21.1 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΥγείαΤι είναι το λέμφωμα Hodgkin;

Τι είναι το λέμφωμα Hodgkin;


Της Ζένιας Κουφοπαντελή, 

Μία σοβαρή ασθένεια που επιδρά σε ολόκληρο το ανοσοποιητικό σύστημα ενός ανθρώπου αποτελεί το λέμφωμα Hodgkin (Hodgkin lymphoma, H.L.), παλαιότερα γνωστή και ως νόσος του Hodgkin. Πρόκειται για έναν τύπο καρκίνου, που προσβάλλει συγκεκριμένα λευκά αιμοσφαίρια, τα Β-λεμφοκύτταρα, τα οποία εμπεριέχονται μέσα στη λέμφο, ένα υγρό που διέρχεται διαμέσου των λεμφαγγείων. Τα κύτταρα αυτά πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα, με αποτέλεσμα να προκαλείται οίδημα σε συγκεκριμένα σημεία, όπως οι λεμφαδένες.

Εφόσον φυσιολογικά τα κύτταρα αυτά διαθέτουν την ιδιότητα της καταπολέμησης μολύνσεων, η ικανότητα αυτή χάνεται και ο οργανισμός καθίσταται ιδιαίτερα ευάλωτος. Το λέμφωμα είναι δυνατό να προσβάλλει άτομα ανεξάρτητα από την ηλικία τους, ωστόσο τείνει να εμφανίζεται συχνότερα σε ανθρώπους μεταξύ 20 και 40 ετών ή άνω των 75, με ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα σε άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες.

Πηγή εικόνας: lymphoma.org.au

Μια σειρά παραγόντων, όπως η ηλικία ή το φύλο, είναι ικανή να επηρεάσει την εμφάνιση του H.L. Ωστόσο, το γεγονός ότι ένα άτομο φέρει έναν ή περισσότερους παράγοντες κινδύνου δε συνεπάγεται απαραίτητα την ανάπτυξη καρκίνου, με τα ακριβή αίτια να παραμένουν άγνωστα. Συνήθεις παράγοντες κινδύνου αποτελούν επιπρόσθετα:

  • Το οικογενειακό ιστορικό: Η πιθανότητα εμφάνισης του H.L. είναι αυξημένη σε αδέλφια, ιδίως σε μονοζυγωτικά δίδυμα, για λόγους που δεν είναι εναργείς. Εικάζεται ότι η αυξημένη συχνότητα εμφάνισης μεταξύ συγγενών ατόμων οφείλεται σε έκθεση στους ίδιους μολυσματικούς παράγοντες σε μικρή ηλικία (όπως για παράδειγμα στον ιό Epstein-Barr), ή στην ύπαρξη όμοιων μεταλλάξεων σε γονίδια, που τα καθιστούν επιρρεπή σε ανάπτυξη του λεμφώματος.
  • Μόλυνση από τον ιό Epstein-Barr (EBV): Πρόκειται για τον βασικό παράγοντα εμφάνισης λοιμώδους μονοπυρήνωσης, με αποτέλεσμα η πιθανότητα ανάπτυξης του H.L. να αυξάνεται. Ωστόσο, παρά την αύξησή της, η συχνότητα παραμένει χαμηλή (περίπου 1 στους 1.000).
  • Αποδυναμωμένο ανοσοποιητικό σύστημα: Ο κίνδυνος εμφάνισης του λεμφώματος αυξάνεται σε άτομα που έχουν μολυνθεί από τον ιό H.I.V., που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση, ή που πάσχουν από αυτοάνοσα νοσήματα, εφόσον πρόκειται για άτομα ανοσοκατεσταλμένα.

Έναν άλλο βασικό παράγοντα ανάπτυξης του λεμφώματος, αποτελούν γενετικές μεταλλαγές, οι οποίες –συγκεκριμένα– οδηγούν στην ενεργοποίηση ογκογονιδίων ή στην απενεργοποίηση ογκοκατασταλτικών γονιδίων. Ως αποτέλεσμα, επέρχεται ανεξέλεγκτος πολλαπλασιασμός συγκεκριμένων λεμφοκυττάρων που καλούνται Reed-Sternberg. Είναι γνωστό πως τα κύτταρα αυτά παράγουν επιπλέον κυτταροκίνες, οι οποίες προσελκύουν άλλα κύτταρα σε λεμφαδένες, με αποτέλεσμα να προκαλείται οίδημα. Από την άλλη, τα υγιή κύτταρα απελευθερώνουν ουσίες που βοηθούν τα κύτταρα Reed-Sternberg να πολλαπλασιαστούν.

Το συνηθέστερο σύμπτωμα της ασθένειας αποτελεί η εμφάνιση οιδήματος σε λεμφαδένες που απαντούν σε ορισμένα μέρη του σώματος, όπως για παράδειγμα στο λαιμό. Όμως, δεν πρόκειται για έναν επαρκή δείκτη ύπαρξης της νόσου, καθώς το οίδημα παρουσιάζεται και ως απόκριση σε μολύνσεις, ακόμη κι έπειτα από εμβολιασμό. Άλλα γενικά συμπτώματα που παραπέμπουν στην εμφάνιση του λεμφώματος συνιστούν η νυχτερινή εφίδρωση, η απώλεια βάρους, η εμφάνιση πυρετού, δύσπνοιας ή δερματικών εξανθημάτων. Σε σπάνιες περιπτώσεις ενδέχεται κατά τη διάγνωση να παρατηρηθούν μη φυσιολογικά κύτταρα στον μυελό των οστών, οδηγώντας σε αίσθημα κόπωσης, σε συχνές αιμορραγίες και αυξημένο κίνδυνο μολύνσεων. Πόνος στους λεμφαδένες, έπειτα από κατανάλωση αλκοόλ, αποτελεί, επίσης, ένα συχνό σύμπτωμα του H.L.

