Της Γεωργίας Παγιαβλά,
Η μετανάστευση είναι ένα πολυεπίπεδο και πολυδιάστατο φαινόμενο που επεκτείνεται σε τομείς όπως της πολιτικής, της οικονομίας, του πολιτισμού, της κοινωνιολογίας και της ψυχολογίας. Για αυτό, δεν μπορεί να διαμορφωθεί μία θεωρία που να περιγράφει όλες τις σκοπιές της, αλλά κάθε τομέας φωτίζει μια διαφορετική πτυχή του φαινομένου.
Η πρώτη θεωρία της μετανάστευσης δημοσιεύθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και τα συμπεράσματα βασίζονταν στην εσωτερική μετανάστευση της Μεγάλης Βρετανίας (Ravenstain, 1876). Διατυπώθηκαν οι εξής 11 νόμοι:
- Η πλειοψηφία των μεταναστών μετακινείται μόνο σε μικρή απόσταση
- Η μετανάστευση προχωράει βήμα βήμα
- Οι μετανάστες που μετακινούνται σε μεγάλες αποστάσεις γενικότερα προτιμούν περιοχές που αποτελούν κέντρα εμπορικά ή βιομηχανικά
- Κάθε μεταναστευτικό ρεύμα προς μια κατεύθυνση παράγει ένα αντίρροπο ρεύμα
- Οι κάτοικοι των πόλεων τείνουν να μεταναστεύουν λιγότερο σε σχέση με τους κατοίκους των αγροτικών περιοχών.
- Οι γυναίκες τείνουν να μεταναστεύουν περισσότερο σε σχέση με τους άνδρες εντός της περιοχής κατοικίας τους (κοντινή μετανάστευση), αλλά οι άνδρες τείνουν πιο συχνά να μεταναστεύουν μακρύτερα.
- Οι περισσότεροι μετανάστες είναι ενήλικοι, ενώ οι οικογένειες σπάνια μεταναστεύουν μακριά από την περιοχή τους.
- Οι μεγάλες πόλεις αναπτύσσονται περισσότερο λόγω της μετανάστευσης παρά λόγω της φυσικής αύξησης.
- Η μετανάστευση είναι μεγαλύτερη εκεί όπου αναπτύσσεται η βιομηχανία και το εμπόριο και βελτιώνονται οι μεταφορές.
- Η πιο σημαντική κατεύθυνση της μετανάστευσης είναι από τις αγροτικές περιοχές προς τις περιοχές που είναι κέντρα βιομηχανίας και εμπορίου.
- Τα βασικά αίτια της μετανάστευσης είναι οικονομικά.
Έκτοτε έχουν διατυπωθεί διάφορες θεωρίες, όπου η κάθε μία εξετάζει με διαφορετικό τρόπο το τι αξίζει να μελετηθεί (Brettell and Hollified, 2000). Όσον αφορά το επίπεδο μελέτης, οι μελέτες που προσεγγίζουν την μετανάστευση στο μακρο-επίπεδο εστιάζουν στις διαρθρωτικές συνθήκες, όπως πολιτικές, νομικές και οικονομικές, ενώ οι θεωρίες που εστιάζουν στο μικρο-επίπεδο μελετούν τον τρόπο που επιδρούν ευρύτερες δυνάμεις στις αποφάσεις και στις δράσεις των ατόμων και των οικογενειών. Τέλος, υπάρχουν και οι θεωρίες που εστιάζουν στο μέσο-επίπεδο και μελετούν τους κοινωνικούς ή άλλους δεσμούς μεταξύ των μεταναστών. Είναι εμφανές ότι δεν μπορεί να ερμηνευτεί το μεταναστευτικό φαινόμενο από μία μόνο θεωρία.
Ταυτόχρονα, η μετανάστευση μπορεί να χωριστεί σε δύο κατηγορίες. Η «παραδοσιακή μετανάστευση» που ξεκινάει το 19ο αιώνα και επεκτείνεται μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου βασικό χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου είναι η υπερπόντια μετανάστευση και η «νεωτερική μετανάστευση» που βασικός παράγοντας της μετανάστευσης είναι οικονομικός (Μουσούρου, 1991). Όμως, την τελευταία δεκαετία η μεταναστευτική και προσφυγική κρίση, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση, έχει δημιουργήσει νέες προκλήσεις και νέα δεδομένα.
