Του Δημήτρη Σπυριδάκη,
Συζητιέται έντονα τις τελευταίες μέρες το γεγονός πως η Τουρκία και, συγκεκριμένα, ο Πρόεδρος Erdogan συνεχάρη την Ελλάδα τη μέρα της εθνικής επετείου της 25ης Μαρτίου για την έναρξη της Επανάστασης, για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. Πολλοί μιλάνε για μία αλλαγή σελίδας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και ένα «παράθυρο» ευκαιρίας για την οικοδόμηση αρμονικών σχέσεων στα πλαίσια της «καλής γειτονίας». Είναι, όμως, αυτό ένα υπαρκτό σενάριο; Είναι πιθανή μια ριζική αναπροσαρμογή της Τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, όσον αφορά την Ελλάδα;
Καταρχάς, τα πρώτα σημάδια επαναπροσέγγισης ήρθαν μετά τον καταστροφικό σεισμό στην Τουρκία, που κόστισε τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους. Τότε, η ελληνική ηγεσία απέστειλε άμεσα ομάδα για τη συνδρομή στον αγώνα απεγκλωβισμού των χιλιάδων ανθρώπων που βρίσκονταν χαλάσματα. Η χειρονομία αυτή της Ελληνικής Κυβέρνησης συγκίνησε την κοινή γνώμη, ενώ εκτιμήθηκε ιδιαιτέρως από τον τουρκικό λαό. Λίγες εβδομάδες μετά, συνέβη το, επίσης, θλιβερό δυστύχημα στα Τέμπη, που άμεσα πάλι η Τουρκία έστειλε τα συλλυπητήριά της και εξέφρασε τη θλίψη της για το συμβάν. Τώρα έρχονται οι ευχές για την εθνική μας εορτή. Η δήλωση του Erdogan δείχνει πολύ διαφορετική ρητορική από αυτή που είχαμε συνηθίσει. Χαρακτηριστικά, ανέφερε: «Είμαι πεπεισμένος ότι η σχέση και συνεργασία μεταξύ των χωρών μας θα αναπτυχθούν περαιτέρω με τις κοινές μας προσπάθειες την προσεχή περίοδο», ενώ συνέχισε λέγοντας «Δράττομαι της ευκαιρίας να επαναλάβω τις καλύτερές μου ευχές, τόσο για την προσωπική σας υγεία και ευημερία, όσο και για την υγεία και ευημερία του ελληνικού λαού».
Όλα αυτά δημιουργούν μια συνθήκη που οι δύο γειτονικές χώρες βρίσκονται στην καλύτερη φάση των σχέσεών τους εδώ και καιρό. Σε αυτή τη συγκυρία, πολλοί ελπίζουν να χτιστεί μια διαφορετική σχέση με την Τουρκία, με σκοπό την πιθανή ειρηνική και δίκαιη επίλυση των μεταξύ μας ζητημάτων. Πέρα από τις δηλώσεις, πρόσφατα ανακοινώθηκε πως η Τουρκία θα υποστηρίξει τον «μαραθώνιο» της Ελλάδας για την εκλογή ως μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του Ο.Η.Ε., ενώ η Ελλάδα, με τη σειρά της, θα στηρίξει την υποψηφιότητα της Τουρκίας για τη θέση της Γενικής Γραμματείας στον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό. Η άτυπη αυτή συνεννόηση αποτελεί ένα απτό δείγμα πως έχει καλλιεργηθεί ένα πνεύμα συνεργασίας μεταξύ των δύο πλευρών.
Το ερώτημα το οποίο έρχεται στο μυαλό όλων μας και καλούνται οι διεθνολόγοι να απαντήσουν είναι αν αυτή η κατάσταση θα συνεχίσει να υφίσταται και αν, επιτέλους, οι δύο χώρες μπορούν να ξεπεράσουν τα προβλήματα που υφίστανται ανάμεσά τους. Αρχικά, έπονται δύο κομβικά γεγονότα: οι προεδρικές εκλογές στην Τουρκία και οι βουλευτικές στην Ελλάδα. Μέχρι τότε, θεωρείται πιθανό να υπάρξει μια νηνεμία στα ελληνοτουρκικά, ενόψει και της προεκλογικής περιόδου. Ήδη στην Τουρκία φαίνεται το ζήτημα της Ελλάδας να μην βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας, με την πλειοψηφία να απασχολείται από άλλα ζητήματα, όπως ο πληθωρισμός και η ακρίβεια. Η αντιπολίτευση «χτυπά» τον Erdogan σε άλλα ζητήματα, χωρίς να εστιάζει ούτε εκείνη στο ζήτημα των σχέσεων με την Ελλάδα.
Η στροφή αυτή σε πιο μετριοπαθή στάση έναντι της Ελλάδας είναι κάτι εφήμερο ή υπάρχουν προοπτικές περαιτέρω εμβάθυνσης των σχέσεων των δύο χωρών; Η απάντηση είναι πως δύσκολα η Τουρκία θα κάνει μια τέτοια μεταστροφή στην εξωτερική πολιτική της, αλλάζοντας το «δόγμα» της. Ανεξαρτήτως του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών, το οποίο είναι αδύνατον να προεξοφλήσουμε από τώρα, η στάση της Τουρκίας σε καίρια ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής της θα παραμείνει αμετάβλητη. Είναι αφελές εκ μέρους πολλών εδώ στην Ελλάδα να θεωρούν πως η εκδίωξη του Erdogan από την εξουσία θα αλλάξει κάτι ουσιαστικό στα Ελληνοτουρκικά. Η πολιτική της Τουρκίας είναι σταθερή και η επιδίωξη ενός περιφερειακού ηγεμονισμού είναι πάγιος στόχος της.
Επομένως, θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να δούμε μια ριζική στροφή της Τουρκίας, όταν τα τελευταία χρόνια έχει ξεπεράσει κάθε όριο και με βεβαιότητα δεν συμπεριφέρεται με αυτό που αποκαλούμε «συνθήκες καλής γειτονίας» (Τουρκολιβυκό μνημόνιο, casus belli κ.λπ.). Πιθανότατα, αυτό το κλίμα που έχει δημιουργηθεί να είναι εφήμερο και να διαρκέσει μέχρι τη λήξη των εκλογικών αναμετρήσεων στις δύο χώρες. Από πλευράς της Ελλάδας χρειάζεται, αφενός, επιφυλακτικότητα, αλλά και διάθεση για διαπραγμάτευση με την άλλη πλευρά του Αιγαίου.
Κλείνοντας, βρισκόμαστε λίγο καιρό πριν από τις εκλογές και στις δύο πλευρές του Αιγαίου. Η στάση της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα δύσκολα θα μεταβληθεί, ανεξάρτητα από το εκλογικό αποτέλεσμα. Εκείνο στο οποίο θα πρέπει να εστιάσουμε ως χώρα είναι το «δόγμα» μας και η πάγια εξωτερική πολιτική μας. Την προηγούμενη τετραετία έγινε μια σοβαρή προσπάθεια της Κυβέρνησης να ενισχυθεί η αποτρεπτική ικανότητα της χώρας μας. Βρισκόμενοι σε μια «δύσκολη» γειτονιά, φαίνεται πως ο στόχος αυτός να παραμένει μια προτεραιότητα για την Ελλάδα…
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- «Η σχέση και η συνεργασία των χωρών μας θα αναπτυχθούν περαιτέρω», kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