11.5 C
Athens
Πέμπτη, 19 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο δικαίωμα στη ζωή εν καιρώ πολέμου

Το δικαίωμα στη ζωή εν καιρώ πολέμου


Της Ειρήνης-Μαρίας Εξάρχου,

Στις μέρες μας θεωρούμε δεδομένα τα ανθρώπινα δικαιώματα και την απόλαυσή τους, καθώς έχουν εδραιωθεί σημαντικά συστήματα προστασίας -τόσο οικουμενικά όσο και περιφερειακά- και έχουν υιοθετηθεί πολλές Διεθνείς Συμβάσεις και Πρωτόκολλα που επιτάσσουν στα κράτη τόσο θετικές όσο και αρνητικές υποχρεώσεις, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα άτομα θα γίνονται αποδέκτες των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους.

Κάτι άλλο που θεωρούμε δεδομένο είναι και η ειρήνη. Προφανώς επειδή ζούμε στον δυτικό κόσμο και μέχρι προ ολίγου πιστεύαμε ότι τέτοια φαινόμενα απέχουν έτη φωτός από εμάς. Όμως, οι εξελίξεις στην Ουκρανία με τον πόλεμο που διαδραματίζεται εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο επηρέασαν κατά πολύ την πραγματικότητα και μας απέδειξαν ότι ο πόλεμος ελλοχεύει και δεν αποτελεί σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Το κρίσιμο ζήτημα κατά τη διάρκεια μιας εμπόλεμης σύρραξης είναι το τί συμβαίνει άραγε με τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς η γενική εικόνα που έχουμε για τον πόλεμο είναι ότι απεμπολείται κάθε ηθική αξία και όλα είναι επιτρεπτά. Προφανώς κάτι τέτοιο δεν ισχύει και μάλιστα υπάρχουν ειδικά καθεστώτα προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά και ειδικοί κανόνες που διέπουν τον πόλεμο.

Το δικαίωμα στη ζωή πρόκειται για ένα πρωταρχικό δικαίωμα, του οποίου το περιεχόμενο παρουσιάζει δυσκολίες στην ακριβή οριοθέτηση. Πρώιμες αναφορές στο δικαίωμα στην ζωή παρουσιάζονται τόσο στη Magna Carta αλλά και σε προ-επαναστατικά αμερικανικά κείμενα. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι που αναφέρεται για πρώτη φορά ρητά το δικαίωμα στη ζωή σε συμφωνίες που καθιερώνουν κράτη. Αυτές οι συμφωνίες φαίνεται να επηρέασαν το Institut de droit international, να υιοθετήσει μια διεθνή διακήρυξη για τα ανθρώπινα δικαιώματα το 1929. Στο άρθρο 1 αναγνωρίζεται το δικαίωμα στη ζωή ως: “It is the duty of every State to recognize the equal right of every individual to life, liberty and property, and to accord to all within its territory the full and entire protection of this right, without distinction as to nationality, sex, language and religion”. Όλα τα παραπάνω φυσικά οδήγησαν στο άρθρο 3 της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (1948) το οποίο προβλέπει: “Everyone has the right to life, liberty and security of person”.

Γενικά το δικαίωμα στη ζωή φαίνεται να αντιμετωπίζεται διαφορετικά, όταν αναφερόμαστε σε διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο από ότι όταν μιλάμε για διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης σε μια γνωμοδότησή του το 1997, σχετική με τη χρήση πυρηνικών όπλων, ανέφερε ότι τόσο το άρθρο 6 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, όσο και το άρθρο 3 της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (και άλλα διεθνή κείμενα), εφαρμόζονται και στον πόλεμο. Υπάρχει αυξημένη αναγκαιότητα, λοιπόν, να προστατευθεί το δικαίωμα στη ζωή κατά τη διάρκεια ενός πολέμου, ακόμα περισσότερο από όταν επικρατεί ειρήνη, γιατί ο ίδιος ο σκοπός του πολέμου είναι συνυφασμένος με την θανάτωση από πρόθεση.

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα Χρήσης: ThePixelman

Έτσι, κρίνεται απαραίτητο να υπάρχουν κανόνες που να διασφαλίζουν ότι θα υπάρχουν όσο το δυνατόν λιγότερα θύματα, ειδικά όταν δεν μιλάμε για συνθήκες πεδίου μάχης. Για αυτό και υπάρχουν διατάξεις, όπως για παράδειγμα στα Σύμφωνα της Χάγης, που απαγορεύουν την αυθαίρετη θανάτωση αιχμαλώτων πολέμου. Παράλληλα στις Συμβάσεις της Γενεύης υπάρχουν διασφαλίσεις για την προστασία της ζωής όχι μόνο των αμάχων, αλλά και των στρατιωτών που έχουν πληγωθεί, αρρωστήσει ή ναυαγήσει. Επομένως η θανάτωση από πρόθεση αντιμετωπίζεται από όλες τις Διεθνείς Συμβάσεις ως μια κατάφωρη παραβίαση.

