Της Ιωάννας Λογάρου,
Η ταινία 8 ½ που κυκλοφόρησε το 1963 αφορά έναν σκηνοθέτη, τον Guido. Το τελευταίο του έργο είναι στάσιμο πριν καν αρχίσουν τα γυρίσματα, καθώς ο Guido υποφέρει από άγχος και κρίση κυρίως υπαρξιακή αλλά και σεξουαλική. Έχει σπείρει το χάος στην ερωτική του ζωή και η δημιουργική του αναποφασιστικότητα και το άγχος εξαπλώνεται μεταξύ των ηθοποιών, των ατζέντηδων και του συνεργείου. Αλλά όλα αυτά είναι απλώς επιφανειακή αναταραχή, καθώς ο Guido στοιχειώνεται από κάτι βαθύτερο. Μέσα από αναδρομές στο παρελθόν συμπεραίνουμε ότι μπορεί αυτό να σχετίζεται με την παιδική του ηλικία, την οικογένεια του, την καθολική εκκλησία ή ακόμη και τον θάνατο.
Από την αρχή της ταινίας μαθαίνουμε ότι ο μοντερνισμός έφτασε στον κινηματογράφο. Μιας και η αυτοαναφορά αποτελεί γνωστό χαρακτηριστικό του μοντερνισμού στην τέχνη, έτσι και στο 8 ½ ο Fellini επιλέγει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία ακόμα και τον τίτλο, μιας και μέχρι το 1963 ο Fellini θεωρούσε ότι είχε δημιουργήσει 7 ½ ταινίες. Η ευφυΐα του Φελίνι γίνεται εμφανής από ευφάνταστες σκηνές, η σύνδεση των οποίων δημιουργεί μια διαπλοκή αναμνήσεων, φαντασιώσεων και ονείρων με την καθημερινή ζωή του ήρωα (Guido) και alter ego του. Για αυτό το 8½ αποτέλεσε μεγάλη επιρροή της δεκαετίας του ‘60, απελευθερώνοντας τους κινηματογραφιστές από τις συμβάσεις του χρόνου και του τόπου που επικρατούσαν για δεκαετίες.
Ο Φελίνι ξεκινά με τον σκηνοθέτη Γκουίντο παγιδευμένο σε ένα μποτιλιάρισμα. Όταν μια ομίχλη αρχίζει να ρέει διαπιστώνει ότι έχει παγιδευτεί όχι μόνο στο μποτιλιάρισμα, αλλά και στο αυτοκίνητο. Βρίσκει τρόπο να ξεφύγει από την οροφή, οπότε αρχίζει να πετάει, όρθιος και με τα χέρια προς τα έξω, σε μια σαφή αναφορά στον σταυρό που μεταφέρεται με ελικόπτερο στην πρώτη σκηνή του “La Dolce Vita”. Πετάει μέσα από τα σύννεφα και στην παραλία, ενώ ένα σχοινί τυλίγει το πόδι του από τον παραγωγό του και μια φιγούρα με καθολική θρησκευτική ενδυμασία για να τον τραβήξει πάλι στο έδαφος.
Ο Γκουίντο ξυπνώντας από το όνειρό του, συνοδεύεται από γιατρούς σε ένα spa. Συναντιέται με έναν κριτικό ο οποίος κατακεραυνώνει το τελευταίο σενάριο του Γκουίντο για τον «διφορούμενο ρεαλισμό» του και του παραδίδει ένα χαρτί με κριτικές. Ο Γκουίντο συναντά την ερωμένη του Κάρλα (μάλιστα η ηθοποιός που την υποδύεται αποτελεί και την ερωμένη του Fellini στην πραγματική ζωή) στον σιδηροδρομικό σταθμό και αντί να της επιτρέψει να έρθει να μείνει μαζί του στο σπα, την φιλοξενεί σε ένα κοντινό ξενοδοχείο.
