Του Κωνσταντίνου Λίκα,
Το Μεξικό είναι μία χώρα με πλούσια ιστορία, χλωρίδα και πανίδα και τεράστιο τουριστικό ενδιαφέρον, ιδίως δε στην Κάτω Καλιφόρνια (Baja California) και στο Cozumel, ως αποτέλεσμα της ισπανικής και αζτεκικής κληρονομιάς της χώρας. Δυστυχώς, ομως, η όμορφη χώρα αυτή είναι επίσης γνωστή για το εμπόριο ναρκωτικών. Το ποικιλότροπο κλίμα της χώρας, πέραν από πηγή φυσικής ομορφιάς, ευνοεί και την φυτεία κανναβινοειδών και οπίου, ενώ λειτουργεί η χώρα σαν γέφυρα που ενώνει τις Ηνωμένες Πολιτείες με την Λατινική Αμερική – και συνεπώς με τις χώρες όπου παράγεται η κοκαΐνη. Η μνεία που λαμβάνεται συχνά περί της προσφοράς των ναρκωτικών, ωστόσο, οφείλει να συνυπολογιστεί με την ζήτηση των ουσιών αυτών από την αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η ζήτηση αυτή δεν είναι ήσσονος σημασίας αλλά ούτε και πρόσφατη. Το εμπόριο ναρκωτικών από το Μεξικό ξεκινάει ομολογουμένως το 1933, όταν η ποτοαπαγόρευση άρθηκε και οι λαθρέμπορες στράφηκαν προς τα ναρκωτικά (κυρίως κάνναβη και ηρωϊνη). Το 1960 αρχίζει σιγά-σιγά να αυξάνεται το εμπόριο, η βία ωστόσο κορυφώθηκε σε δύο περιόδους και με 2 βαριά ονόματα. Από τα τέλη του 1970 αναδείχθηκε από το Medellin της Κολομβίας ο Pablo Escobar, ο οποίος συνεργάστηκε με τα καρτέλ στο Μεξικό για να προωθήσει την κοκαΐνη στις Ηνωμένες Πολιτείες και έτσι γεννήθηκε η ανίερη συμμαχία των μαφιόζων του Μεξικού και της Κολομβίας, με φυσικό αποτέλεσμα την κορύφωση της βίας. Περίπου 20 χρόνια αργότερα, ο περιβόητος Miguel Ángel Félix Gallardo συνελήφθη από τις αρχές. Πάραυτα, οδηγούμαστε σε μία εποχή όπου η βία χειροτερεύει ολοένα και περισσότερο, ιδίως δε μετά από το 2000.
Όπου υπάρχει ζήτηση, επομένως, θα υπάρχει και προσφορά. Το εμπόριο ναρκωτικών, ωστόσο, έχει αποτελέσει σημαντική πηγή χρήματος προς τα διάφορα καρτέλ μαφιόζων, τα οποία ανταγωνίζονται μεταξύ τους (όποτε τους συμφέρει, βέβαια, διότι, ούσα η αγορά ολιγοπώλιο, υπάρχουν βεβαίως και περιθώρια συνεργασίας–κυρίως κατά του κράτους) για τις ροές ναρκωτικών προς τις ΗΠΑ. Αυτό προφανώς φέρει μαζί του και τον θάνατο για πολλούς ανθρώπους–δολοφονούνται αβέρτα αντίπαλοι μαφιόζοι, στελέχη της κυβέρνησης και των σωμάτων ασφαλείας, πολιτικοί που δεν δέχονται «φακελάκια», απλοί πολίτες. Ακολουθείται γενικά η πρακτική του «άργυρος ή μόλυβδος». Όποιος δεν δέχεται τις σχετικά γενναιόδωρες δωροδοκίες των καρτέλ, απλά δολοφονείται εν ψυχρώ, συνήθως δε με βάρβαρους τρόπους.
