10 C
Athens
Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ οργάνωση της Εκκλησίας της Ρωσίας κατά την Κιεβινή περιόδο (988-1240)

Η οργάνωση της Εκκλησίας της Ρωσίας κατά την Κιεβινή περιόδο (988-1240)


Του Γιάννη Μάρκελλου,

Στο προηγούμενο άρθρο έγινε λόγος για τις απαρχές του Χριστιανισμού στη Ρωσία, και μας δόθηκε η ευκαιρία να μελετήσουμε πώς γεννήθηκε η Εκκλησία της Ρωσίας. Η Βυζαντινή Ιεραποστολή υπό τον Πατριάρχη Φώτιο, έδωσε την ευκαιρία στους Ρώσους να ασπαστούν τον Χριστιανισμό και να ακολουθήσουν την Βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Η Βυζαντινή διπλωματία από την πλευρά της επιδόθηκε σε έναν αγώνα προκειμένου το Χριστιανικό μήνυμα να εγκολπωθεί στην Σλαβική πραγματικότητα. Μην ξεχνάμε πως οι Ρώσοι πίστευαν σε κάθε τι ξένο προς την Ορθόδοξη πραγματικότητα. Ο δρόμος ήταν μακρύς, αλλά στην διάρκεια των αιώνων οι Ρώσοι κατενόησαν πως ο Ορθόδοξος τρόπος ζωής θα τους προσέφερε και πολιτικά οφέλη για την επίτευξη των μεγαλόπνοων σχεδίων τους.

Το κανονικό δίκαιο της κατ’ ανατολάς Ορθοδόξου Εκκλησίας, και συγκεκριμένα η εφαρμογή του κανόνα 28 της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, προέβλεπε ρητά την υποχρέωση της Εκκλησίας της Ρωσίας να υπαχθεί στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως. Πιο συγκεκριμένα, ο κανόνας 28 θα σημειώσει: «ανατίθησι δε τω Κωνσταντινουπόλεως και την χειροτονίαν των επισκόπων των εν τοις βαρβαρικοίς έθνεσιν, τοις ούσιν εν ταις ρηθείσαις διοικήσεσιν, οιοί εισίν οι Αλανοί και οι Ρώσοι. Οι μέν γαρ τη ποντιακή διοικήσει, οι δε Ρώσοι τη Θρακική συμπαράκεινται». Βέβαια, οι πηγές διίστανται, καθότι το Ρωσικό χρονικό, λόγω των αμφισβητήσεων που διαθέτει σχετικά με την πρώτη Ιεραρχία στη Ρωσία, θα σημειώσει ότι η Εκκλησία της Ρωσίας δεν διοργανώθηκε εξ’ αρχής κάτω από τον μανδύα του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Ο εκχριστιανισμός των Ρως, τοιχογραφία στον καθεδρικό ναό Αγίου Βλαδιμήρου στο Κίεβο. Πηγή εικόνας: diakonima.gr

Από πολύ νωρίς δημιουργήθηκαν εύλογα ερωτήματα σχετικά με την εκκλησιαστική εξάρτηση και την διοικητική εσωτερική οργάνωση της Εκκλησίας της Ρωσίας. Δημιουργήθηκαν εύλογα ερωτήματα υπό το πρίσμα κατά το οποίο τα μεταγενέστερα Ρωσικά χρονικά, καθώς και πανσλαβιστές ιστορικοί, υποστήριξαν αβάσιμες ιστορικά θεωρίες. Για την κανονική διοικητική οργάνωση και δικαιοδοσιακή αναφορά της Εκκλησίας της Ρωσίας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, σε συνδυασμό με την σιγή που επικρατεί στο πρώτο Ρωσικό χρονικό, εξάγεται το θεώρημα ότι η Εκκλησία της Ρωσίας άμα της ιδρύσεώς της δεν υπήχθη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, αλλά δημιουργήθηκε ως μια αυτοκέφαλη εκκλησία υπαγόμενη στην Αρχιεπισκοπή Χερσώνας ή Ταματάρχης. Ακόμα και στις μέρες μας, υπό την αμφισβήτηση των πηγών, παραμένει ένα θέμα προς διερεύνηση, καθότι κλόνισε τις Βυζαντινο-Ρωσικές σχέσεις κατά τον 9ο και 10ο αιώνα. Προς επίρρωση τούτου, για να αναδειχθεί η σπουδαιότητα του ζητήματος, δέον θα ήταν να αναφερθούν και ιστορικές έρευνες μεταγενέστερων ιστορικών. Ο Fr. Dvornik περιέγραψε το ζήτημα ως ένα σοβαρό δίλημμα. Η H. Gregorie θα σημειώσει ότι το εν λόγω ζήτημα είναι το πιο σκοτεινό πρόβλημα που υπάρχει. Τέλος, ο Tschizewskij παραλληλίζει το εν λόγω ζήτημα για την πρώτη οργάνωση της Εκκλησίας της Ρωσίας με το άλυτο ζήτημα της δυναστείας των Ρομανώφ. Από σημερινούς γνώστες των Εκκλησιαστικών πραγμάτων, θεωρήθηκε πως κοινός παρονομαστής όλων αυτών των υποθέσεων ήταν η πανσλαβιστική θεώρηση για την αποδυνάμωση του ρόλου του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αυτήν την οπτική την βλέπουμε και σήμερα να τελείται υπό τον στενό σύνδεσμο μεταξύ της πολιτικής και της Εκκλησιαστικής εξουσίας στη Ρωσία.