Στη συνέχεια, βλέπει ένα όραμα της μητέρας του στο δωμάτιο. Συγκεκριμένα στο όραμα γυαλίζει τις γυάλινες πόρτες του τάφου του πατέρα του. Ο Γκουίντο έχει μια σύντομη συζήτηση με τον νεκρό πατέρα του (ο ίδιος ηθοποιός που έπαιξε τον πατέρα του Μαστρογιάνι στο La Dolce Vita). Έπειτα, έρχεται αντιμέτωπος με τη μητέρα του, η οποία του δίνει ένα φιλί και μετατρέπεται σε γυναίκα του (Λουίζα). Σε μία ακόμη μετατροπή από παρόν σε παρελθόν βλέπουμε τον Guido να συναντά σε έναν γιορτινό χώρο έναν τηλεπαθητικό καλλιτέχνη, ο οποίος διαβάζει τις σκέψεις των ανθρώπων. Ο Γκουίντο, ο οποίος γνωρίζει τον άνδρα από το παρελθόν του, υποβάλλεται σε μια ανάγνωση σκέψης, η οποία καταλήγει στο άκουσμα της φράσης “Asa Nisi Masa”. Τότε ανατρέχει σε μια εποχή που ήταν παιδί σε μία μεγάλη αγροικία. Εκεί η ξαδέρφη του ανέφερε ένα μαγικό ξόρκι, το Asa nisi masa, το οποίο υποστηρίζει ότι έχει την ικανότητα να κάνει τα μάτια σε ένα πορτραίτο να δείχνουν έναν μυστικό θησαυρό.
Η χρήση της φράσης αυτής με την λογική του γλωσσικού παιχνιδιού Pig Latin (στο οποίο αλλοιώνονται λέξεις στα αγγλικά συνήθως προσθέτοντας ένα κατασκευασμένο επίθημα) αν αφαιρεθεί κάθε δεύτερη συλλαβή από το Asa nisi masa προκύπτει η λέξη “Anima”. Έχοντας εκδηλώσει ενδιαφέρον για το ψυχαναλυτικό έργο του Carl Jung, ο Fellini πιθανώς να επέλεξε αυτή την λέξη αναφορικά με την σημασία που της δίνει ο Jung, δηλαδή ότι το Anima περιγράφει την προσωποποίηση των καταπιεσμένων γυναικείων χαρακτηριστικών στο αρσενικό. Η σύγχυση του Guido σχετικά με τις γυναίκες γίνεται φανερή καθ’όλη τη διάρκεια της ταινίας τόσο σε σκηνές της τωρινής του ζωής όσο και στο παρελθόν και στα οράματα του.
Η επιλογή της λέξης “Anima” από τον Φελίνι υποδηλώνει ότι η αδυναμία του Γκουίντο να δεσμευτεί, ιδίως με γυναίκες, οφείλεται στην απροσβασιμότητα του τμήματος του μυαλού του που κατανοεί τις σχέσεις. Ο Jung στήριξε ότι το “Anima” είναι υπεύθυνο για τη σύνδεση με την «πηγή», δηλαδή την πηγή της ζωής, και τον «έρωτα», δηλαδή την αρχή της σχέσης, οι οποίες στεγάζονται στο ασυνείδητο. Αυτή η θεωρία εξηγεί γιατί ο γιατρός του Γκουίντο συνταγογραφεί νερό πηγής για τη «θεραπεία» του και γιατί ο Γκουίντο δυσκολεύεται να κατανοήσει τον έρωτα. Το πρόβλημα αυτό αναφέρεται συχνά στην ταινία. Όταν ο Guido συναντά τις δύο ανιψιές του Cesarino, για παράδειγμα, η μία από αυτές λέει στον Guido ότι δεν μπορεί να κάνει μια ταινία για τον έρωτα και ο Guido, αναστατωμένος από την παρατήρηση, συμφωνεί παθητικά. Αργότερα στην ταινία, όταν ο Γκουίντο μιλάει με την Κλαούντια στο δρόμο, εκείνη του λέει ότι δεν ξέρει πώς να αγαπάει.
Η πλειοψηφία των χαρακτήρων που παρατηρούμε στην ταινία απαρτίζεται από γυναίκες, οι οποίες κυμαίνονται από μια άστεγη φοιτήτρια μέχρι μια σταρ του κινηματογράφου.
Μία από τις αξιομνημόνευτες σεκάνς της ταινίας, η σκηνή του χαρεμιού, δείχνει τον Γκουίντο να ελέγχει τις πολλές γυναίκες του με χτυπήματα του μαστιγίου του, στην πραγματικότητα όμως δεν είναι τόσο ισχυρός. Σε αυτή τη σκηνή απεικονίζεται επίσης ο τρόπος με τον οποίο ο Γκουίντο, όπως και πολλοί άνδρες, έλκεται με κάποιο τρόπο από κάθε γυναίκα που έχει γνωρίσει. Ο Γκουίντο αισθάνεται ενοχές για το εξωσυζυγικό του ενδιαφέρον και σε ορισμένα σημεία εκφράζει την επιθυμία να διακατέχεται από πειρασμούς. Ο Φελίνι διατυπώνει την δυσκολία του Γκουίντο να καταστείλει την επιθυμία του δίνοντας έμφαση στον αισθησιασμό όλων των γυναικείων χαρακτήρων της ταινίας.