Η πρακτική αυτή, σε συνδυασμό με την βία, σε κάποια φάση ξεπέρασε τα όρια. Στις 11 Δεκεμβρίου 2006, ο τότε πρόεδρος του Μεξικού, Felipe Calderón του δεξιού κόμματος ΡΑΝ, έστειλε τις πρώτες στρατιωτικές μονάδες στην πολιτεία του, Michoacán, για να καταστείλει το εμπόριο ναρκωτικών εκεί. Τότε εστάλησαν 6.500 στρατιώτες –περίπου δύναμη μίας ταξιαρχίας– και τότε θεωρείται ότι ξεκίνησε και «τυπικά» ο Πόλεμος των Ναρκωτικών του Μεξικού, έστω και εάν ατύπως ξεκίνησε δεκαετίες πριν.
Και είναι ένας πόλεμος που έχει διεκδικήσει πολλές ζωές. Τα επίπεδα βίας σε ορισμένες πολιτείες είναι συγκρίσιμα με εκείνα στην Συρία ή το Αφγανιστάν. Το ενεργητικό του θανάτου, από το 2007 έως και το 2018, συμπεριλαμβάνει 115.000 ανθρωποκτονίες πολιτών, 395 πεσόντες στρατιωτικούς και 4.020 αστυνομικούς, όπως και 12.456 αποθανόντα μέλη των καρτέλ. Το 2011 συνελήφθησαν 121.199 μαφιόζοι και καταδικάστηκαν 8.500 από αυτούς σε ποινές φυλακίσεως –με αποτέλεσμα, όπως αναφέρει, το σωφρονιστικό και δικονομικό σύστημα να αμφιταλαντεύονται πέραν των ορίων της ασφυξίας- με βάση τα στοιχεία του 2011, τουλάχιστον.
Ο πρόεδρος του Μεξικού, ο αριστερός εθνικιστής και ειρηνιστής Andrés Manuel López Obrador, που ανέλαβε τα καθήκοντα του την 1η Δεκεμβρίου 2018, επιδιώκει μία άλλη στρατηγική. Γνωστή ως “Abrazos, no balazos” (αγκαλιές, όχι σφαίρες), επιδιώκει την σταδιακή απεμπλοκή των ενόπλων δυνάμεων του Μεξικού από τον πόλεμο, πιστεύοντας ότι μία αμνηστία για ορισμένους εγκληματίες, νομιμοποίηση ορισμένων ουσιών, πρωτίστως δε περισσότερες δουλειές και υψηλότεροι μισθοί για τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, για να αποδυναμωθούν τα καρτέλ με το να στερεύσει η πηγή άντλησης προσωπικού τους. Αυτό συνιστά μέρος μίας πιο ολοκληρωμένης πολιτικής για το μέλλον του Μεξικού.
Κύριε Πρόεδρε, τι θα λέγατε για αυτό;
Τον Νοέμβριο, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Donald J. Trump έχει εντείνει την ρητορική του για τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών. Στο αγαπημένο του μέσο κοινωνικής δικτύωσης, κάνει μνεία για τη βία των καρτέλ εντός των Ηνωμένων Πολιτειών με αφορμή τον φόνο μίας οικογένειας μορμόνων. Υπενθυμίζεται η ρητορική του κατά των Μεξικανών εντός των ΗΠΑ κατά την διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας και η εμμονή του με το τοίχος στα σύνορα με το Μεξικό (τον οποίο δήθεν θα πλήρωνε το Μεξικό, όπερ και ουκ εγένετο), όπως επίσης και η επαναδιαπραγμάτευση της NAFTA με το Μεξικό και τον Καναδά. Με τα παρόντα tweets του, αλλάζει στάση. Αισθητά κιόλας.
Ο ίδιος ο άνθρωπος που ασκούσε κριτική κατά των Μεξικανών πλέον επαινεί τον νέο πρόεδρο του Μεξικού για την ανάδειξη του θέματος, αλλά προτείνει ότι «τα καρτέλ έχουν γίνει τόσο μεγάλα και ισχυρά που ορισμένες φορές χρειάζεται ένας στρατός για να νικήσει έναν στρατό», υπαινισσόμενος προφανώς στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ στο Μεξικό. Επέμβαση την οποία ο πρόεδρος του Μεξικού απέρριψε.