Α. Η Βουλγαρική θεωρία

Ενσαρκωτής της Βουλγαρικής θεωρίας ήταν ο πανσλαβιστής Priselkov, ο οποίος κάνει λόγο για υπαγωγή της Εκκλησίας της Ρωσίας στο υποτιθέμενο Πατριαρχείο Αχρίδος. Ο πανσλαβιστής ιστορικός Priselkov προσπάθησε να μαντέψει πώς έχουν τα πράγματα στη Ρωσία. Κατ’ αυτόν, το Πατριαρχείο Αχρίδος ανέλαβε την διοργάνωση της Εκκλησίας της Ρωσίας από το 988 έως και το 1037. Εν ευθέτω χρόνω δημιουργήθηκαν έριδες σχετικά με την δράση Βουλγάρων στην Ρωσία για τον ευαγγελισμό των Ρώσων. Αυτή βέβαια η θεώρηση κατέστη άκυρη από την άποψη ότι, αν υπήρχαν Βούλγαροι στη Ρωσία και έλαβε πράγματι χώρα αυτή η διαδικασία, θα συνέβη μετά την Βυζαντινή Ιεραποστολή. Μην ξεχνάμε το γεγονός ότι στην Βυζαντινή ιεραποστολή υπήρχαν ηγέτες οι οποίοι γνώριζαν την γλώσσα και εν γένει τον πολιτισμό των Σλάβων. Το εξαχθέν συμπέρασμα είναι ότι η δικαιοδοσία των εκκλησιών είναι ένα ζήτημα νομοκανονικό και δεν θα πρέπει να περιορίζεται σε παραφιλολογικές θεωρήσεις που σκοπό έχουν την εξυπηρέτηση άλλων συμφερόντων.

Όλεγκ ο Σοφός, ο ιδρυτής του κράτους των Ρως. Πηγή εικόνας: pontosnews.gr

Οι Βυζαντινές πηγές έρχονται να εξαλείψουν κάθε προσπάθεια των Βουλγάρων για εκκλησιαστική δικαιοδοσία επί της Ρωσίας. Τα χρυσόβουλα διατάγματα του Βασιλείου Β΄ του Βουλγαροκτόνου παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την δικαιοδοσία του Αρχιεπισκόπου Βουλγαρίας. Η βυζαντινή μεγαλοπρέπεια, η βυζαντινή διπλωματία, η πλήρης οργάνωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας έκανε τον αυτοκράτορα κύριο όλης της Βουλγαρίας κατά το 1020. Ο βυζαντινός αυτοκράτορας, λειτουργώντας με βαθύ αίσθημα κανονικότητας, διατήρησε όλα τα δίκαια της Αρχιεπισκοπής απαράσπαστα, υπό το πρίσμα όμως κάτω από το οποίο ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος θα εκλεγόταν από τον Αυτοκράτορα. Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι ότι δεν υπάρχει καμία υπερορία δικαιοδοσία του Αρχιεπισκόπου Αχρίδος επί της Ρωσίας.

Β. Θεωρία Ταματάρχης

Μια άλλη θεωρία διατυπώθηκε περί της εξαρτήσεως της Εκκλησίας της Ρωσίας από την Ταματάρχη. Πατέρας αυτής της θεωρίας ήταν ο Vernadsky, ο οποίος την ανέπτυξε στα πλαίσια της ευρύτερης θεωρίας του για τις πολιτικο-εκκλησιαστικές σχέσεις Ταματάρχης και Κιέβου κατά τον 8ο και 9ο αιώνα. Κύριο επιχείρημα αυτής της θεωρίας, κατέστη η επιδρομή των Ρώσων κατά της Κωνσταντινούπολης το 860. Ο Golubinskii υπέθεσε ότι έδρα της Βυζαντινής ιεραποστολής δεν ήταν το Κίεβο αλλά η πόλη Ταματάρχα. Βέβαια, οι ιστορικοί θεωρούν πως αυτή η άποψη δεν εμπνέει εμπιστοσύνη.

Η θεωρία της Ταματάρχης φαίνεται να εκπίπτει από την άποψη ότι στους επισκοπικούς καταλόγους (Notitiae episcopatum) του Αλεξίου Α΄ του Κομνηνού, η αρχιεπισκοπή Ταματάρχης κατείχε την τελευταία θέση μεταξύ των εξαρτημένων εκκλησιών από το πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Ο Ταματάρχης δεν κατείχε ιδιαίτερη θέση στην διάρκεια του ιεραποστολικού αγώνος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και περιήλθε σε δευτερεύουσα θέση έναντι του Αρχιεπισκόπου Χερσώνας.

