Του Δημήτρη Μαρνέζου,
Στην επονομαζόμενη Φραγκία, από τον 5ο μέχρι και τον 9ο αιώνα βασίλεψαν δύο διαφορετικές δυναστείες. Εκείνη των Μεροβίγγειων μέχρι περίπου τον 8ο αιώνα και αυτή των Καρολίγγειων μέχρι και τα τέλη του 9ου. Αν και οι δύο παρουσίαζαν κοινά χαρακτηριστικά με τους Ρωμαίους «προγόνους» τους, μόνο η δεύτερη εξ’ αυτών μπορεί να θεωρηθεί ως εκείνη που αναστύλωσε σε ικανοποιητικό βαθμό τη ρωμαϊκή χριστιανική αυτοκρατορία. Παρόλα αυτά, είναι άξια αναφοράς η πολιτική και κοινωνική συγκρότηση της πρώτης εξ’ αυτών δυναστείας, εκείνη των Μεροβίγγειων.
Οι Μεροβίγγειοι ήταν άνθρωποι σκληροί, τουλάχιστον εκείνοι που πρέσβευαν την υψηλή τάξη. Υπήρχαν, όμως, και απλοί πολίτες που επαγγέλονταν τεχνίτες, έμποροι και μικροπωλητές και φρόντιζαν με την πληρωμή των φόρων να εξασφαλίζουν την πολυτελή ζωή των προηγούμενων. Μετά τον θάνατο του Βασιλιά Κλόβη το 511, η Φραγκία πέρασε στα χέρια των τεσσάρων γιων του. Αν το ίδιο συνέβαινε και με τους γιους των εκάστοτε Βασιλέων, τότε το βασίλειο θα κατακερματιζόταν. Οι συνεχείς δολοφονίες μεταξύ των διαδόχων ήταν αυτές που στιγμάτισαν τους υπόλοιπους τρεις αιώνες της δυναστείας, αλλά και δεν επέτρεψαν να συμβεί κάτι τέτοιο. Μία εκτενής αναφορά στις συνεχόμενες εξολοθρεύσεις Βασιλέων και των οικογενειών τους θα ήταν ασήμαντη, αλλά η μελέτη των πολιτικών και κοινωνικών συνθηκών στο βασίλειο της Φραγκίας παρουσιάζει ενδιαφέρον.
Αρχικά, οι Μεροβίγγειοι κατοικούσαν στην περιοχή της Γαλατίας, αλλά οι Βασιλείς ήταν μόνο ηγεμόνες του λαού της Φραγκίας και όχι μίας συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι αντιμετώπιζαν το βασίλειο σαν ένα μέσο ακατάπαυστου πλουτισμού. Οι ηγεμόνες θα έκαναν τα πάντα, αρκεί να διασφαλιζόταν πως το οτιδήποτε θα τους επέφερε πρόσθετα έσοδα. Ο διοικητικός μηχανισμός αποτελούνταν από το παλάτι, το οποίο ονόμαζαν «Ιερό Παλάτιον» όπως και το παλαιότερο Ρωμαϊκό και την αυλή που το περιέβαλε. Μερικά από τα πιο σπουδαία αξιώματα ήταν αυτά του ρεφενδάριου, του μαγιορδόμου, του κόμη και του επισκόπου. Για να κατανοήσει κανείς εις βάθος τη ζωή στην τότε περιοχή της Γαλατίας, θα πρέπει να γνωρίζει οπωσδήποτε τις ευθύνες του κάθε αξιώματος. Αναλυτικότερα, ο ρεφενδάριος ήταν αρμόδιος για την επίβλεψη και την παραγωγή νομικών και δημοσίων εγγράφων και είχε την ευθύνη για την επισημότητα του ύφους τους. Στη συνέχεια, ο μαγιορδόμος ήταν υπεύθυνος για τα βασιλικά κτήματα και το παλάτι, ενώ με την πάροδο του χρόνου απέκτησε περισσότερη δύναμη.
