17 C
Athens
Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ ρητορική μίσους και η αντιμετώπισή της από την έννομη τάξη των...

Η ρητορική μίσους και η αντιμετώπισή της από την έννομη τάξη των Η.Π.Α. και της Ευρώπης


Της Κωνσταντίνας Μερλέμη,

Το φαινόμενο της «ρητορικής μίσους», παρόλο που απασχολεί έντονα τον νομικό κόσμο και την κοινωνία γενικά, δεν έχει τύχει ενός ενιαίου, επίσημου και καθολικά αποδεκτού ορισμού. Η κάθε έννομη τάξη το αντιλαμβάνεται με διαφορετικό τρόπο, γι’ αυτό και δεν τηρείται ενιαία στάση ως προς την αντιμετώπισή του. Σε γενικές γραμμές, μπορεί κανείς να πει ότι η ρητορική μίσους είναι ο μισαλλόδοξος λόγος, εκείνος που στην ακραία μορφή του μπορεί ακόμα και να απειλήσει την ειρήνη και την ασφάλεια (είτε σε διεθνές είτε σε εθνικό επίπεδο), που υποκινεί, προωθεί, δικαιολογεί βία και διακρίσεις σε βάρος ατόμων ή ομάδων. Με άλλα λόγια, η ρητορική μίσους απειλεί τα θεμέλια της δημοκρατίας και την αξιοπρέπεια του ίδιου του ανθρώπου. Είναι ένα σύνθετο φαινόμενο, με πολλές εκφάνσεις και επιδεκτικό διαφορετικών προσεγγίσεων, όπως έχει αποδείξει η νομική πραγματικότητα.

Η έννομη τάξη των Η.Π.Α. ανέχεται τη ρητορική μίσους (αλλιώς: ρατσιστικός λόγος), στο πλαίσιο προστασίας της ελευθερίας έκφρασης (freedom of speech), η οποία και κατέχει εξέχουσα θέση στην Πρώτη Τροποποίηση του αμερικανικού Συντάγματος. Κάθε άποψη και ιδέα προστατεύεται, ακόμα και αν αυτή παράγει μίσος ή μπορεί να οδηγήσει σε βία και διακριτική-υποτιμητική και δυσμενή μεταχείριση μειονοτήτων. Γίνεται λόγος, δηλαδή, για μια «αγορά ιδεών», στην οποία υπάρχουν όλες οι ιδέες στο πλαίσιο του ελεύθερου ανταγωνισμού και επικρατεί εκείνη με τη μεγαλύτερη δυναμική, χωρίς να υπάρχουν εξωτερικοί μηχανισμοί παρέμβασης και λογοκρισίας.

Πηγή εικόνας: sfchronicle.com

Η ρητορική μίσους έχει συγκεκριμένη έκταση: αφορά τον «εριστικό λόγο», τις προσβολές, οι οποίες απευθύνονται (σε) και αφορούν ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, οι οποίες στοχεύουν ειδικά στην υποκίνηση βίας και παράγουν σαφή και παρόντα κίνδυνο, να προκληθεί άμεσα βλάβη σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Μόνο αν πληρούνται αυτές οι αυστηρά οριοθετημένες προϋποθέσεις εκφεύγει ο λόγος της συνταγματικής προστασίας και γίνεται ποινικά κολάσιμος. Όπως είπε ο δικαστής Alito στην υπόθεση Matal v. Tam (2017), «[…] το πιο υπερήφανο καύχημα της νομολογίας μας για την ελευθερία του λόγου είναι ότι προστατεύουμε την ελευθερία να εκφράζουμε τη σκέψη που μισούμε».

Στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη, η ρητορική μίσους λαμβάνει εντελώς διαφορετική διάσταση. Από το πεδίο προστασίας της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) εκφεύγει ο ρατσιστικός λόγος, εκείνος, δηλαδή, που περιέχει εκφράσεις μίσους κατά συγκεκριμένων ομάδων, που πιθανόν να διαταράξει την κοινωνική ισορροπία και ειρήνη, και που αρνείται την ανεκτικότητα και την ισότητα. Η ρητορική μίσους είναι, σε αυτήν την περίπτωση, μία αρκετά ευρεία και ρευστή έννοια, καθώς δεν υπάρχουν σαφείς προϋποθέσεις, όπως στο αμερικανικό μοντέλο προστασίας της ελευθερίας έκφρασης, με αποτέλεσμα η σχετική νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) να είναι πλουσιότατη.

