Του Δημήτρη Καρυδάκη,
Στο πρώτο μέρος του άρθρου μας, κάναμε αναφορά στον πολεμικό σχηματισμό τον οποίο επιστράτευαν οι αρχαίοι Έλληνες στη διεξαγωγή των μαχών τους, κάνοντας αναφορά τόσο στην οπλιτική φάλαγγα όσο και στη μετεξέλιξή της, τη μακεδονική του Φιλίππου. Ας πάμε, όμως, τώρα και στη Ρώμη.
Από τα πρώτα χρόνια κιόλας του Ρωμαϊκού βασιλείου, γνωρίζουμε ότι οι Ρωμαίοι βασίζονταν και εκείνοι στον σχηματισμό της φάλαγγας για τη διεξαγωγή των μαχών τους, έναν σχηματισμό που αντέγραψαν από τους γείτονές τους στον βορρά, τους Ετρούσκους, οι οποίοι, με τη σειρά τους, τον αντέγραψαν από τους Έλληνες. Παρόλα αυτά, η οπλιτική φάλαγγα δεν απέβη τόσο επιτυχής και αποτελεσματική για τους Ρωμαίους όσο για τους Έλληνες και αυτό έγινε φανερό μετά από τις αποτυχημένες προσπάθειες των Ρωμαίων στους τρεις πολέμους απέναντι στους Σαμνίτες (343-290 π.Χ.), μία βαρβαρική φυλή της κεντρικής Ιταλίας. Οι Σαμνίτες, συνηθισμένοι στα ορεινά εδάφη των περιοχών τους, αναγκάστηκαν να διαμορφώσουν έναν πιο ευέλικτο και προσαρμοστικό σχηματισμό μάχης, ο οποίος τους έδωσε το πάνω χέρι στις αναμετρήσεις τους με τους Ρωμαίους φαλαγγίτες, αναγκάζοντάς τους, εν τέλει, να αλλάξουν τακτική και οι ίδιοι.
Μιμούμενοι τους Σαμνίτες, οι Ρωμαίοι υιοθέτησαν τη «μανιπουλαριστική λεγεώνα» (“manipular legion”) ως σχηματισμό μάχης, ο οποίος αποδείχθηκε αρκετά πιο ευέλικτος και ολοκληρωτικά αποτελεσματικός έναντι της παλαιωμένης φάλαγγας. Ο ρωμαϊκός στρατός της “res publica” αποτελείτο πλέον από τρεις γραμμές βαριά οπλισμένων πεζικάριων (γνωστές και ως “triplex acies” ή «τρίπλεξ άκιες»), με την εμπρόσθια να αποτελείται από τους «άστατους» (“hastati”), νέους της ηλικίας των 18 με 20 ετών, σχετικά άπειρους στη μάχη, τη δεύτερη από τους «πριντσίπες» ή και «πρίγκιπες» (“principes” και “prince”), σχετικά πιο έμπειρους νέους στην ηλικία των 25-30 ετών, και η τρίτη και τελευταία σειρά από τους «τριάριους» (“triarii”), τους βετεράνους του ρωμαϊκού στρατού, μεσήλικες ψημένους και έμπειρους στη μάχη. Οι τρεις αυτές σειρές του πεζικού συνοδεύονταν τόσο από μία βοηθητική σειρά ακροβολιστών, τους λεγόμενους «βέλιτες» (“velites”), οι οποίοι στην αρχή της μάχης βρίσκονταν μπροστά από τους άστατους, πετώντας ακόντια στον εχθρό με σκοπό τη διάσπαση του σχηματισμού του, όσο και από 10 ομάδες (αλλιώς και “turmae” ή «τούρμες») των 30 ανδρών, αποτελούμενες από τους «έκβιτες» (“equites”), το βαρύ ρωμαϊκό ιππικό, λίγους ελαφρούς ιππείς και ακροβολιστές, στο σύνολο 4.500 άντρες (4.200 πεζικάριοι και 300 ιππείς και ακροβολιστές).
Ο σχηματισμός της μανιπουλαριστικής λεγεώνας ήταν τέτοιος, που άφηνε κενά ανάμεσα στις μονάδες κάθε σειράς, έτσι ώστε αν οι άπειροι άστατοι αποτύγχαναν να διαλύσουν τον εχθρό, οπισθοχωρούσαν μέσα από τα κενά του σχηματισμού τους, δίνοντας τη θέση τους στους πριντσίπες. Σαν ένα ταμπλό σκακιού δηλαδή (ή αλλιώς και “quincux”/«κβίνκαξ» ή και «κουίνκαξ»), η μανιπουλαριστική λεγεώνα έδινε μεγάλη ευελιξία στα ρωμαϊκά στρατεύματα, καθώς τους επέτρεπε να αλλάζουν γρήγορα θέσεις, αναπληρώνοντας τους χτυπημένους πεζικάριους με ολοένα και περισσότερους και ξεκούραστους. Οπότε, αν ακόμη και οι πριντσίπες δεν κατόρθωναν να τρυπήσουν την άμυνα του εχθρού οπισθοχωρούσαν μέσα από τα κενά, δίνοντας τη θέση τους στους έμπειρους τριάριους.
