Του Κωνσταντίνου Γκότση,
Δυστυχώς, η έντονη κλιματική αλλαγή, με κύριο φαινόμενο την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη, αποτελεί τη νέα πραγματικότητα. Ένα φαινόμενο που παρατηρείται εδώ και περίπου 150 συναπτά έτη, το οποίο με το πέρασμα των χρόνων, ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες, κλιμακώνεται όλο και περισσότερο. Μπορεί παλαιότερες προβλέψεις να έχουν διαψευστεί που παρουσιάζονταν πιο δυσοίωνες, αλλά, πλέον, τα μοντέλα που χρησιμοποιούνται από τους επιστήμονες είναι αρκετά αξιόπιστα, καθώς μπορούν να υπολογίσουν με μεγάλη ακρίβεια τις (κλιματικές) συνθήκες που επικρατούσαν στο παρελθόν. Οι εκτιμήσεις είναι πολλές, άλλες πιο αισιόδοξες και άλλες πιο απαισιόδοξες, το μόνο σίγουρο, όμως, είναι ότι η κατάσταση θα επιδεινωθεί. Ωστόσο, σε τι βαθμό, μένει να αποφανθεί.
Για να αντιληφθούμε καλύτερα τη σοβαρότητα της κατάστασης, πιστεύω πως αρκεί να αναφέρουμε ότι τα επίπεδα του διοξειδίου του άνθρακα, ενός από τους βασικότερους παράγοντες που εντείνουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, βρίσκεται σε ιστορικά πρωτοφανή επίπεδα… Έχουν γίνει πολλές και πολυετείς ενέργειες από τη διεθνή κοινότητα για τον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης (IPPC, Συνθήκη του Κιότο, Συνθήκη του Παρισιού κ.ά.), χωρίς, βέβαια, να υπάρχει το απαιτούμενο αντίκρισμα. Η πρόκληση της «πράσινης» μετάβασης αποδεικνύεται όλο και πιο δύσκολη, κάνοντας τους στόχους που τίθενται από τα κράτη ανέφικτους, δεδομένων των βάσεων της λειτουργίας της παγκόσμιας οικονομίας, του επιπέδου της τεχνολογίας που διαθέτουμε, αλλά και των καταναλωτικών μας συνηθειών, οι περισσότερες των οποίων έχουν γίνει, πλέον, ανάγκες. Όταν έχεις μάθει να ζεις με ένα συγκεκριμένο βιοτικό επίπεδο, όσο κακό και αν προκαλούν οι καταναλώσεις σου στο περιβάλλον, δυστυχώς είναι δύσκολο να αλλάξουν. Αποτελεί ένα χαρακτηριστικό των ανθρώπων (σε άλλους λιγότερο και σε άλλους περισσότερο).
Πέρα από τις άμεσες συνέπειες που θα σημειωθούν στο φυσικό περιβάλλον, τα οικοσυστήματα, τις τροφικές αλυσίδες και την υγεία όλων μας, θα υπάρξει μεγάλος αρνητικός αντίκτυπος για την οικονομία και την ευρύτερη ευημερία των ανθρώπων. Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε από ακαδημαϊκούς στο Dartmouth πέρυσι διαπίστωσε ότι οι καύσωνες, που προκλήθηκαν από την ανθρώπινη αλλαγή του κλίματος, κοστίζουν στην παγκόσμια οικονομία περίπου 16 τρισεκατομμύρια δολάρια σε μια περίοδο 21 ετών από τη δεκαετία του 1990. Προφανώς, οι επιπτώσεις θα είναι πιο έντονες για τον τρίτο κόσμο και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, αλλά πρόκειται να επηρεαστούν σε σημαντικό βαθμό και οι δυτικές ανεπτυγμένες οικονομίες. Βιομηχανίες που αφορούν τις κατασκευές, τη μεταποίηση, τη γεωργία, τις μεταφορές και τις ασφάλειες προετοιμάζονται για αλλαγές στον τρόπο που δραστηριοποιούνται, καθώς οι μέρες με υψηλές θερμοκρασίες γίνονται συχνότερο φαινόμενο.