Πηγή εικόνας: hazarainternational.com

Το ΕΔΔΑ στις περιπτώσεις που βρίσκεται αντιμέτωπο με ενδεχόμενη ρητορικής μίσους, ακολουθεί δύο διαφορετικές προσεγγίσεις. Στην πρώτη, ελέγχει αν ο εξεταζόμενος λόγος έχει ως αδιαμφισβήτητο σκοπό να ανατρέψει και να αμφισβητήσει ευθέως θεμελιώδεις αρχές της ΕΣΔΑ, με βάσει το άρθ. 17 της εν λόγω Σύμβασης (κατάχρηση δικαιωμάτων Σύμβασης). Χαρακτηριστικό παράδειγμα από τη νομολογία είναι η υπόθεση Glimmerveen και Hagenbeek κατά Ολλανδίας, όπου οι προσφεύγοντες είχαν καταδικαστεί για κατοχή φυλλαδίων με ρατσιστικό, αντιμεταναστευτικό περιεχόμενο, το οποίο είχαν σκοπό να διανείμουν στο κοινό. Επιπρόσθετα, αποκλείστηκαν από τις εκλογές λόγω συμμετοχής τους σε οργάνωση αντίθετη στη δημόσια τάξη, λόγω της ρητορικής μίσους που χρησιμοποιούσε.

Στη δεύτερη, ανήκουν όλες οι περιπτώσεις εκείνες, οι οποίες προσβάλουν τις θεμελιώδεις αρχές, όχι όμως σε τέτοιο βαθμό, ώστε αυτές να απειλούνται. Εδώ, γίνεται η εξέταση με βάση το άρθ. 10 παρ. 2 της ΕΣΔΑ και τις προϋποθέσεις που αυτό θέτει και διενεργείται σε τρία επίπεδα. Πρώτον, ελέγχεται αν ο περιορισμός είναι προβλεπόμενος από νόμο του κράτους, δεύτερον, αν εξυπηρετεί θεμιτό σκοπό και, τρίτον, αν είναι αναγκαίος σε μια δημοκρατική κοινωνία. Γίνεται, λοιπόν, έλεγχος για το αν εφαρμόστηκε η αρχή της αναλογικότητας (πρόσφορο και αναγκαίο μέσο).

Πηγή εικόνας: coe.int

Η Ελλάδα, ειδικότερα, στο ζήτημα αυτό ακολουθεί την ευρωπαϊκή λογική. Με τον νόμο 927/1979, όπως αυτός τροποποιήθηκε με τον νόμο 4251/2014, τυποποιείται ως αξιόποινη συμπεριφορά η υποκίνηση και διέγερση βίας και μίσους, η άμεση και η έμμεση προτροπή σε αντίστοιχες πράξεις, χωρίς πάντως να απαιτείται ο δράστης να προτρέπει σε συγκεκριμένη πράξη που οδηγεί σε βία ή διακρίσεις. Σε μία προσπάθεια αξιολόγησης των συστημάτων, θα έλεγε κανείς πως και τα δύο εγείρουν προβληματισμούς: τόσο η σχεδόν χωρίς όρια ανεκτικότητα του αμερικανικού στον ρατσιστικό λόγο όσο και η περιοριστική λογική του ευρωπαϊκού. Η αλήθεια ίσως βρίσκεται κάπου στη μέση: απαιτείται μία συνθετική ερμηνευτική λογική, με γνώμονα την αρχή της αναλογικότητας και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ad hoc εξέταση της προβαλλόμενης ως ρητορικής μίσους και στάθμιση των επιμέρους δικαιωμάτων.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Ρατσιστικός λόγος και Ελευθερία της έκφρασης, Αναστάσιος Παυλόπουλος

  • Hate speech versus freedom of speech, United Nations, un.org, διαθέσιμο εδώ 
  • Hate speech versus free speech, International Bar Association, ibanet.org, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνα Μερλέμη
Κωνσταντίνα Μερλέμη
Γεννήθηκε στην Θήβα, όπου και μεγάλωσε. Σπουδάζει στην Στρατιωτική Σχολή Αξιωματικών Σωμάτων και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στο Τμήμα της Νομικής. Γνωρίζει Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ισπανικά και Ρώσικα. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τον αθλητισμό, την εκμάθηση κινεζικών και την ανάγνωση βιβλίων.