Της Γεωργίας Παγιαβλά,
Σε πρόσφατη ομιλία του στο Επιμελητήριο Μεσσηνίας, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε ότι οι μεγάλες επενδύσεις είναι ο καταλύτης της ανάπτυξης και προσφέρει καλές δουλειές σε όλους. Αρχικά, έδωσε έμφαση στην βιώσιμη ανάπτυξη, καθώς η αναπτυξιακή προοπτική πρέπει να βασίζεται σε βιώσιμα χαρακτηριστικά. Ενώ στη συνέχεια, τόνισε ότι οι μεγάλες επενδύσεις είναι ικανές να δημιουργήσουν δίκτυα που θα διαχέουν το πλούτο τόσο σε επιχειρήσεις και εργαζομένους, όσο και σε ολόκληρη την περιοχή. Ανέφερε, επίσης, ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν νέες δουλειές και έκλεισε τονίζοντας το σημαντικό ρόλο που παίζει το κράτος μέσα από την στήριξη των επενδυτικών πρωτοβουλιών.
Παράλληλα με τις ιδιωτικές επενδύσεις, το 2018 εγκαινιάστηκαν μεγάλα έργα στο τομέα των μεταφορών (δύο σιδηροδρομικά έργα που θα ενισχύσουν τη βασική σιδηροδρομική αρτηρία Αθήνα-Θεσσαλονίκη) και του περιβάλλοντος (αναδημιουργία λίμνης στη Θεσσαλία), ενώ ενεκρίθη η κατασκευή οδικού άξονα (σύνδεση βορειοδυτικής με την νότια Ελλάδα), βάσει Ευρωπαϊκής Επιτροπής, 2018. Έτσι, θα χορηγηθούν ακόμα περισσότεροι πόροι συνοχής στην Ελλάδα, η οποία διαχρονικά από την εισαγωγή της στην ΕΕ αποτελεί έναν από τους κύριους δικαιούχους Ευρωπαϊκών κονδυλίων, με σκοπό να εξασφαλιστεί η βιώσιμη ανάπτυξη, να αυξηθούν οι θέσεις απασχόλησης και το βιοτικό επίπεδο της ελληνικής κοινωνίας.
Στην πρώτη περίπτωση, γίνεται αναφορά για μεγάλα επενδυτικά έργα ιδιωτικής πρωτοβουλίας, που προσανατολίζονται κυρίως στο Τουρισμό, όπως το παράδειγμα Costa Navarino. Ενώ, στην δεύτερη περίπτωση, αναφερόμαστε κυρίως σε μεγάλα έργα υποδομών που χρηματοδοτούνται από Ευρωπαϊκά κονδύλια. Και οι δύο πρωτοβουλίες στοχεύουν στην περιφερειακή ανάπτυξη. Η περιφερειακή ανάπτυξη διευκολύνεται μέσα από την αξιοποίηση των αναπτυξιακών δυνατοτήτων των περιφερειών και μείωση των περιφερειακών ανισοτήτων, που εφαρμόζονται από την Περιφερειακή Πολιτική. Δύο βασικά εργαλεία Περιφερειακής Πολιτικής είναι η δημιουργία αναπτυξιακών κινήτρων και η δημιουργία υποδομών. Παρακάτω αναλύουμε την επίδραση των μεγάλων τουριστικών επενδύσεων στην περιφερειακή ανάπτυξη και στη συνέχεια το ρόλο των υποδομών στην περιφερειακή ανάπτυξη.