Η Κάρλα, η πάντα διαθέσιμη, όμορφη ερωμένη του Γκουίντο, είναι το καλύτερο παράδειγμα, καθώς προσωποποιεί τον ίδιο τον σεξουαλικό πειρασμό. Η ίδια η φαντασίωση του χαρεμιού, στην πραγματικότητα, είναι εμπνευσμένη από μια ταπεινωτική στιγμή κατά την οποία η Rossella και η Luisa (η γυναίκα του Γκουίντο) εκφράζουν την αηδία τους για τη σχέση του Guido με την Carla. Αν και ο Γκουίντο απολαμβάνει την φαντασίωση του χαρεμιού, η αδηφάγος σεξουαλική του όρεξη αποτελεί σοβαρό πρόβλημα γι’ αυτόν, καθιστώντας τη σχέση του με τη γυναίκα του και τις θρησκευτικές του παρορμήσεις οδυνηρά εύθραυστες. Ο Γκουίντο όχι μόνο αισθάνεται έλξη για μια γυναίκα που συναντά, αλλά θέλει να τις κατακτά όλες. Αυτή η στάση μπορεί να παραλληλιστεί με τη δημιουργική συμπεριφορά του. Όπως δεν θέλει να δεσμευτεί αποκλειστικά με τη Λουίζα, έτσι δεν μπορεί να επιλέξει ένα μόνο θέμα για την ταινία του. Αυτή η αναποφασιστικότητα αποτελούσε πρόβλημα και για τον ίδιο τον Φελίνι, ο οποίος έκανε το 8½ να περιγράφει την αναποφασιστικότητα ενός σκηνοθέτη επειδή ο ίδιος δεν μπορούσε να δεσμευτεί σε ένα μόνο, πιο συνεκτικό θέμα. Στην πραγματικότητα, ο αρχικός τίτλος του 8½ ήταν “La Bella Confusione” (Η όμορφη σύγχυση).
Πέρα της σεξουαλικής κρίσης του Guido, τα συναισθήματα του για την εκκλησία είναι επίσης ασαφή. Απομακρύνθηκε ως έφηβος από εκεί καθώς η αυξημένη λίμπιντο του δεν μπορούσε να εξυπηρετηθεί από την αυστηρότητα του καθολικισμού. Ωστόσο ως μεσήλικας ο Γκουίντο δείχνει βαθύ σεβασμό για τον καθολικισμό και μάχεται να τον κατανοήσει. Στο όνειρό του που αφορά τους γονείς του, φοράει μια ιερατική στολή, ενώ ο Γκουίντο ζητά τη συμβουλή και την έγκριση του καρδινάλιου για το σενάριο της ταινίας του, αλλά κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ο καρδινάλιος μοιάζει απόμακρος. Η σοφία του καρδινάλιου φαίνεται εξίσου απρόσιτη στο όνειρο του Γκουίντο στη συνάντησή τους στα ατμόλουτρα, κατά τη διάρκεια του οποίου ο καρδινάλιος απαγγέλλει βιβλικά αποσπάσματα στα λατινικά και μόλις που αναγνωρίζει τον Γκουίντο. Προβληματισμένος με τη γήρανση, η οποία οδηγεί αναπόφευκτα στο θάνατο, ο Γκουίντο κάνει μια σοβαρή προσπάθεια να κατανοήσει τη θρησκεία της ανατροφής του.
Το 8 ½ εστιάζει στην εξερεύνηση ενός χαρακτήρα. Τα ελαττώματα του Γκουίντο οφείλονται κυρίως στην αναποφασιστικότητα – ως προς το ποιον θα αγαπήσει και ως προς το τι θα δημιουργήσει. Στο τέλος δεν δημιουργεί τίποτα, αλλά αγαπάει τους πάντες. Το μόνο πρόβλημα σε αυτή την απόφαση είναι ότι δεν είναι όλοι οι άλλοι πρόθυμοι να μοιραστούν την αγάπη του. Ωστόσο, έντονη είναι η μετατόπιση της αφήγησης μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας. Ενώ η ταινία αρχίζει με μια ονειρική σεκάνς όπου ο Γκουίντο είναι μόνος και στην πραγματικότητα περιβάλλεται από πολλούς ανθρώπους, τελειώνει με μια φαντασίωση όπου περιβάλλεται από όλους όσους αισθάνεται κοντά του, ακόμη και από κάποιους που έχουν πεθάνει, παρόλο που στην πραγματικότητα είναι ουσιαστικά μόνος.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- 8½ (1963) – imdb.com, διαβάσαμε εδώ
- Federico Fellini – 8 1/2 (New Trailer) | BFI Release – youtube.com, διαθέσιμο εδώ