13.4 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΗ επίδραση του καταναλωτικού συναισθήματος στο χρηματοπιστωτικό σύστημα

Η επίδραση του καταναλωτικού συναισθήματος στο χρηματοπιστωτικό σύστημα


Του Κωνσταντίνου Γκότση,

Το συναίσθημα των ατόμων που συμμετέχουν σε μια οικονομία αποτελεί έναν πολύ σημαντικό παράγοντα για την εκτίμηση τόσο της τρέχουσας κατάστασης στις αγορές, όσο και για τις εκτιμήσεις της μελλοντικής πορείας της ανάπτυξης. Ουσιαστικά, είναι μια ένδειξη για την υγεία της συνολικής οικονομίας, αλλά και μεμονωμένα για μια αγορά, αν γίνεται ανάλυση σε μικροοικονομικό επίπεδο.

Όταν αναφερόμαστε στο καταναλωτικό συναίσθημα εννοούμε το στατιστικό μέτρο, το οποίο πηγάζει από την οπτική των καταναλωτών σχετικά με την πορεία της οικονομίας. Σύμφωνα με μελέτες, έχει αποδειχθεί ότι το καταναλωτικό συναίσθημα αποτελεί κύρια παράμετρο για τη μελλοντική οικονομική δραστηριότητα. Εδώ και πάνω από ενάμιση αιώνα αποτελεί ένα βαρόμετρο για τις βραχυπρόθεσμες εκτιμήσεις της οικονομικής κατάστασης, αλλά και τις πιο μακροπρόθεσμες προσδοκίες των καταναλωτών, οι οποίες επηρεάζουν τις αποφάσεις των υπευθύνων χάραξης οικονομικής πολιτικής.

Ο συγκεκριμένος παράγοντας αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα όταν αναφερόμαστε σε οικονομίες οι οποίες βασίζονται στην εσωτερική κατανάλωση και τη ζήτηση, όπως αυτή των Η.Π.Α. Όταν η αβεβαιότητα βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα, η ζήτηση –άρα και η κατανάλωση– ενισχύεται, με αποτέλεσμα να τονώνεται ευρύτερα η οικονομική δραστηριότητα. Στον αντίποδα, όταν η αβεβαιότητα των καταναλωτών είναι οξυμένη, προτιμούν να αποταμιεύσουν μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους για να αντιμετωπίσουν λιγότερο ανώδυνα τις δύσκολες ημέρες που πιστεύουν ότι έρχονται. Το τελευταίο, μάλιστα, αποτελεί κύριο χαρακτηριστικό των Ιαπώνων, οι οποίοι λόγω της μεγάλης απαισιοδοξίας τους δεν αυξάνουν εύκολα την κατανάλωσή τους για αγαθά. Αυτή είναι και μια βασική αιτία για την ύπαρξη του χρόνιου αποπληθωρισμού (πριν την εποχή του Abe) στην ιαπωνική οικονομία, αλλά και την οικονομική της στασιμότητας έπειτα από την χρηματοπιστωτική κρίση των «ασιατικών τίγρεων» το 1997.

Όπως γίνεται αντιληπτό, το καταναλωτικό συναίσθημα έχει επίδραση και στον ρυθμό του πληθωρισμού. Ειδικότερα, αν υπάρχει το αίσθημα μεταξύ των καταναλωτών ότι οι τιμές θα συνεχίσουν να έχουν ανοδική πορεία, παρά την αβεβαιότητα που μπορεί να επικρατεί και την επερχόμενη ύφεση που μπορεί να βρίσκεται προ των πυλών, προτιμούν να αυξήσουν την κατανάλωση σήμερα, για να γλιτώσουν το αυριανό μεγαλύτερο κόστος. Από την άλλη, αν οι καταναλωτές αναμένουν ότι οι τιμές πρόκειται να πέσουν, προτιμούν να αποταμιεύσουν το εισόδημά τους και να αναβάλλουν τις αγορές του για το μέλλον.

Η καταναλωτική εμπιστοσύνη, επίσης, έχει μεγάλο αντίκτυπο στο χρηματοπιστωτικό σύστημα μιας οικονομίας, καθώς έχει αποδειχθεί πως επηρεάζει σημαντικά το επίπεδο των τραπεζικών καταθέσεων των νοικοκυριών. Παράλληλα, το καταναλωτικό συναίσθημα μπορεί να αποτελέσει βασική παράμετρο για το ξέσπασμα μιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, πέραν από τους μακροοικονομικούς θεμελιώδεις παράγοντες.

Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα των Anastasiou, Ftiti, Louhichi και Tsouknidi, που αφορούσε κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, υποστηρίζει πως οι προσδοκίες του καταναλωτικού κλίματος έχουν θετική σχέση με τις ροές των τραπεζικών καταθέσεων, καθώς μεταβάλλεται η συμπεριφορά των καταθετών/αποταμιευτών. Συγκεκριμένα, ένα θετικό σοκ στις προσδοκίες του κλίματος των καταναλωτών πυροδοτεί μια επικείμενη θετική ανταπόκριση των καταθέσεων των νοικοκυριών που σταδιακά αντιστρέφεται κατά τους επόμενους 2-3 μήνες.