Αναπτυξιακά κίνητρα: η περίπτωση Costa Navarino
Η δημιουργία αναπτυξιακών κινήτρων παρέχονται μέσω των αναπτυξιακών νόμων, οι οποίοι αποσκοπούν στο να κατευθύνουν επενδυτικά κεφάλαια προς τις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές μιας χώρας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ΤΕΜΕΣ ΑΕ -Τουριστικές Επιχειρήσεις Μεσσηνίας ΑΕ– όπου είναι η ιδιοκτήτρια του Costa Navarino, η οποία έχει εξασφαλίσει την ένταξη της στον αναπτυξιακό νόμο, με σκοπό να καθιερωθεί η Μεσσηνία μεταξύ των καλύτερων και ποιοτικότερων τουριστικών προορισμών της Μεσογείου. Συγκεκριμένα, η ΤΕΜΕΣ υλοποιεί υπερπολυτελείς βίλες, γήπεδα γκολφ και ξενοδοχειακές μονάδες, καθιστώντας το Costa Novarino το μεγαλύτερο ολοκληρωμένο τουριστικό πρόγραμμα, καθώς η συνολική του επένδυση θα ξεπεράσει το 1 δις ευρώ (Costa Navarino, 2019). Την περίοδο 2008-2014, η άμεση οικονομική επίδρασή της εκτιμάται σε 907 εκ. ευρώ, ενώ για κάθε 1 ευρώ που ξοδεύεται στο Costa Navarino το 1,65 ευρώ ξοδεύεται στην ευρύτερη περιοχή της Μεσσηνίας και τέλος για μια θέση εργασίας που δημιουργείται στο Costa Navarino, δημιουργούνται 0,8 θέσεις στην ευρύτερη περιοχή. Το εγχείρημα του Costa Navarino υποστηρίζεται ότι, πέραν της άμεσης οικονομικής επίδρασης, βελτιώνει την επενδυτική εικόνα της περιοχής και δρα ως πόλος έλξης για επενδύσεις και δημιουργία νέων επιχειρήσεων, συμβάλλοντας κατά αυτόν τον τρόπο στην ανάπτυξη της περιοχής.
Ως συμπέρασμα, λοιπόν, προκύπτει ότι το μοντέλο ανάπτυξης του Costa Navarino πρέπει να το ακολουθήσουν και άλλες περιοχές, δηλαδή να δημιουργηθούν περισσότερες περιοχές ολοκληρωμένης τουριστικής ανάπτυξης (Π.Ο.Τ.Α.) Με άλλα λόγια, ο βασικός στόχος της περιφερειακής ανάπτυξης πρέπει να τεθεί η μετατροπή ελληνικών περιοχών σε περιοχές εντατικής τουριστικής ανάπτυξης (Πετράκος, 2009).
Η ανησυχία του ελληνικού ακαδημαϊκού -και όχι μόνο- χώρου είναι ότι θα επαναληφθούν στην Ελλάδα τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν σε αντίστοιχες περιπτώσεις του εξωτερικού, όπως απόλυτη οικονομική εξάρτηση από το τουρισμό και περιβαλλοντική υποβάθμιση της περιοχής (Σπυρόπουλος, 2009). Ερωτήματα που εγείρονται γύρω από αυτή την επένδυση και έχουν προκύψει από την ακαδημαϊκή και τοπική κοινότητα είναι:
- Τι προοιωνίζει η συγκέντρωση τόσης γης στα χέρια ενός ανθρώπου; Τι φορολογική ρύθμιση προβλέπεται για τις προσόδους;
- Τι ανεπανόρθωτες βλάβες μπορεί να προκληθούν στο φυσικό περιβάλλον; Πώς μπορεί να μεταβληθούν τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά της περιοχής;
- Τι μέλλον χαράσσεται για την νεολαία που θα ζει και θα εξαρτάται από το τουρισμό;
- Τι είδους χωρική ανάπτυξη θέλουμε;
Φαίνεται ότι το νομοθετικό πλαίσιο συνέβαλε στην εξυπηρέτηση των βραχυπρόθεσμων στόχων απόδοσης της επένδυσης του ιδιώτη, ενώ δεν λήφθηκαν υπόψη οι ανάγκες του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου (Βλάση, 2016). Παράλληλα, ο φορέας της επένδυσης παίρνει το ρόλο του απόλυτου ρυθμιστή. Την ίδια στιγμή, υπάρχει πλήρες κενό σε επίπεδο κρατικού σχεδιασμού και τοπικών οικονομιών, με αποτέλεσμα η τύχη των κατοίκων να εναπόκειται στην απόδοση της επένδυσης.
Εν κατακλείδι, δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι μια επένδυση τέτοιου μεγέθους θα δώσει λύση στη περιφερειακή ανάπτυξη, καθώς ερωτήματα σαν αυτά που αναφέραμε πρέπει να απαντηθούν.
Υποδομές και περιφερειακή ανάπτυξη
Το 1981, Ελλάδα εισχωρεί στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) και γίνεται από τους μεγαλύτερους αποδέκτες ευρωπαϊκών κονδυλίων. Συγκεκριμένα, την περίοδο 1982-2013 έχει λάβει περίπου 236.313,107 δις ευρώ, ενώ για την τρέχουσα προγραμματική περίοδο αναμένεται να λάβει περίπου 20 δις ευρώ (EC, 2016). Ένα μεγάλο μέρος αυτών των χρημάτων έχει επενδυθεί στις υποδομές και σχεδόν 4 δεκαετίες αργότερα εμείς συνεχίζουμε να κατασκευάζουμε δρόμους.