Τον Δεκέμβριο, αποδεικνύεται ότι ο σκοπός του κ. Trump ήταν αρχικά να κηρυχθούν τα καρτέλ των ναρκωτικών ως τρομοκρατικές οργανώσεις. Ο πρόεδρος του Μεξικού ξεκαθάρισε ότι «είχαμε κηρύξει πόλεμο στο παρελθόν και δεν τελεσφόρησε», αφήνοντας αιχμές στις προηγούμενες κυβερνήσεις. Ζητήθηκε επίσης από τις Μεξικανικές αρχές να μην αναγνωριστούν τα καρτέλ ως τρομοκρατικές οργανώσεις (εφάμιλλα της Al Qaeda, Taliban και ISIS) λόγω φόβων για την απώλεια κυριαρχίας του Μεξικού. Ο κ. Trump, σύμφωνα με την Deutsche Welle, ανέφερε ότι οι νομοθετικές προεργασίες έχουν γίνει και ότι μένει το πράσινο φως, αλλά «εν όψει ενός ατόμου που σέβομαι και συνεργάστηκε τόσο ωραία μαζί μας, θα αναβάλλουμε προσωρινά αυτήν την κατηγοριοποίηση»
Αυτό δεν εμποδίζει ορισμένους πολιτικούς στις ΗΠΑ να αφήσουν, με την σειρά τους, αιχμές κατά του Μεξικού εν γένει. Ο Γερουσιαστής Ben Sasse ανέφερε στο Fox News ότι το Μεξικό είναι «επικίνδυνα κοντά στο να γίνει ένα αποτυχημένο κράτος». Συμπληρώνει δε ότι «αυτό συμβαίνει όταν οι πολιτικοί του Μεξικού αγνοούν και αφήνουν τα καρτέλ να δωροδοκούν στον δρόμο τους στην εξουσία. Αρκετά» και ότι ο πρόεδρος του Μεξικού δεν λαμβάνει το θέμα αρκετά σοβαρά. Υπάρχει βέβαια και ο άλλος παράγοντας που περιπλέκει τα πράγματα. Οι προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ πλησιάζουν. Μπορεί στις διαπραγματεύσεις Μεξικό-ΗΠΑ η κυβέρνηση López Obrador να επιδιώκει σταθερές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν αποκλείεται ο κ. Trump να χρησιμοποιήσει τα καρτέλ ως το βαρύ πυροβολικό, για να σφραγίσει τη νίκη του στις εκλογές το 2020.
Θα γίνει όντως; Σε συνέντευξή του στην Financial Times, ο κ. Antonio Ortiz-Mena, consultant και μέλος της διαπραγματευτικής ομάδας NAFTA αναφέρει ότι «εάν οι ΗΠΑ θεωρούν το Μεξικό ως ενδοτικό, φανταστείτε πως θα μπορέσει να πιέσει το Μεξικό σε έτος εκλογής». Επομένως, προβλέπονται δύσκολες εποχές στις σχέσεις ΗΠΑ-Μεξικού πριν αλλά και μετά από τις εκλογές. Το τι μέλλει γενέσθαι δεν το ξέρει κανένας, αλλά ο παράγοντας «καρτέλ» ξινίζει.
Γεννήθηκε το 1995 στον Πειραιά. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ναυτιλιακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς και μεταπτυχιακός φοιτητής στο ΠΜΣ Εφαρμοσμένα Οικονομικά και Χρηματοοικονομικά του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Master of Finance της Frankfurt School of Finance and Management. Ενδιαφέρεται κυρίως για διεθνή χρηματοοικονομικά, τραπεζικά, φορολογικά και εμπορικά ζητήματα, όπως και για γερμανικά, αλβανικά, ιαπωνικά και διεθνή πολιτικά ζητήματα. Ενδιαφέρεται επίσης για ζητήματα άμυνας και ασφάλειας. Είναι υπότροφος της διεθνούς ακαδημαϊκής υποτροφίας (IPS) του Γερμανικού Κοινοβουλίου και της DAAD. Μιλάει αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά, τουρκικά, αλβανικά και ελληνικά.