Το παράδοξο είναι ότι υπάρχει πρόβλεψη για την προστασία του δικαιώματος στη ζωή -ως ένα βαθμό και όχι βέβαια καθολικά γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν αδύνατο αφού μιλάμε για συνθήκες πολέμου- ακόμα και στο πεδίο της μάχης, κάτι που έχει εδραιωθεί από τη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού. Δηλαδή το είδος και ο βαθμός της επίθεσης προς άτομα που δεν χρίζουν άμεσης προστασίας δε θα πρέπει να υπερβαίνει το αναγκαίο όριο που χρειάζεται μια επίθεση ώστε να θεωρήσουμε ότι έχει νόμιμο στρατιωτικό σκοπό κάτω από συγκεκριμένες περιστάσεις. Εφόσον, δηλαδή, ο στρατιωτικός σκοπός είναι η αιχμαλωσία, το να τεθεί δηλαδή ένας στρατιώτης εκτός δράσης, είναι αναλογικότερο να τον τραυματίσουμε από το να τον σκοτώσουμε. Η θανάτωση θα πρέπει να είναι η ύστατη λύση. Δηλαδή εάν έχουμε στη διάθεσή μας δύο μέσα για την επίτευξη ενός σκοπού (στρατιωτικής φύσεως πάντα), θα πρέπει να διαλέξουμε το λιγότερο βάναυσο. Όλα τα παραπάνω αιτιολογολούνται και από την ανάγκη προστασίας της ανθρώπινης ζωής και κατ’ επέκταση επιβίωσης του ανθρώπινου είδους, μιας και η ανθρωπότητα στο πέρας των χρόνων έχει δοκιμαστεί από πολύχρονους και αιμοδιψείς πολέμους -που πολλές φορές ενδέχεται να περιέχουν και πυρηνικές απειλές- και έχει φτάσει στο χείλος της αυτοκαταστροφής του.

Άρα, συμπεραίνουμε ότι το δικαίωμα στη ζωή δεν είναι απόλυτο -εν αντιθέσει με την απαγόρευση των βασανιστηρίων, που είναι απόλυτο δικαίωμα και καθιερώνεται και με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ- και έτσι εκτός από την περίπτωση της θανατικής ποινής φαίνεται να επιτρέπεται μερικώς και σε άλλες περιπτώσεις. Για παράδειγμα το άρθρο 2, παρ. 2 της ΕΣΔΑ εισάγει τις εξής αποκλίσεις κατά τις οποίες η θανάτωση δεν θεωρείται ότι παραβιάζει τη συνθήκη εφόσον δικαιολογείται ως απολύτως αναγκαία συνέπεια της χρήσεως βίας:

Α) για την υπεράσπιση οποιουδήποτε προσώπου κατά παράνομης βίας

Β) για την πραγματοποίηση νόμιμης σύλληψης η προς παρεμπόδιση απόδρασης προσώπου που κρατείται νόμιμα

Γ) για την καταστολή, σύμφωνα με το νόμο στάσης ή ανταρσίας.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα Χρήσης: Somchai Kongkamsri

Προφανώς η χρήση βίας στις παραπάνω περιπτώσεις πρέπει να θεωρείται ως απολύτως αναγκαία και πάντα να υπάρχει στάθμιση του κινδύνου με βάση την αρχή της αναλογικότητας. Το δικαίωμα στην ζωή όσο και αν μας φαίνεται παράδοξο δεν είναι απόλυτο και εύκολα παραγκωνίζεται και καταπατάται σε τόσο δυσχερείς συνθήκες όσο αυτές ενός πολέμου. Το διεθνές έθιμο επιτάσσει την αρχή της στρατιωτικής αναγκαιότητας και αναλογικότητας, έτσι ώστε να χαθούν όσο το δυνατόν λιγότερες ζωές μιας και όσο συμβαίνουν πόλεμοι το δικαίωμα στη ζωή θα παραμένει μη απόλυτο. Παράλληλα όσο και αν θέλουμε να ξεχάσουμε φρικιαστικά φαινόμενα από τα οποία η ανθρωπότητα δεν έχει συνέλθει -και μάλλον δε θα μπορέσει ποτέ να λησμονήσει-, όπως το Ολοκαύτωμα από τους Ναζί, εξακολουθούν να παρατηρούνται περιπτώσεις εθνοκαθάρσεων και γενικότερων απόπειρες αφανισμού ολόκληρων πληθυσμιακών ομάδων. Μόνο με όπλο τις διεθνείς συμβάσεις και το διεθνές δίκαιο οι υπαίτιοι τέτοιων εγκλημάτων μπορούν να τιμωρηθούν, αλλά και να προστατευθούν στο αντίποδα όσο το δυνατόν περισσότερες ζωές. Απαιτείται, λοιπόν, διακρατική συνεργασία και υποχρέωση διαφύλαξης των πιο πολύτιμων αξιών όπως είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ειρήνη και η ασφάλεια.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Annuaire de l’Institut de droit international, vol II (Brussels:Goemaere, 1929), p118-20
  • UNGA Res 217 A (III), UN Doc A/810.
  • ICJ, Legality of the threat or Use of Nuclear Weapons, Advisory Opinion (1996) ICJ Rep, 226,25
  • ”Interpretive Guidance on the Notion of Direct Participation in Hostilities under International Humanitarian Law”, 90 International review of the Red Cross (2008) 991 at 1040-4.
  • Jean Pictet, Development and Principles of International Humanitarian Law, (Dordrecht: Martinu Nijhof,1985) 75 ff
  • ΕΣΔΑ, άρθρο 2 παρ. 2

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ειρήνη - Μαρία Εξάρχου
Ειρήνη - Μαρία Εξάρχου
Γεννήθηκε τον Ιούνιο του 2001 στην Αθήνα. Σπουδάζει στη Νομική Σχολή Αθηνών και ενδιαφέρεται κυρίως για ζητήματα διεθνούς δικαίου και προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τη φωτογραφία και είναι σινεφίλ. Γνωρίζει αγγλικά, ισπανικά και (λίγα) γαλλικά. Εάν ήταν εφικτό θα ταξίδευε συνεχώς.