Της Γεωργίας Δημοπούλου,
Το φεμινιστικό κίνημα έχει διαχρονικά στιγματίσει ποικίλες πτυχές της ανθρώπινης Ιστορίας. Με τις απαρχές του να χρονολογούνται στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα, οι αξίες που ως ιδεώδες διαμηνύει παραμένουν επίκαιρες όσο ποτέ. Και δίκαια, αν αναλογιστεί κανείς πόσο συχνά, ακόμη και σήμερα, καταπατώνται τα στοιχειώδη δικαιώματα των γυναικών. Εξίσου εντυπωσιακό είναι το εύρος των στερήσεων που υπομένει το γυναικείο φύλο, από τον ακαδημαϊκό χώρο μέχρι την υγειονομική περίθαλψη και την αγορά εργασίας. Στην τελευταία θα εστιάσει και το συγκεκριμένο άρθρο, προκειμένου να εμπεδωθεί το πόσο άνιση και άδικη είναι η μεταχείριση της γυναίκας στο σύγχρονο εργασιακό περιβάλλον.
Ήταν ο νόμος 1426/84, στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, που θέσπισε την απουσία διακρίσεων φύλου σε όλα τα κοινωνικά δικαιώματα, με πρωταρχικά την επαγγελματική εκπαίδευση, την κατάρτιση και την εργασία, θέσπιση που φαινομενικά απαγορεύει την οποιαδήποτε ύπαρξη έμφυλου κριτηρίου, όταν πρόκειται για πρόσληψη προσωπικού. Πόσες φορές, από την άλλη, απορρίπτονται υποψήφιες με όλα τα δέοντα προσόντα για μία θέση εργασίας, ακριβώς λόγω του ότι είναι γυναίκες; Πόσες φορές δεν αναγράφεται στις ίδιες τις αγγελίες εργασίας η… προτίμηση του εργοδότη; Και, τέλος, πόσο συχνά επικοινωνούν και οι ίδιοι οι εργοδότες τυχόν αμφιβολίες τους, πως αν προσλάβουν γυναίκες στο δυναμικό τους, καραδοκεί ανά πάσα στιγμή ο κίνδυνος του να προκύψει εγκυμοσύνη και, κατά συνέπεια, θα αναγκαστούν να αποσυρθούν από τα εργασιακά τους καθήκοντα; Τα παραπάνω ερωτήματα οφείλουν να μας προβληματίσουν.
Μακάρι, όμως, η λίστα με τις εργασιακές αυτές ανισότητες να έληγε εδώ. Δυστυχώς, παρατηρείται έντονα και το μειωμένο ενδιαφέρον που δίνει η ελληνική εργοδοσία στα γυναικολογικά προβλήματα πολλών γυναικών, με πρώτο και κυριότερο την έμμηνο ρύση. Είναι χαρακτηριστικό πως, ενώ σε χώρες όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και η Ζάμπια επιτρέπεται η απαλλαγή από μερικές εργάσιμες με την αιτιολογία της εμμήνου ρύσης, στον ελληνικό χώρο οι λέξεις αυτές παραμένουν άγνωστες. Απαιτούν, άλλωστε, ευήκοα ώτα, τα οποία προφανώς απουσιάζουν από τη σφαίρα του συμφέροντος και του οικονομικού κέρδους.
Ακόμα, όμως, και αν επιτευχθεί η είσοδος της γυναίκας στο εργατικό δυναμικό, αυτό δεν συνεπάγεται σε καμία περίπτωση πως η απασχόλησή της θα κυλήσει ομαλά. Η επικαιρότητα των δύο τελευταίων χρόνων –με το κίνημα του #MeToo να έχει γίνει πλέον οικείος όρος– έχει αποδείξει με τον πιο τρανό τρόπο το πόσο ευάλωτο είναι το γυναικείο φύλο τόσο σε σεξιστικές επιθέσεις στον χώρο της δουλειάς όσο και σε περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης. Τα νούμερα, βέβαια, φαίνεται να είναι το αποτελεσματικότερο πειστήριο: με βάση έρευνα του ΚΕΘΙ που διενεργήθηκε το 2004 σε πανελλαδικό επίπεδο, 1 στις 3 Ελληνίδες εργαζόμενες έχει στο ιστορικό της παρόμοια περιστατικά, στατιστικά που με βεβαιότητα σήμερα είναι αυξημένα.
Ομολογουμένως, όλα τα προαναφερθέντα εμπόδια που συναντά η σύγχρονη γυναίκα στην προσπάθειά της να βιοποριστεί και να καταστεί οικονομικά ανεξάρτητη φαντάζουν απογοητευτικά. Ωστόσο, είναι η ανάγκη που έχει η σημερινή κοινωνία από προοδευτικότητα και εξάλειψη στερεοτύπων που δεν αφήνει περιθώρια μοιρολατρίας. Αντιθέτως, θα πρέπει τα παραπάνω να λειτουργήσουν ως έναυσμα για την πιο ένθερμη και ανθρώπινη ένταξη του γυναικείου φύλου στον εργασιακό –και μη– χώρο. Ας μπει ο καθένας στη θέση ενός αυριανού εργοδότη και ας αποδείξει πανηγυρικά το πόσο έμπρακτα μάχεται υπέρ της ίσης μεταχείρισης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Άδεια περιόδου: Σε ποιες χώρες προβλέπεται για τις εργαζόμενες, newsbeast.gr, διαθέσιμο εδώ
- Σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας, kethi.gr, διαθέσιμο εδώ
- Σανδάλη, Λ. (2001), Το θεσμικό πλαίσιο και οι πολιτικές προώθησης της ισότητας των δύο φύλων, Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης, διαθέσιμο εδώ