Επιπροσθέτως, σε μελέτες των Cubillas et al. (2021) και Agoraki et al. (2022) συμπεραίνεται πως παρατηρείται ετερογενής επίδραση μεταξύ ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων οικονομιών. Κάτι που συμβαίνει και εντός Ευρωσυστήματος. Τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της κρίσης χρέους της Ελλάδας την περίοδο 2009-2017. Όταν το καταναλωτικό κλίμα ήταν χαμηλό, τα ελληνικά νοικοκυριά απέσυραν τις καταθέσεις τους και τις μετέφεραν σε τραπεζικούς λογαριασμούς στο εξωτερικό ή τις κρατούσαν στα σπίτια τους. Όταν αποκλιμακώθηκε η αβεβαιότητα και βελτιώθηκε το καταναλωτικό κλίμα, οι καταθέτες άρχισαν να επιστρέφουν τις καταθέσεις τους στο τραπεζικό σύστημα, αυξάνοντας έτσι τις εισροές τραπεζικών καταθέσεων. Αυτό συμβαίνει σχεδόν σε όλες τις πιο ευάλωτες οικονομίες, στα λεγόμενα κράτη της «περιφέρειας» στη ζώνη του ευρώ. Συνεπώς, εκτιμάται μια θετική σχέση μεταξύ του καταναλωτικού συναισθήματος και των ροών τραπεζικών καταθέσεων.

Στον αντίποδα, στις χώρες του «πυρήνα», δηλαδή τις πιο αναπτυγμένες οικονομίες της Ευρωζώνης, οι οποίες χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη σταθερότητα, ακόμη και σε δυσμενείς οικονομικές περιόδους είναι πολύ λιγότερο έντονο αυτό το φαινόμενο. Η δημοσιονομική τους ευστάθεια, η νομοθεσία για την προστασία καταθετών και πιστωτών, καθώς και το ισχυρό υπόβαθρο στα μακροοικονομικά θεμελιώδη δεδομένα τους τις καθιστά πιο αξιόπιστες. Πιο συγκεκριμένα, όταν αναμένεται πως θα υπάρξει αρνητικό καταναλωτικό κλίμα και ρευστοποιήσεις σε προκυκλικές (υψηλού κινδύνου) επενδύσεις, οι τραπεζικές καταθέσεις αυξάνονται (flight-to-safety effect). Δηλαδή, παρατηρείται μια αρνητική σχέση μεταξύ καταναλωτικού συναισθήματος και ροών στις τραπεζικές καταθέσεις.

Ένα ακόμα πόρισμα της μελέτης είναι ότι παρατηρείται έντονη θετική σχέση και σε χώρες που θεωρούνται σημαντικά χρηματοπιστωτικά κέντρα. Αυτές οι χώρες προσελκύουν συνήθως μεγάλες τραπεζικές καταθέσεις κυρίως λόγω των ευνοϊκών φορολογικών τους συστημάτων και της εταιρικής νομοθεσίας τους. Ως εκ τούτου, οι οικονομικοί παράγοντες μπορεί να έλκονται από αυτά τα χαρακτηριστικά και να παρουσιάζουν υψηλότερες προσδοκίες για τη μελλοντική κατάσταση της οικονομίας, με αποτέλεσμα υψηλότερες εισροές τραπεζικών καταθέσεων.

Γενικότερα, στην ευρωζώνη είχε παρατηρηθεί υποχώρηση του ποσοστού αποταμίευσης μόνο κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους, ενώ κατά την περίοδο της Παγκόσμιας Χρηματοπιστωτικής Κρίσης (2008) και κατά την πανδημία του COVID-19 η αποταμίευση των καταναλωτών αυξήθηκε. Αυτή η διαφορά έγκειται στη συμπεριφορά του κόσμου απέναντι σε διαφορετικού είδους κρίσεις. Επίσης, είναι ενδιαφέρον ότι τα σοκ στις προσδοκίες των καταναλωτών εξηγούν ένα υψηλότερο ποσοστό των διακυμάνσεων των τραπεζικών καταθέσεων των νοικοκυριών μετά την περίοδο της κρίσης.

Συνοψίζοντας, οι διακυμάνσεις στις ροές των τραπεζικών καταθέσεων επηρεάζουν σημαντικά την επενδυτική και καταναλωτική δραστηριότητα, μεταβάλλοντας άρδην το μακροοικονομικό περιβάλλον, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα με μεσοπρόθεσμα. Μια σημαντική μείωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στο χρηματοοικονομικό σύστημα λόγω παραδείγματος χάριν της αφερεγγυότητάς του, μπορεί να επιφέρει μέχρι και μαζική φυγή καταθέσεων (bank run). Τέτοιες καταστάσεις διαβρώνουν τη λειτουργία των αγορών, μειώνουν την αποτελεσματικότητα των αγορών και συρρικνώνουν την οικονομική δραστηριότητα. Συνεπώς, καταλαβαίνουμε πόσο σημαντικό είναι να προωθείται από τις εκάστοτε κρατικές αρχές το αίσθημα της σιγουριάς απέναντι στο κοινό, με σκοπό να ευνοηθεί η οικονομική σταθερότητα, να αναπτυχθεί η εμπιστοσύνη και με τη σειρά τους να επιφέρουν την ανάπτυξη και να αποφευχθούν οι δυσμενέστερες καταστάσεις σε περιόδους υφέσεων του οικονομικού κύκλου.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Consumer Sentiment: Definition, Measurement, Importance, investopedia.com, διαθέσιμο εδώ
  • Household deposits and consumer sentiment expectations: Evidence from Eurozone, Dimitris Anastasiou, Zied Ftiti, Wael Louhichi, Dimitris Tsouknidis, Journal of International Money and Finance, 2022

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης, Διευθυντής Έκδοσης
Κωνσταντίνος Γκότσης, Διευθυντής Έκδοσης
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.