Ο Κεντρικός Καθεδρικός Ναός των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων, Πατριαρχικός Καθεδρικός Ναός της Αναστάσεως του Χριστού. Πηγή εικόνας: protothema.gr

Γ. Θεωρία της Χερσώνας

Μία μερίδα υποστήριζε ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο έδωσε, ή μάλλον καλύτερα, ανέθεσε την οργάνωση της Εκκλησίας της Ρωσίας στον Αρχιεπίσκοπο Χερσώνας όπως μαρτυρούν και κάποιες ρωσικές πηγές. Βέβαια, αυτή η θεώρηση δεν βρίσκει έδαφος, αφού μια νεοπροσηλυτισμένη χώρα υπάγεται κατευθείαν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ο Αρχιεπίσκοπος Χερσώνας παρέμενε ένας απλός Αρχιεπίσκοπος χωρίς πολλές αρμοδιότητες. Άξιο ιδιαίτερης μνείας αποτελεί το γεγονός ότι ο Αρχιεπίσκοπος Χερσώνας δεν διέθετε επισκόπους, αφού ο ίδιος έδινε την εκκλησιαστική και κανονική του αναφορά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ο Πατριάρχης Νικόλαος ο Μυστικός, σε επιστολή του αναθέτει στον Αρχιεπίσκοπο Χερσώνας την χειροτονία ιερέων για την ιεραποστολική δράση στην Χαζαρία, εντούτοις όμως το Πατριαρχείο δεν επέτρεψε οποιαδήποτε ανάμειξη στην δικαιοδοσία του. Είναι λοιπόν προφανές, ότι αφού ούτε ο Αρχιεπίσκοπος Χερσώνας είχε οποιαδήποτε εκκλησιαστική ανάμειξη στα της διοικήσεως, ούτε η Εκκλησία της Ρωσίας μπορούσε να υπαχθεί στον Αρχιεπίσκοπο Χερσώνας.

Αναλύθηκε λεπτομερώς ότι ούτε η θεωρία της Ταματάρχης ούτε η θεωρία της Χερσώνας είναι αποδεκτές, αφού η Εκκλησία της Ρωσίας κατά τον 9ο αιώνα θεωρείται μία εκ των Μητροπόλεων, Αρχιεπισκοπών του θρόνου. Για την οργάνωση της πρώτης Εκκλησίας της Ρωσίας αποφασιστικής σημασίας ήταν οι ιστορικές μαρτυρίες από το πρώτο χρονικό. Πρώτον, η θεμελίωση κατά το 1037 από τον μεγάλο ηγεμόνα Ιαροσλάβο τον Σοφό του ναού της του Θεού Σοφίας στο Κίεβο και δεύτερον, η πρώτη μνεία στον Μητροπολίτη Θεόπεμπτο το 1039. Οι δύο αυτές μαρτυρίες καθίστανται αδιάψευστες ιστορικές παράμετροι για την διοικητική αναφορά της Ρωσίας στην Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Το 1054, το μεγάλο σχίσμα των δύο Εκκλησιών Ανατολής και Δύσεως, δεν επηρέασε καθόλου την υπερορία αυθεντία του Πατριαρχείου στο να στέλνει επισκόπους στη Ρωσία για την εξυπηρέτηση των εκεί αναγκών. Ο Μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ρωσίας, όντας η κεφαλή της εκκλησιαστικής επαρχίας της Ρωσίας, ακολουθούσε την ιεραποστολική πολιτική του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αφού ήταν και μέλος της ενδημούσης συνόδου. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν πως από το 988 έως το 1240 γίνεται η χρυσή τομή για την εκκλησία της Ρωσίας, αφού ο Βυζαντινός πολιτισμός με το δίκαιο, την Λατρεία, την Θεολογία βρήκε το πρόσφορο έδαφος να αναπτυχθεί και να αφήσει πίσω την αρτηριοσκλήρωση που προκάλεσε η μογγολική κατάκτηση.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Βλάσιος Φειδάς (2005), Εκκλησιαστική ιστορία της Ρωσίας από την ίδρυση της μέχρι σήμερα, Αθήνα: Εκδόσεις Αποστολική Διακονία
  • Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Κύριος Ιερόθεος, Η ιστορία της Εκκλησίας της Ρωσίας και η θεωρία της τρίτης Ρώμης, Διαθέσιμο εδώ
  • Αναστάσιος Ιωάννης Λάλλος (2016), Η ιστορία της Εκκλησίας της Ρωσίας και η θεωρία της τρίτης Ρώμης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Γιάννης Μάρκελλος
Γιάννης Μάρκελλος
Γεννήθηκε το 2000 και μεγάλωσε στην Κόρινθο. Φοιτητής του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου των Ιωαννίνων. Γνωρίζει πολύ καλά Αγγλικά και Γερμανικά, ενώ μαθαίνει Κινέζικα. Στον ελεύθερό του χρόνο ασχολείται επισταμένως με τη μελέτη των θρησκειών, διαβάζει λογοτεχνικά βιβλία και μελετά τον Ασιατικό πολιτισμό. Ακόμα, συμμετέχει σε σεμινάρια πολιτισμικής διπλωματίας.