17.1 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΝωθρή αναμένεται η «πράσινη» μετάβαση

Νωθρή αναμένεται η «πράσινη» μετάβαση


Του Κωνσταντίνου Γκότση,

Τα δυσμενή γεγονότα των τελευταίων ετών, που για πολλά άτομα χαρακτηρίζονται ως «μαύροι κύκνοι», πυροδότησαν τη σοβαρή ενεργειακή κρίση που βιώνουμε, με αποτέλεσμα να θέσουν σε κίνδυνο την επίτευξη των «πράσινων» στόχων πολλών κρατών, για τη διαμόρφωση μιας βιώσιμης ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια. Για αρκετούς, η ενεργειακή κρίση, η οποία κορυφώθηκε με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, καθώς αποτέλεσε το κομβικό σημείο μιας εκ νέου μεγάλης ρήξης μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, θεωρείται μια καλή ευκαιρία για επίσπευση της «πράσινης» μετάβασης. Η ανάγκη για ενεργειακή απεξάρτηση από χώρες σαν τη Ρωσία, ωθεί τις χρηματοδοτικές ροές σε επενδύσεις πιο φιλικές προς το περιβάλλον. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, υπάρχει και άλλη όψη του νομίσματος.

Ουσιαστικά, το ενεργειακό πλάνο των κρατών έχει βρεθεί αντιμέτωπο με τρία βασικά προβλήματα. Πρώτον, τέθηκε σε κίνδυνο η ενεργειακή ασφάλεια, κυρίως της Ευρώπης, δεύτερον ενισχύθηκε η παραγωγή από μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στα δυτικά κράτη, πιέζοντας, παράλληλα, αρνητικά τις επενδύσεις σε Α.Π.Ε. και τρίτον, μειώθηκε ραγδαία η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών στα ενεργειακά προϊόντα.

Όπως γίνεται αντιληπτό, είναι σχεδόν αδύνατο σε βραχυπρόθεσμο –μπορεί και μεσοπρόθεσμο– χρονικό ορίζοντα να επέλθουν σε ισορροπία αυτά τα τρία ζητήματα και να συμβαδίσουν ομαλά. Για να κερδίσεις άμεσα βαθμούς ενεργειακής ασφάλειας, χρειάζεται να θυσιάσεις τους κοντινούς περιβαλλοντικούς στόχους, ενώ, πιθανότατα, θα πραγματοποιηθεί και αποκλιμάκωση των τιμών της ενέργειας, ανακουφίζοντας οικονομικά το καταναλωτικό κοινό, όπως και συνέβη. Για αυτό, κιόλας, η Κυβέρνηση Biden πίεσε τους πετρελαϊκούς κολοσσούς να μετακυλήσουν μεγάλο ποσοστό των «υπερκερδών» τους, κατά το 2022, στην αύξηση της παραγωγής, ώστε να πιεστούν προς τα κάτω οι τιμές και να ενισχυθεί η ενεργειακή ασφάλεια.

Πηγή εικόνας: DNV Energy Industry Insights 2023 / weforum.org

Όσον αφορά την αποκλιμάκωση των τιμών βέβαια, δεν είναι και τόσο σίγουρο κατά πόσο θα μπορούσε να διατηρηθούν οι τιμές σε χαμηλά επίπεδα, δεδομένης της ολιγοπωλιακής μορφής της αγοράς ορυκτών εμπορευμάτων, η οποία εκθέτει την προσφορά και, κατ’ επέκταση, τις τιμές των αγαθών σε χειραγώγηση από τα καρτέλ, αφού συνήθως η ζήτηση για αυτά τα αγαθά είναι σημαντικά ανελαστική ως προς την τιμής τους. Εξού και η υψηλή διακύμανση στις τιμές των συγκεκριμένων εμπορευμάτων.

Παράλληλα, το τεχνολογικό επίπεδο, καθώς και οι ασταθείς συνθήκες στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, λειτουργούν ως τροχοπέδη στην «πράσινη» μετάβαση. Μάλιστα, με την τάση της «αποπαγκοσμιοποίησης», δηλαδή της απομόνωσης των κρατών από τον υπόλοιπο κόσμο με οικονομικά εθνικιστικές και προστατευτικές πολιτικές, καθιστάτε έως και αδύνατη η εξέλιξή του σε μεγάλο βαθμό, ειδικά για τις πιο μικρές οικονομίες.

Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη από το DVN, η οποία δημοσιεύθηκε και από το World Economic Forum, αναφέρει πως μόνο το 39% των ερωτηθέντων (δείγματος πάνω από 1.300 ειδικών και στελεχών επιχειρήσεων του ενεργειακού κλάδου) νιώθει αισιόδοξο σχετικά με την επίτευξη των στόχων της απανθρακοποίησης, που έχουν θέσει οι οργανισμοί που απασχολούνται. Μάλιστα, οι μισοί υπογραμμίζουν ότι επικεντρώνονται περισσότερο σε βραχυπρόθεσμες παρά μακροπρόθεσμες στρατηγικές.

Πηγή εικόνας: DNV Energy Industry Insights 2023 / weforum.org

Ωστόσο, η ενεργειακή βιομηχανία έχει ισχυρές προσδοκίες να αυξήσει τις επενδύσεις σε καθαρές πηγές ενέργειας, μεταφορείς και μηχανισμούς παροχής ενέργειας. Οι μισοί από το δείγμα της έρευνας αναμένουν από τους οργανισμούς τους να επενδύσουν σε υδρογόνο/αμμωνία χαμηλών εκπομπών άνθρακα (52%) το επόμενο έτος. Παρόμοιες αναλογίες υπάρχουν και για την αιολική (49%) και ηλιακή (46%) ενέργεια. Πάνω από το ένα τρίτο (37%) αναμένουν από τους οργανισμούς τους να αυξήσουν τις επενδύσεις στη δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα (C.C.S.), ενώ το 57% λέει ότι το C.C.S. θα κλιμακωθεί γρήγορα τα επόμενα πέντε χρόνια. Πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η Exxon Mobil, στην οποία θα γίνει και πιο ειδική αναφορά παρακάτω.

Επιπλέον, ανάμεσα στους πετρελαϊκούς κολοσσούς, παρατηρείται ένας διαχωρισμός ως προς την πολιτική που έχουν ακολουθήσει και θα συνεχίσουν να διατηρούν, όσον αφορά τις επενδύσεις στην καθαρή ενέργεια. Από τη μία, οι ευρωπαϊκοί γίγαντες της συγκεκριμένης αγοράς έχουν σκοπό να μειώσουν ή έστω να διατηρήσουν στα τρέχοντα περίπου επίπεδα το διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπουν από τις δραστηριότητές τους, ενισχύοντας, παράλληλα, τις επενδύσεις τους σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας, οι οποίες είναι πιο φιλικές προς τη φύση. Από την άλλη, οι μεγάλοι παίκτες των Η.Π.Α. έχουν αντίθετη στρατηγική, καθώς στοχεύουν να αυξήσουν κατά 3% (περίπου) ετησίως, μέχρι το 2027, τις επενδύσεις τους σε δραστηριότητες της αλυσίδας αξίας του πετρελαίου και φυσικού αερίου (upstream, downstream, midstream και χημικά προϊόντα), χωρίς να δώσουν ιδιαίτερη βαρύτητα σε πιο «πράσινες» επιλογές.

Η αλήθεια είναι πως, προς το παρόν, οι αποδόσεις των «πράσινων» επενδύσεων υστερούν αρκετά συγκριτικά με τις πιο παραδοσιακές του κλάδου της ενέργειας. Αυτός αποτελεί βασικός παράγοντας της όποιας καθυστέρησης υπάρχει στην ενεργειακή μετάβαση, μαζί με το πολύ υψηλό κόστος της ανάπτυξης τεχνολογίας σε Α.Π.Ε. Λόγω αυτών, ασκείται πίεση από τους επενδυτές να συνεχίσουν να εστιάζουν στις παραδοσιακές δραστηριότητες, οι οποίες τους προσφέρουν σίγουρη και υψηλή κερδοφορία.

Ωστόσο, η μεγαλύτερη Big Oil σε κεφαλαιοποίηση, η Exxon Mobil, παρουσιάζει (μικρά) δείγματα αλλαγής της στρατηγικής της, μετατοπίζοντας το ενδιαφέρον της σε πιο «καθαρές» επενδύσεις. Σύμφωνα με τη διοίκησή της, το τελευταίο διάστημα, χρηματοδοτεί τεχνολογίες για ανάπτυξη δραστηριοτήτων χαμηλότερων εκπομπών, για να βοηθήσει στην καταπολέμηση της επιδείνωσης του κλίματος. Ωστόσο, οι επικριτές της υπογραμμίζουν ότι μόνο περίπου το 10% των συνολικών δαπανών της, σε διάστημα πέντε ετών, θα κατευθυνθεί σε αυτές και ότι η εταιρεία παραμένει θεμελιωδώς προσηλωμένη σε ένα μέλλον ολοένα μεγαλύτερης ζήτησης για ορυκτά καύσιμα.