Σύμφωνα με τελευταία στοιχεία, 1 δις άνθρωποι είναι σε διαδικασία κίνησης, τόσο εσωτερική όσο και εξωτερική. Συγκεκριμένα, 244 εκατ. άνθρωποι μεταναστεύουν σε άλλη ήπειρο, ενώ οι υπόλοιπο 740 εκατ. άνθρωποι μεταναστεύουν σε γειτονικές χώρες, δηλαδή το 3,5% του παγκόσμιου πληθυσμού είναι μετανάστες (συμπεριλαμβανομένων και των προσφύγων), ποσοστό που έχει τριπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια (UN, 2019). Αξιοσημείωτο είναι ότι ο ρυθμός αύξησης των μεταναστών είναι μεγαλύτερος από το ρυθμό αύξησης του πληθυσμού.
Ο λόγος που μεταναστεύουν οι πληθυσμοί τη τελευταία δεκαετία, δεν είναι μόνο οικονομικός, αλλά και διαρθρωτικός. Με άλλα λόγια, η ανισότητα που παρατηρείται στον κόσμο σε επίπεδο ανθρώπινης ανάπτυξης είναι η κινητήριος δύναμης της μετανάστευσης. Φυσικά, η βελτίωση των τεχνολογιών επικοινωνίας, που διευκολύνει την δημιουργία δικτύων τα οποία θεσμοποιούνται μέσω της μετανάστευσης και η αύξηση των αναδυόμενων οικονομιών, είναι επίσης σημαντικοί παράγοντες που αυξάνουν τις μεταναστευτικές ροές.Την τελευταία δεκαετία, η μετανάστευση έχει αλλάξει μορφή. Πλέον, δεν υφίσταται η κλασική μορφή όπου ο μετανάστης προσπαθεί να ενταχθεί και να κάνει οικογένεια, αλλά χαρακτηρίζεται από την διαδικασία της μετάβασης και περιλαμβάνει πολλές εθνικότητες. Αυτό σημαίνει ότι το κλασσικό προφίλ του μετανάστη, άντρας από αγροτική περιοχή και με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, δεν ισχύει πλέον. Συγκεκριμένα, το 50% του μεταναστευτικού πληθυσμού είναι γυναίκες, ενώ υπάρχει μια σημαντική μερίδα μεταναστών που έχουν υψηλό μορφωτικό επίπεδο και καλή οικονομική κατάσταση. Συμπερασματικά, δεν υπάρχει ένα ενιαίο προφίλ μετανάστη.
Η Ελλάδα γίνεται η βασική πύλη εισόδου και οι μεταναστευτικές ροές διογκώνονται και για πρώτη φορά πολιτικοποιείται η μετανάστευση. Πιο αναλυτικά, μέχρι το 2010 το μεταναστευτικό αντιμετωπίζεται ως κοινωνικό πρόβλημα, καθώς η οικονομική κρίση ακόμα δεν έχει ξεσπάσει, αλλά δεν υπάρχει και μηχανισμός διαχείρισης. Τότε αναδύονται τα πρώτα κόμματα που αντιμετωπίζουν τη μετανάστευση ως ένα πολιτικό πρόβλημα (Πρώτο Θέμα, 2010). Ως συνέπεια, διαπιστώνεται από την πολιτική σκηνή ότι μία σκληρή μεταναστευτική πολιτική είναι εργαλείο για άντληση ψήφων. Αυτή η κατάσταση επηρεάζει και τα ελληνικά μέσα, τα οποία δεν έχουν εμπειρία σε ζητήματα πολιτισμικής ή εθνοτικής διαφορετικότητας, και το μεταναστευτικό-προσφυγικό αποτελεί ένα νέο πεδίο εργασίας για τους δημοσιογράφους. Ως συνέπεια, παρατηρούνται δύο κατηγορίες ΜΜΕ, εκείνων που υιοθετούν μι εθνικιστική οπτική των γεγονότων και αναπαριστούν την κοινωνία υπό το πρίσμα της εθνικής ομοιογένειας και εκείνων που διατηρούν μια πιο ουδέτερη και λιγότερο εθνικιστική άποψη (Τριανταφυλλίδου, 2007).