Οι ηγέτες των επιχειρήσεων και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής υπολογίζουν τώρα το κόστος των κλειστών εταιρειών και τη μειωμένη παραγωγικότητα, διότι, πρώτα απ’ όλα, οι υψηλές θερμοκρασίες δυσκολεύουν την εργασία. Μια μελέτη από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας, την υπηρεσία του Ο.Η.Ε. για τους εργαζόμενους, προέβλεψε ότι, έως το 2030, το ισοδύναμο άνω του 2% των συνολικών ωρών εργασίας παγκοσμίως θα χάνεται κάθε χρόνο, είτε επειδή κάνει πολύ ζέστη για να εργαστούν είτε επειδή οι εργαζόμενοι θα δουλεύουν με πιο αργό ρυθμό. Βέβαια, μέχρι τώρα, λίγες χώρες έχουν θέσει τη μέγιστη θερμοκρασία που θα μπορούν να δουλεύουν οι εργαζόμενοι.
Ο πιο προφανής κλάδος που θα καταγράψει ζημιές (αν και ήδη καταγράφει), λόγω της κλιματικής αλλαγής, είναι ο γεωργικός. Οι εργασίες γίνονται σε εξωτερικό περιβάλλον και, συνήθως, απαιτούν έντονες ενέργειες, συνεπώς η παραγωγικότητα και η υγεία των εργαζομένων είναι περισσότερο εκτεθειμένες σε σχέση με άλλες εργασίες. Το ίδιο ισχύει, επίσης, και για τις κατασκευές. Ίσως, μάλιστα, λίγο περισσότερο, καθώς τα οικοδομικά υλικά μπορεί να καταγράφουν υψηλότερες θερμοκρασίες απ’ ότι τα χωράφια. Ενδεικτικά, μεταξύ 1992 και 2016, 285 εργάτες οικοδομών στις Η.Π.Α. πέθαναν από αιτίες που σχετίζονται με τη ζέστη, περίπου το ένα τρίτο όλων των επαγγελματικών θανάτων της χώρας από έκθεση στη ζέστη, σύμφωνα με ακαδημαϊκή έρευνα.
Επιπλέον, όσον αφορά τον γεωργικό τομέα, τα εδάφη με την κλιματική αλλαγή (αυξημένες θερμοκρασίες και μείωση βροχοπτώσεων) γίνονται πιο ξηρά, με αποτέλεσμα την καταστροφή ή τη μείωση της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα η μείωση της υγρασίας φτάνει έως και 12%, λόγω της ελάττωσης των βροχών κατά 10-20% το καλοκαίρι και κατά 10% τον χειμώνα, προκαλώντας ξηρασίες στο 60% περίπου των καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Βέβαια, ο αντίκτυπος δεν είναι παντού ο ίδιος. Σύμφωνα με έρευνα της διαΝΕΟσις, στη Θεσσαλία και την Κεντρική Μακεδονία παρατηρείται πτώση στην παραγωγή (μελλοντικά), ενώ, στον αντίποδα, περιοχές της Κρήτης θα ευνοηθούν.
Επίσης, περνώντας ξανά στον κατασκευαστικό κλάδο, εκτός των επιπτώσεων στην εργασία, οι καιρικές συνθήκες επηρεάζουν και τα υλικά, ουσιαστικά αλλοιώνοντας και καταστρέφοντάς τα. Για παράδειγμα, ο χάλυβας μπορεί να παραμορφωθεί σε θερμές συνθήκες, ενώ το σκυρόδεμα γίνεται δύσκολο στην επεξεργασία και πήζει πολύ πιο γρήγορα, κάνοντάς το πιο επιρρεπές σε ρωγμές και επηρεάζοντας την αντοχή του, αν δεν έχει καταστραφεί πριν χυθεί. Ως απόρροια, θα αυξηθεί το κόστος τους και θα υπάρξουν σημαντικές καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των έργων.
Η μεταποίηση, επίσης, είναι ένας άλλος τομέας που υφίσταται σημαντικές αλλαγές. Τα εργοστάσια και οι αποθήκες δεν είναι σχεδιασμένα για τις θερμοκρασίες που πρόκειται να βιώσουμε και, συνεπώς, ο εξοπλισμός μπορεί να μην λειτουργεί τόσο αποτελεσματικά ή να φθείρεται πιο γρήγορα, γεγονός που συνεπάγεται υψηλότερο λειτουργικό κόστος. Συγχρόνως, η διαθεσιμότητα νερού μπορεί να εντείνει τα προβλήματα στις βιομηχανίες και τις αποθήκες, ιδίως σε ό,τι αφορά την ψύξη υλικών/ προϊόντων.
