Της Δήμητρας Αργυρού,
Η υπόθεση αφορά τον αναπληρωτή Aρχηγό της αστυνομίας της Φρανκφούρτης, Βόλφγκανγκ Ντάσνερ, και έλαβε χώρα το 2002. Ο Ντάσνερ κατηγορήθηκε ότι απείλησε έναν απαγωγέα με βασανιστήρια και, συγκεκριμένα, πρόκληση σωματικών βλαβών, προκειμένου ο τελευταίος να του αποκαλύψει τον τόπο κράτησης ανήλικου ομήρου και, έτσι, να τον προστατεύσει από επερχόμενη θανάτωσή του.
Μάλιστα, εκείνη την περίοδο είχε αποκαλυφθεί ότι ο γερμανικός στρατός γενικότερα χρησιμοποιούσε βασανιστήρια. Αυτό φάνηκε από τα επιχειρήματα που χρησιμοποίησε ο Ντάσνερ, καθώς και όσοι τον υπερασπίστηκαν. Ειδικότερα, είχε αναφέρει χαρακτηριστικά πως χάριν του «αγώνα κατά της τρομοκρατίας», η αστυνομία και ο στρατός πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ενεργούν εκτός του νόμου και του συντάγματος και να χρησιμοποιούν μεθόδους που δεν έχουν δει από τότε που οι Ναζί κυβέρνησαν τη Γερμανία!
Αναλυτικότερα, όσον αφορά την υπόθεση, τον Οκτώβριο του 2002 ο Ντάσνερ είχε απειλήσει να προκαλέσει έντονο πόνο στον Μάγκνους Γκάεφγκεν, τον απαγωγέα του 11χρονου γιου του τραπεζίτη Γιάκομπ φον Μέτσλερ, εάν ο Γκάεφγκεν δεν αποκάλυπτε πού είχε κρύψει το παιδί. Ο Γκάεφγκεν παραδέχτηκε αμέσως ότι το αγόρι ήταν ήδη νεκρό. Ο Γκάεφγκεν καταδικάστηκε, αργότερα, σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως.
Παράλληλα, κινήθηκαν διαδικασίες εναντίον του Ντάσνερ για απειλή βασανιστηρίων. Ωστόσο, πέρασε πάνω από ένας χρόνος μέχρι να του απαγγελθεί τελικά κατηγορία. Περαιτέρω, κατηγορήθηκε για εξαναγκασμό. Το κατηγορητήριο εξέφρασε κατανόηση προς τον Ντάσνερ και υιοθέτησε την αιτιολόγησή του για το έγκλημα: ότι «ενδιαφερόταν μόνο για να σώσει τη ζωή του αγοριού». Στο κατηγορητήριο δεν αναφέρθηκε καν η λέξη βασανιστήριο. Οι συντηρητικές εφημερίδες, μάλιστα, είχαν παρουσιάσει τον αναπληρωτή Aρχηγό της αστυνομίας ως τραγικό ήρωα –έναν άνθρωπο αρχών που διχάζεται από εσωτερικές συγκρούσεις– που ακολουθούσε τη συνείδησή του, ανησυχώντας για ένα αθώο παιδί, για το οποίο σταυρώθηκε.
Ο Ντάσνερ παραδέχτηκε ειλικρινά στο δικαστήριο ότι είχε απειλήσει τον Γκάεφγκεν πως θα του προκαλέσει πόνο υπό ιατρική επίβλεψη (χωρίς να προκαλέσει δηλαδή τραυματισμούς). Την οδηγία αυτή, μάλιστα, την είχε καταγράψει γραπτώς. Ωστόσο, αντιτάχθηκε σθεναρά στο να χαρακτηριστεί αυτό ως βασανιστήριο. Η προσέγγισή του ήταν πως αυτό συνιστούσε ένα «καταναγκαστικό μέτρο» που υιοθετήθηκε ως έσχατη λύση για την αποτροπή του κινδύνου. Ο Ντάσνερ πρότεινε ακόμη και τον δικό του ορισμό για τα βασανιστήρια! Σύμφωνα με τον ίδιο, τα βασανιστήρια ήταν «η εκ των προτέρων επιβολή έντονου σωματικού πόνου, που προκαλεί σοβαρή και σκληρή ταλαιπωρία που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί στη δεδομένη κατάσταση».
Επιπροσθέτως, ο Ντάσνερ φαίνεται ότι αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει άλλα ηπιότερα μέσα για να εξαναγκάσει τον απαγωγέα να μιλήσει, ενώ ταυτόχρονα είχε λάβει και την υποστήριξη των ανωτέρων του. Κατά τη διάρκεια της δίκης, ωστόσο, αρνήθηκε να τους κατονομάσει και η εισαγγελία αρνήθηκε να διερευνήσει αυτό το θέμα.
Από το δικαστήριο υποστηρίχτηκε πως ναι μεν υπήρξε παρούσα επίθεση και η απειλή πόνου (π.χ. σωματική κάκωση) συνιστά, σαφώς, αμυντική πράξη σε αυτήν, αλλά στην προκειμένη περίπτωση η τελευταία δεν είναι αναγκαία! Το δικαστήριο τελικά καταδίκασε τον Ντάσνερ, (LG Frankfurt, NJW 2005, 692) εν όψει του ότι το Σύνταγμα και το Διεθνές Δίκαιο (άρθρο 3 ΕΣΔΑ, άρθρο 2, 16 Σύμβασης ΟΗΕ για την απαγόρευση βασανιστηρίων) περιορίζουν το δικαίωμα άμυνας. Η απαγόρευση βασανιστηρίων, είπε το δικαστήριο, είναι απόλυτη και η παραβίασή της είναι σημείο έκπτωσης σε αυταρχικό κράτος.
Η παραπάνω άποψη, ωστόσο, επικρίθηκε από την επιστήμη με το επιχείρημα ότι αν η ίδια πράξη τελεσθεί από οποιονδήποτε άλλον πολίτη, π.χ. τον πατέρα του απαχθέντος παιδιού, ουδείς θα διανοείτο να μην του αναγνωρίσει δικαίωμα άμυνας, η άρνηση του οποίου συνιστά άρνηση ατομικού δικαιώματος.
Στο δίκαιό μας, λοιπόν, η αυτονόητη και απόλυτη απαγόρευση των βασανιστηρίων θεμελιώνεται όχι μόνο στο Σύνταγμα, την ΕΣΔΑ, το ΔΣΑΠΔ και τη Σύμβαση του ΟΗΕ, αλλά και στο άρθρο 137ΑΠΚ (βασανιστήρια). Υπό τη σημερινή ρύθμιση, αν ο πατέρας του απαχθέντος παιδιού δικαιούται να ασκήσει σωματική βία κατά του απαγωγέα για να σώσει τη ζωή του παιδιού του, κατά τον ίδιο λόγο και υπό τις προϋποθέσεις αυτές, δικαιούται να το πράξει και ο αστυνομικός, προς απόκρουση της επίθεσης και μόνο (και όχι προς διενέργεια ανακριτικής πράξης).
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- The Daschner case and the rehabilitation of torture in Germany, διαθέσιμο εδώ
- Χρίστος Χ. Μυλωνόπουλος, Ποινικό Δίκαιο Γενικό Μέρος, Έκδοση 2η, Π.Ν Σάκκουλας, Αθήνα 2020