Το αξίωμα του κόμη περιελάβανε πολλές αρμοδιότητες. Είναι έκδηλο πως στο μόνο πρόσωπο που έδινε αναφορά ήταν ο ίδιος ο Βασιλιάς, ο οποίος και τον είχε τοποθετήσει. Σε αντίθεση με την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, όπου η πολιτική και η στρατιωτική εξουσία ασκούνταν από διαφορετικούς φορείς, στο βασίλειο των Φράγκων και οι δύο εξουσίες συνενώνονταν στο πρόσωπο του κόμη. Αυτός ήταν υπεύθυνος για την επιβολή φόρων στους πολίτες και την αρχηγεία ως στρατηγός εν καιρώ πολέμου. Επιπλέον, αναλάμβανε και τα καθήκοντα δικαστή και δίκαζε υποθέσεις με βάση το νομικό δίκαιο κάθε υπηκόου. Για παράδειγμα, τους Φράγκους με το φραγκικό δίκαιο, τους Ρωμαίους με το ρωμαϊκό και τους Βουργουνδούς με το αντίστοιχο βουργουνδικό. Αποτέλεσμα της συγκεντρωτικής εξουσίας του κόμη ήταν η κατάχρηση όλων των δικαιωμάτων που του είχε απονείμει ο Βασιλιάς, ο οποίος ενδιαφερόταν μόνο για τη διασφάλιση και τη διεύρυνση της περιουσίας του.
Κάθε πόλη στη Μεροβίγγεια Γαλατία, εκτός από τον κόμη, είχε και τον επίσκοπό της. Συνήθως ήταν «Ρωμαίοι» που προέρχονταν από ισχυρές οικογένειες συγκλητικών. Ο επίσκοπος εκλεγόταν από την Εκκλησία, επικυρωνόταν από τον Βασιλιά και διατηρούσε το αξίωμά του ισοβίως. Ουσιαστικά αποτελούσε το μόνο αξίωμα που ασκούσε πολιτική πρόνοιας. Τα εκκλησιαστικά ζητήματα ήταν μόνο ένα μικρό μέρος του έργου του επισκόπου. Ήταν ο μόνος που ξόδευε δικά του χρήματα για δημόσια έργα, για την παιδεία, ακόμα και για την ειρήνευση μεταξύ δύο ατόμων, ώστε να μην ξεσπάσει βεντέτα. Αυτό το κατάφερνε με την αποζημίωση του λιγότερου ένοχου, προσφέροντάς του χρήματα από το ταμείο της εκκλησίας. Άξιου ενδιαφέροντος αποτελεί ο φόβος που έτρεφαν οι βασιλιάδες για τους επισκόπους. Μπορεί να ήταν βάναυσοι και να μπορούσαν (όπως είχε συμβεί πολλάκις) να δολοφονήσουν τα ίδια τους τα παιδιά, αλλά ποτέ σε όλη την ιστορία των Φράγκων δεν παραβίασαν το εκκλησιαστικό άσυλο. Η θρησκευτική προκατάληψη ήταν αυτή που τους δημιουργούσε τον φόβο μην τυχόν κάποιος επίσκοπος προκαλέσει την οργή του Θεού ή των Αγίων και τη στρέψει καταπάνω τους.
Εν κατακλείδι, παρ’ όλες τις εχθροπραξίες και τις εσωτερικές έριδες που σημάδευσαν το βασίλειο της Φραγκίας τους τρεις αυτούς αιώνες, οι πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες είναι αυτές που έθεσαν τα θεμέλια για τον 8ο και 9ο αιώνα, όπου οι Φράγκοι με τη δυναστεία των Καρολίγγειων αποτέλεσαν άξιους προστάτες της ρωμαϊκής χριστιανοσύνης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- R.H.Davis (2011), Ιστορία της μεσαιωνικής δύσης, Αθήνα: Εκδόσεις Κριτική.
- Merovingian dynasty, britannica.com, Διαθέσιμο εδώ