Αξίζει σε αυτό το σημείο να επισημάνουμε ότι τα ΜΜΕ (Ελληνικά και ξένα) παρουσιάζουν τον πρόσφυγα ως μετανάστη, γεγονός που έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ζωή και ασφάλειά του. Συγκεκριμένα, ο όρος μετανάστης χρησιμοποιήθηκε από το BBC με μεγαλύτερη συχνότητα την περίοδο της αύξησης των ροών, 50.7% έναντι 28.2% του όρου πρόσφυγα, παρόμοια αναλογία παρατηρείται στα Ιταλικά ΜΜΕ (σε αντίθεση με Γερμανία και Σουηδία). Έτσι, αυτόματα η προσφυγική κρίση παρουσιάζεται ως μεταναστευτικό ζήτημα (Berry, Garcia-Blanco και Moore, 2016). Η παραπάνω σύγχυση προκαλεί διαφορετική αντιμετώπιση από τα διάφορα κράτη μέλη της ΕΕ για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης.
Μετά το 2012, λόγω της οικονομικής κρίσης και της αύξησης των μεικτών μεταναστευτικών ροών, παρατηρείται άνοδος της ακροδεξιάς. Το 2013, η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από σκληρή μεταναστευτική πολιτική, με αποτέλεσμα να κλείνει το κανάλι των μεταναστευτικών ροών. Αυτό δεν μειώνει τις ροές στο σύνολο, απλά βρίσκεται άλλο κανάλι. Συγκεκριμένα, το κανάλι γίνεται η Τουρκία. Βάσει των παραπάνω, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι δυνάμεις που ωθούν τους πληθυσμούς είναι πιο ισχυρές από τη σκληρότητα της μεταναστευτικής πολιτικής. Με άλλα λόγια, δεν είναι εύκολο να ανακοπεί η μεταναστευτική διαδικασία.
Εν κατακλείδι, μπορούμε να εξάγουμε τους αναθεωρημένους κανόνες της μετανάστευσης:
- Δεν μπορεί να αποδοθεί ενιαία προσέγγιση, αλλά είναι ζητούμενο η σύνθεση διαφορετικών θεωριών.
- Οι παράγοντες δεν είναι μόνο οικονομικοί, αλλά και δομικοί, αφορούν την ανισότητα στο επίπεδο της ανθρώπινης ανάπτυξης.
- Οι ροές μπορεί να ξεκινούν για έναν λόγο, αλλά να συνεχίζεται για άλλους.
- Από κοινωνικό φαινόμενο παίρνει και πολιτική διάσταση.
- Η μεταναστευτική διαδικασία δεν ανακόπτεται.
- Δεν υπάρχει ενιαίο προφίλ μετανάστη.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
Berry, M., Garcia-Blanco, I. and Moore, K., 2016. Press coverage of the refugee and migrant crisis in the EU: a content analysis of five European countries. [Project Report]. Geneva: United Nations High Commissioner for Refugees. Διαθέσιμο εδώ. Τελευταία πρόσβαση 30/11/2019.
Hollifield, J. F., & Brettell, C. B. (Eds.). (2000). Migration theory: Talking across disciplines (p. 137). London and New York: Routledge.
Ravenstein, E. G. (1876). The birthplaces of the people and the laws of migration. Trübner.
UN, 2019. “Number of migrants now growing faster than world population, new UN figures show”. Διαθέσιμο εδώ. Τελευταία πρόσβαση 30/11/2019.
Μουσούρου, Λ. Μ. (1991). Μετανάστευση και μεταναστευτική πολιτική στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Gutenberg.
Πρώτο Θέμα, 2010. «Κόντρα στη Βουλή για τους μετανάστες». Διαθέσιμο εδώ. Τελευταία πρόσβαση 30/11/2019.
Τριανταφυλλίδου Α.(2007) Ταυτότητα και ΜΜΕ στη Σύγχρονη Ελλάδα: Μετανάστες, μειονότητες και ελληνικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση
Ξεκίνησε την πορεία της ως μαθήτρια στα «Εκπαιδευτήρια Νέα Γενιά Ζηρίδη», συνέχισε ως φοιτήτρια στο Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ως μεταπτυχιακή στο University of Glasgow με ειδίκευση Economic Development. Παρακολούθησε δεύτερο μεταπτυχιακό στα Οικονομικά στο «Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών», ενώ παράλληλα ήταν βοηθός ερευνήτρια στο «Ινστιτούτο Περιφερειακής Ανάπτυξης». Αυτή τη περίοδο απασχολείται σε μια αστική ΜΚΟ και παράλληλα συνεχίζει τις σπουδές της σε διδακτορικό επίπεδο. Χόμπυ της η Λογοτεχνία και οι περίπατοι στην Αθήνα.