Πηγή εικόνας: Abby Anaday / Unsplash

Ενδεχομένως, όμως, αυτό το ποσοστό να ενισχυθεί στη συνέχεια, καθώς δίνονται ισχυρά οικονομικά κίνητρα από την Κυβέρνηση Biden για «πράσινες» επενδύσεις, δίνοντας επιχορηγήσεις και επιδοτήσεις υπέρογκων ποσών, σε σημείο που μπορούν να αλλοιώσουν και αναπροσαρμόσουν (αρνητικά) τον ανταγωνισμό στον κλάδο παγκοσμίως, αν δεν συμβαδίσουν προς αυτή την κατεύθυνση και τα υπόλοιπα κράτη. Ωστόσο, η Ε.Ε., για παράδειγμα, ίσως δυσκολευτεί να ακολουθήσει τέτοιου είδους δαπάνες, καθώς πρόκειται να εισέλθει σε περίοδο δημοσιονομικής «σύσφιξης» και εξορθολογισμού των δημόσιων οικονομικών των κρατών-μελών της, κάτι που θα έπρεπε να πράξει, βέβαια, και η αμερικανική Κυβέρνηση.

Επιστρέφοντας στην περίπτωση της Exxon, δείχνει πως είναι διατεθειμένη να κάνει κάποια «προοδευτικά» βήματα στις οικονομικές της δραστηριότητες, αλλά όχι μεγάλα. Όπως υποστηρίζει η ίδια η εταιρεία, οι «μηχανές» των οικονομιών θα λειτουργούν σχεδόν αποκλειστικά μέσω του ηλεκτρισμού, με το μείγμα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας να γίνεται όλο και πιο «πράσινο» σταδιακά, εξαιρώντας, όμως, κάποια μεγάλα τμήματα της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένου της βαριάς βιομηχανίας και τις μεταφορές μεγάλης εμβέλειας, καθώς θα είναι δύσκολο και απαγορευτικά δαπανηρό να τροφοδοτείται η λειτουργία τους εξολοκλήρου με τον ηλεκτρισμό. Ωστόσο, δεν αποκλείονται κάποιες άλλες πιο υβριδικές εναλλακτικές, σαν το υδρογόνο και τα βιοκαύσιμα. Γενικά, η Exxon ποντάρει στην ανάπτυξη των βιοκαυσίμων, τη δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα και στο υδρογόνο χαμηλών εκπομπών, αφού, όπως λέει, ευθυγραμμίζονται περισσότερο με την τεχνογνωσία και τη βαθιά εμπειρία της στον κλάδο του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.

Σε γενικές γραμμές, αυτό που παρατηρείται από τις περισσότερες μεγάλες εταιρείες, ιδίως τις αμερικανικές, είναι ανεπαρκείς ενέργειες που θα οδηγήσουν άμεσα στο επόμενο μεταβατικό στάδιο. Για τις περισσότερες πετρελαϊκές εταιρείες είναι αλήθεια πως αποτελεί ριψοκίνδυνη κίνηση η ριζική αλλαγή των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, για αυτό και προτιμούν να αναθέτουν αυτά τα έργα σε εξωτερικούς συνεργάτες ή να πραγματοποιούν εξαγορές σχετικών επιχειρήσεων. Ωστόσο, αυτές κατέχουν τα κεφάλαια για την ανάπτυξη τεχνολογίας πάνω στον κλάδο των Α.Π.Ε. και πιο «πράσινων» εναλλακτικών.

Η ενεργειακή κρίση φαίνεται να αποδιοργάνωσε τα κράτη, τα οποία, ωστόσο, είχαν δρομολογήσει ένα αρκετά ελλιπές πλάνο για την «πράσινη» μετάβαση, καθώς σε πολλές περιπτώσεις χαρακτηριζόταν και από γραφειοκρατία, αλλά και φόβο σε μη δημοφιλείς «καθαρές» επιλογές, όπως η πυρηνική ενέργεια. Απαιτείται, λοιπόν, μια καλύτερη στρατηγική από την πλευρά των κρατικών αρχών, αλλά και μια στοχοθεσία που να εμπίπτει με την πραγματικότητα. Σχετικά με τον ιδιωτικό τομέα, αυτό που ξεκάθαρα λείπει είναι η φιλοπεριβαλλοντική κουλτούρα στην εταιρική τους διακυβέρνηση, ειδικά στις Η.Π.Α. (στον δυτικό κόσμο), το οποίο πρέπει να ληφθεί υπόψη τόσο από την πολιτεία, όσο και από ευρύτερα το κοινωνικό σύνολο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • What is really driving ExxonMobil’s clean energy commitments?, ft.com, διαθέσιμο εδώ
  • The trilemma facing the energy industry and how it’s dealing with it, weforum.org, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης, Διευθυντής Έκδοσης
Κωνσταντίνος Γκότσης, Διευθυντής Έκδοσης
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.