρεύσει σε μια αγωγή, ασκεί περισσότερες κατακερματίζοντας την καθ’ ύλη αρμοδιότητα των δικαστηρίων, φέρεται κακόπιστα. Φυσικά, η ρήτρα καλόπιστης διεξαγωγής της δίκης απευθύνεται και στους δικηγόρους ως δικαστικούς πληρεξουσίους και στους παρεμβαίνοντες στην δίκη. Κακόπιστη συμπεριφορά, θεωρείται και η αντιφατική συμπεριφορά, δηλαδή όταν ο διάδικος επικαλείται γεγονότα ή διαδικαστικές πράξεις που είναι αντίθετες μεταξύ τους ή έχει παρέλθει χρόνος εύλογα μεγάλος, ώστε το δικαίωμα του να έχει αποδυναμωθεί.

Όσον αφορά την αντίθεση στα χρηστά ήθη, αυτό είναι προφανές ότι συμβαίνει όταν οι πράξεις προσκρούουν στον κοινό κώδικα ηθικής, στις αντιλήψεις ενός μέσου και ευσυνείδητου ανθρώπου. Στο πλαίσιο της πολιτικής δίκης, αντίθεση στα χρηστά ήθη πρέπει να εντοπίσουμε όταν ο διάδικος αποσιωπά νομικά γεγονότα ή επικαλείται άλλα πχ με ένσταση, ενώ στο γεγονός αυτό συνέβαλε κυρίως ο ίδιος με την συμπεριφορά του.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα Χρήσης: Mikhail Nilov

Γενικότερα κρίσιμο στοιχείο, είναι και εδώ η αρχή της αναλογικότητας που θα πρέπει να συνεκτιμήσει ο δικαστής. Τα μέσα, δηλαδή, που επιτάσσει ο δικονομικός κανόνας, δεν θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα επαχθή για τον διάδικο που θα τα επωμιστεί σε σύγκριση και με τον επιδιωκόμενο νομοθετικά σκοπό. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα κατανοητό στο πεδίο της αναγκαστικής εκτέλεσης, όπου εκεί θα πρέπει ο δικαστής να ισοσταθμίσει την αξία της απαίτησης με την αξία του κατασχεθέντος και να απορρίψει την δυσανάλογα μεγαλύτερη θυσία. Για παράδειγμα, είναι δυσανάλογα βαρύ για χρηματική οφειλή αξίας 200€, να γίνει κατάσχεση ακίνητης περιουσίας αξίας 80.000€.

Το άρθρο 116 του ΚΠολΔ καθιερώνει, επίσης το καθήκον αλήθειας και πληρότητας. Ως προς το καθήκον αλήθειας, ο νομοθέτης επιτάσσει την ειλικρινή έκθεση πραγματικών γεγονότων και την αποφυγή έκθεσης γεγονότων έκδηλα αναληθών ή εφόσον οι διάδικοι και δικαστικοί τους πληρεξούσιοι γνωρίζουν την αναλήθεια. Φυσικά στην πολιτική δική η αλήθεια είναι υποκειμενική και όχι αντικειμενική, διαφορετικά θα εξέλειπε ο σκοπός της δίκης. Ωστόσο, εάν οι διάδικοι παραπλανούν το δικαστήριο με πλήρη συνείδηση της αναλήθειας των πραγματικών ισχυρισμών συνιστά παραβίαση του καθήκοντος, εκτός βέβαια, εάν η αποκάλυψη της αλήθειας βλάπτει τον ίδιο και επιφέρει σε αυτόν δυσμενείς έννομες συνέπειες, όποτε τότε θα ήταν ανεπιεικές να τους ζητήσει την αποκάλυψη. Ως προς το καθήκον πληρότητας, ο νομοθέτης επιτάσσει την πλήρη και λεπτομερή έκθεση των γεγονότων, δηλαδή να μην παραλείπονται στοιχεία κρίσιμα που διαμορφώνουν την αλήθεια, ενώ η παράλειψη τους την στρεβλώνει.

Τέλος, ο νομοθέτης επιτάσσει το καθήκον επιμέλειας όλων των διαδίκων και την αποφυγή παρελκυστικής συμπεριφοράς που επιβραδύνει τις διαδικασίες, προκαλώντας αναιτιολόγητες καθυστερήσεις στην δικαιοσύνη.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα Χρήσης: Sora Shimazaki

Οι παραπάνω επιταγές, δεν είναι γράμμα κενό, αλλά επιφέρουν κυρώσεις είτε στο πλαίσιο των δικονομικών διαδικασιών είτε του ουσιαστικού δικαίου. Έτσι αντιφατικοί ισχυρισμοί, που εκ των πραγμάτων είναι αντίθετοι στην καλή πίστη, κρίνονται απαράδεκτοι από το δικαστήριο. Επίσης, από διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προβλέπονται και χρηματικές ποινές ή αλλαγή του βάρους εξόφλησης των δικαστικών εξόδων. Τέλος, ενδεχομένως, πληρούνται οι προϋποθέσεις της αδικοπραξίας του άρθρου 914 και 919 ΑΚ, επομένως, θα έχουμε και καταδίκη για αποζημίωση του παραβάτη-διαδίκου.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Νικόλαος Θ Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2022

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ειρήνη Τσαρούχα
Ειρήνη Τσαρούχα
Κατάγεται από ένα μικρό χωριό στα Τρίκαλα, τον Άγιο Βησσαρίωνα. Βρίσκεται στο δεύτερο έτος των σπουδών της στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση στο Δημόσιο Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό. Στο ελεύθερό της χρόνο, της αρέσει να διαβάζει νομικά άρθρα και βιβλία και να περνάει χρόνο με τους φίλους μου.