Σχετικά με τον τουριστικό κλάδο, από τη μία επεκτείνεται η τουριστική περίοδος για αρκετές περιοχές, γεγονός ευνοϊκό για τις περισσότερες επιχειρήσεις. Ωστόσο, οι περισσότεροι καύσωνες που θα σημειώνονται θα ωθούν τον κόσμο να παραμένει εντός των ξενοδοχειακών και γενικότερα των κτιριακών μονάδων, με αποτέλεσμα την υψηλότερη κατανάλωση ενέργειας, αλλά και τη μείωση της κατανάλωσης των λοιπών τουριστικών υπηρεσιών και των μαγαζιών της περιοχής. Παράλληλα, θα ενταθούν τα προβλήματα ύδρευσης, ειδικά για τα νησιά, καθώς, επίσης, θα περιοριστούν και οι εκτάσεις των παραλιών, εξαιτίας της ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Γενικά, ο αντίκτυπος εκτιμάται πως θα είναι αρνητικός, με απώλειες εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ ετησίως από τα έσοδα των τουριστικών επιχειρήσεων.
Επιπρόσθετα, απώλειες στην παραγωγικότητα της εργασίας θα υποστούν και κλάδοι που οι παραγωγικές δραστηριότητες γίνονται σε κλειστούς χώρους και ιδίως στις εργοστασιακές μονάδες. Μάλιστα, σε αναπτυσσόμενες χώρες και σε χώρες με ανεπαρκή νομοθεσία στα εργασιακά δικαιώματα (και όχι μόνο), όπου σε πολλές περιπτώσεις δεν διατίθεται ο απαραίτητος κλιματισμός, μπορεί οι καύσωνες να αποβούν επικίνδυνοι. Για πολλούς ο αντίκτυπος της υπερβολικής ζέστης στους εργαζόμενους έχει ενταχθεί στα ζητήματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αν το δούμε, μάλιστα, από τη σκοπιά της προστασίας των ατόμων και της παροχής ενός ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος για αυτά. Εννοείται πως υπάρχουν και άλλες προεκτάσεις για την ποιότητα και την προσφορά των προϊόντων, που επωμίζονται κατά βάση οι καταναλωτές.
Παραπάνω αναφέραμε μερικούς σημαντικούς κλάδους της παγκόσμιας και εγχώριας οικονομίας, οι οποίοι αναμένεται να πληγούν σημαντικά από την κλιματική κρίση που λαμβάνει χώρα. Αποτελούν ενδεικτικά κάποια παραδείγματα, για να δείξουμε τις προεκτάσεις που μπορούν να έχουν τα περιβαλλοντικά προβλήματα στην οικονομία. Σίγουρα, το σύστημα της αγοράς, έστω και καθυστερημένα, θα προσαρμοστεί στις νέες αυτές συνθήκες. Ωστόσο, οι καθυστερήσεις κλιμακώνουν τα ζητήματα που θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε, αυξάνοντας το μεταβατικό κόστος ακόμα περισσότερο.
Σε αυτό ακριβώς το πρόβλημα χρειάζεται η παρέμβαση του κράτους, δίνοντας σοβαρά κίνητρα για πιο «πράσινες» επιχειρηματικές δραστηριότητες, αλλά και για την προστασία των εργαζομένων και, κατ’ επέκταση, της παραγωγικότητας. Προφανώς, η κρατική παρέμβαση κρίνεται ανεπαρκής, ως συνήθως, παίρνοντας δεσμεύσεις για το κλίμα που είναι, εν τέλει, ανέφικτες, τουλάχιστον για την προσπάθεια που γίνεται.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Οι Επιπτώσεις Της Κλιματικής Αλλαγής Στην Ελληνική Οικονομία, dianeosis.org, διαθέσιμο εδώ
- How an era of extreme heat is reshaping economies, ft.com, διαθέσιμο εδώ