Οι τυπικοί άστατοι και πριντσίπες λεγεωνάριοι ήταν εξοπλισμένοι με δύο ακόντια, τα «πίλα» (“pila”, ενικός “pilum”), την ημι-κυλινδρική/οβάλ ασπίδα τους, το «σκούτουμ» (“scutum”), αλλά και τη σπάθα τους, το λεγόμενο «γλάδιους» (“gladius hispaniensis”, από εκεί το “gladiator”) παράλληλα με δερμάτινη θωράκιση και κράνος (το “galea” ή «γκάλεα» και το κράνος “montefortino”). Σε αντίθεση με τους άστατους και τους πριντσίπες, οι τριάριοι φορούσαν μεταλλική πανοπλία αρκετά καλύτερης ποιότητας σε σχέση με αυτή των νεότερων λεγεωνάριων (τη λεγόμενη “lorica hamata” ή «λόρικα χαμάτα») και αντί για τα ακόντια «πίλα», διέθεταν λόγχη «χάστα» (“hasta” , πληθ. “hastae”).
Προφανώς δεν μπορώ να καλύψω όλες τις πληροφορίες για τον κάθε στρατό ξεχωριστά μέσα σε ένα τόσο μικρό κείμενο. Για αυτό και πιο κάτω παρατίθενται οι κατάλληλες πηγές για περαιτέρω πληροφόρηση. Όπως και να έχει, τόσο η μακεδονική φάλαγγα όσο και η μανιπουλαριστική λεγεώνα, θα έρθουν πολλές φορές σε σύγκρουση, με την πρώτη να είναι στους Πυρρικούς Πολέμους του 280 π.Χ., αλλά και μετέπειτα στους Μακεδονικούς Πολέμους ανάμεσα στη Ρωμαϊκή Δημοκρατία και το Βασίλειο της Μακεδονίας από το 215 π.Χ. έως το 146 π.Χ .
Καταληκτικά, στο ερώτημα ποιος σχηματισμός είναι ή αποδείχθηκε πιο αποτελεσματικός, τα ίδια τα ιστορικά δεδομένα δίνουν την απάντηση. Η οπλιτική και μετέπειτα η μακεδονική φάλαγγα, αν και ήταν ένας από τους ισχυρότερους σχηματισμούς της αρχαιότητας και για την οποία ο Ρωμαίος Στρατηγός και Ύπατος Λεύκιος Αιμίλιος Παύλος Μακεδονικός (229-160 π.Χ.), κάνοντας αναφορά στο έργο του ιστορικού Πολύβιου του Μεγαλοπολίτη έλεγε ότι «…μηδέν ‘εωρακέναι φοβερώτερον και δεινότερον φάλαγγος μακεδονικής…», δηλαδή «…δεν έχω δει κάτι φοβερότερο και τρομερότερο από τη μακεδονική φάλαγγα…», «έλαμπε» μονάχα σε ανοιχτό και ίσιο έδαφος, καθώς αδυνατούσε να ελιχθεί σε δασώδες, ελώδες, ακόμη και σε ορεινό έδαφος.
Από την άλλη, πέραν της ακαμψίας του σχηματισμού, ο φαλαγγίτης δίχως τη σάρισά του ήταν εντελώς άχρηστος («α» στερητικό + χρήση, δηλαδή χωρίς χρήση), επομένως δεν ήταν ούτε εκπαιδευμένος ούτε ικανός να πολεμήσει σε μάχη σώμα με σώμα και εκτός της ασφάλειας που του έδινε η εξάμετρη σάρισα. Από την άλλη, ο Ρωμαίος λεγεωνάριος, τόσο ως μέρος της ρωμαϊκής μανιπουλαριστικής λεγεώνας όσο και της μετέπειτα «συνοδειακής» ή «αυτοκρατορικής» λεγεώνας, όπως αυτή διαμορφώθηκε από τις μεταρρυθμίσεις του Μαριανού το 107 π.Χ. (αυτήν τη μορφή βλέπουμε στις ταινίες του Χόλυγουντ και αλλού), ήταν τόσο ικανός στη μάχη σώμα με σώμα όσο και ως μέλος ενός ογκώδους σχηματισμού.
Αυτή, λοιπόν, η ευελιξία της μανιπουλαριστικής λεγεώνας σε ανισόπεδο έδαφος, σε συνδυασμό με την ικανότητα του λεγεωνάριου στη μάχη σώμα με σώμα και σαφώς χάρη στη δεινότητα των Ρωμαίων στρατηγών στο πεδίο της μάχης, είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες που δίνουν καταληκτικά το «χρυσό μετάλλιο» στη λεγεώνα των Ρωμαίων, γεγονός το οποίο έγινε εμφανές τόσο στη μάχη στις Κυνός Κεφαλές το 197 π.Χ. όσο και στη μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ., αλλά και στη μάχη της Λευκόπετρας Κορίνθου το 146 π.Χ., η έκβαση της οποίας έδωσε το οριστικό χτύπημα στην ελληνική κυριαρχία στην Μεσόγειο, μέσω της πλήρους προσάρτησης της Ελλάδας στη ρωμαϊκή επικράτεια και την ολοκληρωτική υποταγή του ελληνικού κόσμου στη Ρώμη.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Penn State University, Organization of the Roman Army, Διαθέσιμο εδώ
- Kings and Generals, Ρωμαϊκή Λεγεώνα ενάντια στη Μακεδονική Φάλαγγα, Διαθέσιμο εδώ
- Kings and Generals, Στρατεύματα και τακτικές: Φίλιππος Β και Μακεδονική Φάλαγγα, Διαθέσιμο εδώ
- Kings and Generals, Armies and Tactics: Earliest Roman Armies DOCUMENTARY, Διαθέσιμο εδώ
- Kings and Generals, Armies and Tactics: Roman Polybian Legion and Triplex Acies, Διαθέσιμο εδώ