Η ΕΕ, καθώς και άλλες περιοχές έχουν δώσει μεγάλη έμφαση στις επενδύσεις υποδομών και ιδιαίτερα στο τομέα των μεταφορών, καθώς υποστηρίζεται ότι έχει θετική επίδραση στην χωρική συνοχή, μειώνει τις οικονομικές ανισότητες και προάγει την οικονομική ανάπτυξη. Λόγω όλων αυτών, η Περιφερειακή Πολιτική έχει βασιστεί εξ ολοκλήρου στην ανάπτυξη των υποδομών, καθώς θεωρείται το κλειδί της οικονομικής ανάπτυξης. Όμως φαίνεται ότι η θετική επίδραση των υποδομών στην οικονομική ανάπτυξη είναι αμφιλεγόμενη. Πιο αναλυτικά, αν συμπεριληφθούν και άλλες μεταβλητές στο υπόδειγμα, όπως μετανάστευση, τοπικές κοινωνικές συνθήκες, τοπική ικανότητα Έρευνας και Ανάπτυξης, η μεταβλητή των μεταφορών χάνει την επεξηγηματική της ικανότητα (Crescenzi, Rodriquez-Pose, 2014).
Επίλογος
Οι παραπάνω προβληματισμοί καθιστούν επιτακτική την ανάγκη αναθεώρησης του τρόπου παρέμβασης της Περιφερειακής Πολιτικής. Τόσο τα επενδυτικά κίνητρα όσο και οι υποδομές πιθανότατα να έχουν μειωμένη αποτελεσματικότητα και λιγότερο θεμιτά αποτελέσματα σε σχέση με άλλα εργαλεία. Με άλλα λόγια, η στήριξη σε ΜΜΕ, ο προσανατολισμός κονδυλίων σε θέματα Έρευνας και Ανάπτυξης, η βελτίωση του θεσμικού περιβάλλοντος και η ενίσχυση της αποκέντρωσης, μπορεί να αποτελούν ισχυρότερα εργαλεία της Περιφερειακής Πολιτικής.
Βιβλιογραφία
- CostaNavarino, 2019. https://www.costanavarino.com/
- Crescenzi, Riccardo and Rodríguez-Pose, Andrés (2012) Infrastructure and regional growth in the European Union. Papers in Regional Science, 91 (3). pp. 487-615. ISSN 1056-8190
- Βλάση, Α. 2016. «Σύγχρονες μορφές επενδύσεων στον τουρισμό: Η περίπτωση της Costa Navarino». Διπλωματική Εργασία
- Ελεύθερος Τύπος, 2019. «Μητσοτάκης: Οι μεγάλες επενδύσεις ως καταλύτης για ανάπτυξη και καλές δουλειές για όλους». Διαθέσιμο εδώ. Τελευταία πρόσβαση 15/11/2019.
- Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2018. «Μεγάλες επενδύσεις της ΕΕ στον τομέα των υποδομών βοηθούν να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο για την Ελλάδα». Διαθέσιμο εδώ. Τελευταία πρόσβαση 15/11/2019.
- European Commission (2016) “European Structural and Investment Funds: Country factsheet – Greece”.
- Πετράκος, Κ. 2010. «CostaNavarino: Η πρώτη περιοχή Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης στην Ελλάδα». Διπλωματική Εργασία
Ξεκίνησε την πορεία της ως μαθήτρια στα «Εκπαιδευτήρια Νέα Γενιά Ζηρίδη», συνέχισε ως φοιτήτρια στο Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ως μεταπτυχιακή στο University of Glasgow με ειδίκευση Economic Development. Παρακολούθησε δεύτερο μεταπτυχιακό στα Οικονομικά στο «Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών», ενώ παράλληλα ήταν βοηθός ερευνήτρια στο «Ινστιτούτο Περιφερειακής Ανάπτυξης». Αυτή τη περίοδο απασχολείται σε μια αστική ΜΚΟ και παράλληλα συνεχίζει τις σπουδές της σε διδακτορικό επίπεδο. Χόμπυ της η Λογοτεχνία και οι περίπατοι στην Αθήνα.