Πηγή εικόνας: lymphoma.org.au

Η θεραπεία της νόσου του Hodgkin είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί με ποικίλες μεθόδους, με τις κυριότερες να αποτελούν η χημειοθεραπεία, η ακτινοθεραπεία και η μεταμόσχευση μυελού των οστών.

Η χημειοθεραπεία, αρχικά, περιλαμβάνει τη χρήση φαρμάκων, τα οποία θα καταστρέψουν καρκινικά κύτταρα, περνώντας διαμέσου της κυκλοφορίας του αίματος. Τα φάρμακα αυτά μπορούν να χορηγηθούν είτε από το στόμα είτε ενδοφλέβια, ενώ, συχνά, χρησιμοποιείται ένας συνδυασμός των δύο μεθόδων. Πρόκειται για την εναρκτήρια μορφή θεραπείας και είναι δυνατό σε ορισμένες περιπτώσεις να αποτελεί τη μοναδική απαραίτητη, ή να συνδυάζεται με ακτινοθεραπεία. Οι παρενέργειες της χημειοθεραπείας εξαρτώνται από τον τύπο του φαρμάκου που χορηγείται, αλλά οι συνηθέστερες βραχυπρόθεσμες συνέπειες είναι η απώλεια μαλλιών και οι τάσεις για έμετο. Μακροπρόθεσμες επιδράσεις της χημειοθεραπείας αποτελούν η εμφάνιση καρδιοπαθειών, πνευμονοπαθειών, ή υπογονιμότητας.

Η ακτινοθεραπεία συνιστά μία διαδικασία, κατά την οποία πραγματοποιείται χρήση ακτινών υψηλής ενέργειας, όπως είναι, για παράδειγμα, οι ακτίνες Χ, με σκοπό την εξουδετέρωση των καρκινικών κυττάρων. Η ακτινοβολία στην περίπτωση του λεμφώματος στοχεύει σε λεμφαδένες, αλλά και σε περιοχές που βρίσκονται κοντά, όπου και είναι δυνατό να εξαπλωθούν καρκινικά κύτταρα. Σε ασθενείς, που βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο της νόσου, ενδέχεται η χρήση ακτινών Χ να είναι η μοναδική θεραπεία, που χρειάζεται να εφαρμοστεί. Ωστόσο, η χρήση ακτινοβολίας είναι δυνητικά επικίνδυνη, προκαλώντας ποικίλα προβλήματα, από κόπωση, ξηροστομία, ή εμφάνιση εξανθημάτων, έως και προβλήματα στην καρδιά, τον θυρεοειδή, ή τους πνεύμονες.

Τέλος, με τη μεταμόσχευση μυελού των οστών αντικαθίσταται ο «ασθενής» μυελός με νέα υγιή αιμοποιητικά κύτταρα, με στόχο την ανάπτυξη νέου. Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που άλλες προσεγγίσεις δεν αποδίδουν καρπούς. Η διαδικασία περιλαμβάνει, αρχικά, την απομάκρυνση των αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων του δότη, την ψύξη τους και την αποθήκευσή τους για μετέπειτα χρήση. Ο ασθενής υπόκειται σε χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία, με σκοπό την καταστροφή των καρκινικών κυττάρων. Έπειτα, τα νέα βλαστικά κύτταρα εισάγονται στο σώμα του ασθενούς και θα συμβάλουν στη δημιουργία υγιούς μυελού των οστών. Η θεραπεία, αν και μπορεί να αποδειχθεί σωτήρια για τον ασθενή, ενδέχεται, επίσης, να προκαλέσει προβλήματα, τα οποία οφείλονται –κυρίως– στη χορήγηση μεγάλης δόσης χημειοθεραπευτικών φαρμάκων και στη χρήση ακτινοβολίας κατά την ακτινοθεραπεία.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ 
  • Hodgkin’s lymphoma (Hodgkin’s disease), mayoclinic. Διαθέσιμο εδώ
  • Hodgkin Lymphoma Risk Factors, American Cancer Society. Διαθέσιμο εδώ
  • Hodgkin lymphoma, nhs.uk. Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ζένια Κουφοπαντελή
Ζένια Κουφοπαντελή
Γεννήθηκε το 2003 στη Χίο, όπου και μεγάλωσε. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια στο τμήμα Βιοχημείας και Βιοτεχνολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Στον ελεύθερο χρόνο της τής αρέσει να ασχολείται με χορό, θέατρο και με φωτογραφία. Στο μέλλον ενδιαφέρεται να ασχοληθεί με τη Νευροεπιστήμη, Φαρμακολογία ή τη Μοριακή Βιολογία, ενώ η επιθυμία της για ενασχόληση με την αρθρογραφία γεννήθηκε από το ενδιαφέρον για την απόκτηση γνώσεων σχετικών με τον τομέα της Βιοεπιστήμης και τη μετάδοσή τους με απλούς όρους.